Σκοτεινιάζει νωρίς, κάνει
κρύο, ιδανικός καιρός άρα για την αγαπημένη των γυναικών, τη σοκολάτα. Η Πάολα
Ρεβενιώτη είχε την καλοσύνη να δημοσιεύσει νωρίτερα τη συνταγή του Στέλιου (δε σηκώνει
απορίες εδώ, Στέλιος παλιά ήτανε ο Καζαντζίδης, τώρα είναι ο Παρλιάρος) για «πραγματικό
ρόφημα σοκολάτας», όπως το λέει εκείνος. Είναι κλεμμένη φυσικά απ’ το βιβλίο του, ο Στέλιος
όμως δε νομίζω να μας κακιώσει που τη δίνουμε απόψε στο λαό.
Τι χρειάζεται
750 γρ. φρέσκο γάλα
250 γρ. κουβερτούρα
1-2 ξυλαράκια κανέλλα
1 κλωναράκι βανίλιας, σκισμένο στη μέση κάθετα
φλούδα από μισό πορτοκάλι
250 γρ. κουβερτούρα
1-2 ξυλαράκια κανέλλα
1 κλωναράκι βανίλιας, σκισμένο στη μέση κάθετα
φλούδα από μισό πορτοκάλι
Πως
φτιάχνεται
Λιώνουμε τη σοκολάτα σε μπεν μαρί.
Ρίχνουμε όλα τα υλικά στο γάλα κι ανακατεύουμε συνεχώς μέχρι ν’ αρχίσει να βράζει.
Αποσύρουμε το μείγμα απ’ τη φωτιά κι αφήνουμε να κρυώσει για ένα-δυο λεπτά.
Σουρώνουμε και σερβίρουμε.
Ρίχνουμε όλα τα υλικά στο γάλα κι ανακατεύουμε συνεχώς μέχρι ν’ αρχίσει να βράζει.
Αποσύρουμε το μείγμα απ’ τη φωτιά κι αφήνουμε να κρυώσει για ένα-δυο λεπτά.
Σουρώνουμε και σερβίρουμε.
Η σοκολάτα είναι ξακουστό υποκατάστατο (αυτό δεν το γράφει η συνταγή, εγώ
το λέω), γι αυτό κι εμείς οι γυναίκες που μας χάνεις που μας βρίσκεις, μασουλάμε
κι από μία. Προσωπικά βέβαια, προτιμώ να δαγκώνω παρά να ρουφάω, οπότε δεν
καταλαβαίνω γιατί να λερώσω τόσα κατσαρόλια για να καταλήξω να κάθομαι στον
καναπέ κρατώντας ένα φλιτζάνι χυμό σοκολάτας, όταν μπορώ αντ’ αυτού να κάνω εξάσκηση
στο σύστημα Μπράιγ.
Κάνω εικόνα: Είμαι εγώ και κάθομαι. Και διαβάζω το βιβλίο μου. Ένα τυχαίο. Το
«δύο δοκίμια για τον έρωτα», φερ’ ειπείν. Και πλάι μου είναι ακουμπισμένο ένα χάρτινο
χρυσαφί κουτί με πραλίνες μέσα λογιών-λογιών. Όχι, δε θα κάνω διαφήμιση. Μάρκα
δε λέω. Πάντως είναι Σπαρτιάτης αυτός κι έχει τρακόσα κολλητάρια.
Κι όπως καταπίνω το ένα σοκολατάκι, πάω ευθύς για το επόμενο. Επειδή όμως έχω
καταναλώσει άπειρα τέτοια κουτιά στο παρελθόν κι επίσης επειδή τα μάτια μου τσουλάνε
πάνω στα γράμματα της σελίδας που διαβάζω, σκέφτομαι αυτά που γράφει η συγγραφέας.
Ταυτόχρονα, ψάχνω με τα δάχτυλα (είναι
όλα διαφορετικά και με τις επαναλήψεις έχω μάθει κάθε σχήμα τι μου επιφυλάσσει), προσπαθώντας να αναγνωρίσω ποιο σοκολατάκι
θα είν’ το τυχερό στη σειρά. Ποιο δηλαδή θα βρεθεί στο στόμα μου, πριν από τα άλλα, γιατί
έτσι κι αλλιώς δεν πρόκειται στο τέλος να μου γλιτώσει κανένα.
Αυτό βέβαια για να το κάνεις θέλει μια ψυχραιμία. Όχι, το λέω γιατί ξέρω από
φίλες μου, πως κάθε τέτοια εποχή σκάνε οι καλοκαιρινοί έρωτες όπως παλιά οι φούσκες στο χρηματιστήριο. Κι άμα η καψούρα είναι βαριά και τίποτα δεν πάει κάτω,
το ρόφημα του Στέλιου, πράγματι μοιάζει πιο κατάλληλο. Πρώτον, απασχολείσαι με
την παρασκευή του, άσε το πλύσιμο έπειτα των πιάτων. Θα μου πεις, και με το διάβασμα
απασχολείσαι.
Σωστά, αλλά καψούρα γυναίκα δεν έχει μυαλό να κάτσει να διαβάσει, τις ταιριάζουν
καλύτερα οι χειρωνακτικές εργασίες, ξέρω τι λέω. Να τη βάλεις αυτή που νομίζει
πως αγαπάει να διαβάσει, για παράδειγμα, για τα αξιολογικά μέτρα και όρια του έρωτα;
Περίμενε… για δες εδώ, στην τύχη, τι γράφει η Σαλομέ:
«Δεν επιτρέπεται να στέκεται ενώπιον
του τελευταίου, του υψίστου, το οποίο μπορεί να περιγραφεί χωρίς να του αναγνωρίζει
το πολύ ιερό δικαίωμα, να κλίνει προς τα κάτω και πάλι πίσω ακόμα στο πρωταρχικό
–και τόσο βαθύτερα, όσο υψηλότερα έχει ανεβεί το ίδιο. Σαν να έμοιαζε ως προς τούτο
με την ινδική συκιά, το θαυματουργό δένδρο της γης, του οποίου τα κλωνάρια
μετασχηματίζουν τα κλαδιά που κρέμονται, σε ρίζες στον αέρα, για να μπορεί, εγγίζοντας
μ’ αυτές συνεχώς εκ νέου το έδαφος να οικοδομεί ζωντανούς ναούς επί ναών»
Το διάβασες; Μπράβο. Για σκέψου τώρα, τι πιθανότητες έχει η κατακεραυνωμένη
να στρωθεί να διαβάσει τέτοιο πράμα; Συνεχίζω άρα: Δεύτερον, η ρευστή σοκολάτα
βολεύει για να τις ρίξεις μέσα κι ένα κατιτίς. Αναλόγως, πόσο άσχημα είναι τα
πράγματα. Αν, ας πούμε, είναι να καταλήξει λασποκόρη η
πονεμένη ψυχή, φτάσει δηλαδή να γίνεται κάθε βράδυ λάσπη απ’ το πιόμα, μπορεί
να ξεκινήσει ενισχύοντας την τσικουλάτα της με κάνα ρούμι, κάνα μπράντυ, κάνα ξεχασμένο
βερμούτ του παππού…
Γιατί φυσικά το αλκοολίκι,
σε αντίθεση με το ερωτοχτύπημα που δε ρωτάει, οφείλεις να το πας λάου-λάου. Σε
πολύ ακραίες περιπτώσεις ερωτικής απογοήτευσης πάλι, τι να πω; Ας ρίξει η
βαρυπενθούσα λίγο χλωρίνη, λίγο άκουα-φόρτε, λίγο φυτοφάρμακο, ό,τι της βρίσκεται
πρόχειρο… Θα την πάνε ύστερα για πλύση στομάχου, θα την περιλάβουνε οι νοσοκόμοι
και θα ξεχαστεί, θα’ χει άλλον πόνο που θα τη νοιάζει περισσότερο.
Ακόμα όμως και για τα πιο επαναπαυμένα θηλυκά ενδείκνυται η αχνιστή σοκολάτα
του Στέλιου. Ασφαλώς, θα την εκτιμήσουν οι κυριούλες που ζουν ανέκαθεν σε
απόλυτη αρμονία με τη μετριότητά τους. Ομοίως θα τη λατρέψουν και τα
κουτσούβελα αυτών. Σαν να τα βλέπω μπροστά μου: Να κάθονται ολόγυρα απ’ τους
γονείς κι όλοι μαζί με τις κούπες τους στο χέρι απέναντι απ’ την τηλεόραση,
να συνθέτουν ένα κάδρο, ειδυλλιακά εμετικό.