24.11.13

το «Βιβλιοπωλείον της Εστίας»… ξανανοίγει!!!


Όσοι λυπηθήκαμε πριν ένα επτάμηνο, που χάσαμε το βιβλιοπωλείο της Εστίας, έχουμε λόγο να χαιρόμαστε τώρα. Μόλις διάβασα στην Ελευθεροτυπία της Παρασκευής πως το γνωστό στέκι της διανόησης, επανέρχεται δριμύτερο. Βέβαια, δε θα ξαναλειτουργήσει στη Σόλωνος, αλλά σε νέα στέγη, πολύ κοντά όμως εκεί όπου το βρήκαμε τελευταία φορά ανοιχτό. Πλέον, θα πηγαίνουμε λίγο πιο κάτω, στη γωνία Διδότου και Δελφών.

Και θα ’ναι σίγουρα πολύ πιο όμορφα στη νέα της διεύθυνση η Εστία, γιατί δε θα στεγαστεί σε μαγαζί αλλά σε σπίτι και μάλιστα στο σπίτι του Ιωάννη Δ. Κολλάρου, του ανιψιού του ιδρυτή της, που την ανέλαβε πέντε μόλις χρόνια μετά που εγκαινιάστηκε το 1890. Η Εστία γεννήθηκε βέβαια απ’ το όραμα του θείου του, του δασκάλου και δημοσιογράφου Γεωργίου Κασδόνη, ο οποίος καρδιοχτυπούσε στο Βουκουρέστι καθώς οραματιζόταν ένα μεγάλο βιβλιοπωλείο στην Αθήνα, που θα εξέδιδε βιβλία «αξιόλογα, καλαίσθητα και σε προσιτές τιμές».

Το 1885, το όνειρο έγινε πραγματικότητα, ο άξιος ανιψιός όμως ήταν που εξέλιξε την Εστία σε σπουδαίο εκδοτικό οίκο, έναν απ’ τους σημαντικότερους της χώρας μας, ακόμα και σήμερα. Στα εκατόν είκοσι οκτώ χρόνια λειτουργίας της, η Εστία πρόσφερε στο ελληνόφωνο αναγνωστικό κοινό, συγκλονιστικά έργα με πολύ λογικό αντίτιμο. Και είναι συγκινητικό που σήμερα, ξανά σε μια μαύρη περίοδο για την Ελλάδα, η Εστία θα δώσει και πάλι το παρόν και μάλιστα μέσα απ’ το σπίτι ενός εκ των θεμελιωτών της.

Όταν ξεκίνησε αυτή η επιχείρηση, στα τέλη του 19ου αιώνα, η ελληνική βιβλιογραφία ήταν ουσιαστικά ανύπαρκτη. Άρα, ήταν σχεδόν τρελό για τα τότε δεδομένα, που ο διευθυντής της κυκλοφόρησε μια ωραία πρωία το Πανελλήνιον Βιβλιογραφικόν Δελτίον. Ήθελε κότσια εκείνη την εποχή για να εκδώσεις οποιοδήποτε σοβαρό ανάγνωσμα, ο μέσος Έλληνας τότε δεν ήξερε καν τι σήμαινε βιβλίο. 

Κι όμως, ο Κολλάρος τύπωσε τους μεγαλύτερους συγγραφείς και το εγχείρημα, δόξα τω Θεώ, πέτυχε! Κι έτσι, έφτασαν και στα δικά μας χέρια, μετά από δεκαετίες πια, εξαίσια βιβλία, που είχαν την εγγυημένη, ως προς την ποιότητα του περιεχομένου, υπογραφή: "ΕΣΤΙΑΣ" Ι. Δ. ΚΟΛΛΑΡΟΥ ΚΑΙ ΣΙΑΣ Α.Ε.

Δεν είναι τυχαίο που ο Καζαντζάκης κάποτε αποκάλεσε τον Κολλάρο «ευεργέτη των ελληνικών γραμμάτων». Ούτε που ο Βενέζης έγραψε για ’κείνον πως «έδεσε το όνομά του με την ιστορία και την προκοπή της ελληνικής λογοτεχνίας». Εγώ το βρίσκω πολύ τρυφερό που οι φίλοι της Εστίας θα μπαινοβγαίνουμε πλέον στο νεοκλασικό κτίριο, εντός του οποίου πάρθηκαν απ’ τον ίδιο τον Κολλάρο, αποφάσεις που διέγραψαν το πνευματικό μέλλον μια ολόκληρης Ελλάδας.

Επιπλέον, το σπίτι του, μέσα στο οποίο  φαντάζομαι πως ξενυχτούσε από αγωνία σε κάθε νέα απόπειρα της Εστίας στα ξεκινήματά της, στέκει ενδιάμεσα σε Κολωνάκι και Εξάρχεια. «Ανάμεσα στη συμβολική της εξέγερσης και της καθεστηκυίας τάξης», όπως μετέφερε η Σταυρούλα Παπασπύρου της Ελευθεροτυπίας, τη δήλωση της συγγραφέως και σημερινής διευθύντριας της Εστίας, Εύας Καραϊτίδη, στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Το βέβαιο είναι πως η Εστία θα είναι αξιόπιστη, στιβαρή και ποιοτική, όπως ακριβώς μας ανάθρεψε. Κάτι μου λέει όμως, πως στη νέα Εστία, όπου θα διατίθενται μονάχα δικές της εκδόσεις, θα μπει απ’ τα παράθυρα ένας αέρας φρέσκος, πιο νεανικός, πιο επαναστατικός. Το εύχομαι από καρδιάς αυτό, γιατί είμαστε πολλοί εμείς που για να κατορθώσουμε να πάμε παρακάτω, χρειαζόμαστε επειγόντως τέτοια δημιουργικά παντρέματα. Αναμένω λοιπόν με χαρά την επιστροφή της Εστίας.

Μπορεί βέβαια τέτοιου είδους αγωνίες, όπως το αν έκλεισε ένα ιστορικό βιβλιοπωλείο, αν θ’ ανοίξει πάλι και που ακριβώς, να ηχούν παράδοξα στις μέρες μας. Η πατρίδα καταρρέει κυριολεκτικά και μεταφορικά, άνθρωποι βρίσκονται στο δρόμο, άλλοι δεν έχουν ούτε για τα βασικά, κάποιοι μετά μεγάλης δυσκολίας καταφέρνουν να εξασφαλίσουν ακόμα και γάλα για τα μωρά ή φάρμακα για τους αρρώστους τους. Οπότε, εύκολα μπορεί κανείς να χαρακτηριστεί κενός, αν χαίρεται μόνο και μόνο επειδή ξανανοίγει ένα μαγαζί στο κέντρο της πόλης.

Η Εστία όμως ήταν εξ’ αρχής πραγματική εστία πολιτισμού για την Ελλάδα. Κι επειδή ο πολιτισμός σήμερα κινδυνεύει στ’ αλήθεια, το ίδιο ίσως και περισσότερο από τότε, η επαναλειτουργία της μπορεί να θεωρηθεί εμπορικής σημασίας, μόνο αν κάποιος, καταπονημένος απ’ το εθνικό δράμα μας,  σκέφτεται επιφανειακά.

Κατ’ εμέ, η χαρμόσυνη είδηση αναφορικά με την επαναλειτουργία της Εστίας, συνδέεται με τη συμβολική της σημασία εξίσου με την ουσιαστική. Λέω πως έχουμε ανάγκη να βλέπουμε γύρω μας να ξαναζωντανεύουν οργανισμοί που προσφέρουν ανεκτίμητη στήριξη σε όποιον τη χρειάζεται. Μας δίνει κουράγιο μες στη μαυρίλα, μας υπενθυμίζει πως ό,τι κι αν γίνει… η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει.

Η οικονομική συναλλαγή σ’ αυτήν την περίπτωση άρα, εκτός από δίκαιη είναι ασφαλώς και υποδεέστερης αξίας. Η Εστία δεν ήταν ποτέ ένα κοινό μαγαζί. Όπως δεν ήταν η ΕΡΤ μια οποιαδήποτε ραδιοτηλεοπτική εταιρία. Αυτά όμως είναι πράγματα λεπτά, που είτε τα νιώθεις είτε όχι. Δεν γίνονται εύκολα αντιληπτά με λόγια. Η γλώσσα μας, παρότι πάμπλουτη, δε φτάνει για να εξηγήσει τη διαφορά π.χ. ανάμεσα σ’ ένα βιβλιοπωλείο που κλείνει και σε στεναχωρεί λιγάκι μόνο, και σ’ ένα άλλο, που δε διανοείσαι καν ότι μπορεί κάποτε να μην υπάρχει πια.

Ωστόσο, το «βιβλιοπωλείον της Εστίας», δεν παύει να είναι και εμπορική επιχείρηση. Και δανείζομαι μια φράση της τωρινής του επικεφαλής, θέλοντας –για λόγους δικαίου– να πάρω τα πάρτη των υπαλλήλων που απολύθηκαν από τη Σόλωνος και έχουνε μείνει απλήρωτοι. Η Εύα Καραϊτίδη λοιπόν, περιέγραψε το καινούργιο κατάστημα, λέγοντας πως, σκοπός είναι αυτό να σηματοδοτήσει «την επιστροφή στη μικρή και οικεία κλίμακα της επαφής πρόσωπο με πρόσωπο, μιας σχέσης που παραμερίστηκε για λίγο αλλά που η ανάγκη της επιβιώνει, ισχυρότερη από ποτέ».

Εύχομαι ολόψυχα να γίνει η σκέψη πράξη. Μιλώντας όμως για επαφές πρόσωπο με πρόσωπο, και για να είναι γούρικο το νέο μαγαζί, δε φτάνει η ανυπολόγιστη πνευματική κληρονομιά τόσων δεκαετιών. Ούτε κι η προστασία από την αύρα του Ιωάννη Κολλάρου θεωρώ πως φτάνει. Θα πρέπει ήδη πριν τα εγκαίνια, η Εστία να μη χρωστάει σε κανέναν απ’ τους ανθρώπους που δούλεψαν γι’ αυτήν. Να μπει στο νέο της σπίτι Κυρία, χωρίς να τους οφείλει. Ούτε ένα ευρώ.