1.3.11

που είναι το μπαλάκι; οέο!



Μπαίνω το απόγευμα κουτσαίνοντας στο ιατρείο του αγαπητού μου «λαμπρού επιστήμονα». Βαγγέλη το λεν το παλικάρι. Εγώ μόνο τον λέω έτσι γιατί είναι πραγματικά «τσακάλι»!
Όπως όλοι οι δικοί μου γιατροί, άλλωστε.
Σηκώθηκε λοιπόν ο Βαγγέλης απ’ το γραφείο του να με χαιρετήσει. Φιληθήκαμε και ξεκίνησε η κουβέντα στο γνωστό μεταξύ μας ύφος.
Παρένθεση: με συγκεκριμένους γιατρούς άλλων ειδικοτήτων, δεν έχει φιλιά, μόνο χειραψία. Σνιφ. Κλείνει η παρένθεση.
- «τι κάνεις Λαμπρέ;», είπα βγάζοντας το παλτό μου
- «μια χαρά, δε μου λες που το ’χασες το μπαλάκι εσύ;», απάντησε
- «που σημαίνει;»
- «πως από τότε που ’χω να σε δω πρέπει να ζυγίζεις κάπου μιάμιση φορά περισσότερο!»
- «μα έχεις να με δεις απ’ το γυμνάσιο...» χαμογέλασα καλοκάγαθα
- «καλή προσπάθεια, αλλά έχω σημειωμένο και πότε σε είδα και πόσο ζύγιζες εκείνη την ημέρα. Βγάλ’ τα παπούτσια κι ανέβα στη ζυγαριά!»
- «στη ζυγαριά... όχι!»
- «έλα να τελειώνουμε, περιμένει κόσμος έξω»
- «δεν μπορώ παιδί μου, έχω πάρει όρκο!»
- «άντε λέγε, πόσο είσαι;»
- «ηλικία;»
- «κιλά!»
- «ε γράψε εκεί ένα στρογγυλό νούμερο πάνω απ’ το προηγούμενο και θα’ σαι μέσα»
- «πόσο πάνω δηλαδή;»
- «ε, τσιγκουνιές θα κάνουμε τώρα; βάλε... κατ’ εκτίμηση»
- «κατάλαβα... κι απ’ ότι μου εξήγησες στο τηλέφωνο πονάει η φτέρνα σου»
- «ναι να πάρει»
- «κοίτα, το πρόβλημά σου δεν ξεκινάει απ’ τη φτέρνα αλλά απ’ τη γάμπα»
- «σοβαρώς;»
- «ναι και θα χρειαστεί να κάνουμε τέσσερα πραγματάκια. Ξάπλωσε και σήκωσε τα μπατζάκια σου μέχρι τα γόνατα. Λυπάμαι αλλά τώρα θα σε πονέσω λίγο»
- «αααααααααα... σιγά! άκανθα πτέρνας, όπως υποπτεύθηκα;»
- «σχεδόν, αλλά αν κάνεις ακριβώς ό,τι σου πω θα τη γλιτώσεις πολύ φτηνά»
- «τι να κάνω; να κάνω ό,τι είναι να κάνω γιατρέ μου! α!»
- «κατ’ αρχάς να χάσεις βάρος!»
- «άλλο; σιγά λέμε!»
- «θα κάνεις τρεις φορές τη μέρα μία άσκηση με ένα μπαλάκι του τέννις, μία μ’ ένα μικρό μπουκάλι νερού που θα ’χεις στην κατάψυξη και μία στηριζόμενη στον τοίχο. Θα σου δείξω τις ασκήσεις μόλις σηκωθείς»
- «μπαλάκι, μπουκάλι, τοίχος, κατάλαβα... ααα!»
- «με το μπαλάκι, καθισμένη στο πάτωμα, θα κάνεις περίπου αυτό που κάνω εγώ τώρα»
- «δεν έρχεσαι καλύτερα σπίτι για λίγες μέρες;»
- «δεν είναι κακή ιδέα! επίσης, για δύο εβδομάδες όχι περπάτημα»
- «γυμναστήριο;»
- «αυτό τι ήταν; το ανέκδοτο της ημέρας;»
- «αααα! έλα φτάνει!»

Μόλις τελείωσε τα μαγικά του ο Λαμπρός μπόρεσα για λίγη ώρα και περπάτησα κανονικά, χωρίς να κουτσαίνω. Αργότερα όμως ο πόνος επανήλθε. Καβάλα στο scar εγώ (το βενζινοκίνητο άλογό μου) και με το mp-3 στ’ αυτιά όπως πάντα, σκεφτόμουν πως τοίχο στο σπίτι έχω, μικρό μπουκαλάκι με νερό βρίσκεται εύκολα, έμενε να βρω μπαλάκι του τέννις. Καθ’ οδόν απ’ την Καισαριανή που είναι το γραφείο του Λαμπρού μέχρι το σπίτι μου... σταμάτησα σε κάθε κατάστημα που έπειθε πως θα διέθετε μπαλάκι. Με αθλητικά είδη, με παιχνίδια, σε μεγάλα super-market... όπου κι αν ρώτησα, με κοιτούσαν οι άνθρωποι σα χάνοι. Λες και ζητούσα κάτι δύσκολο, κάτι εξωτικό. Στην τελευταία στάση αγανάκτησα. Ανέβηκα στο scar (πονούσε και το πόδι!), ξαναπάτησα το pause για να ακουστεί πάλι η μουσική απ’ το ραδιόφωνο και ξεκίνησα να συνεχίσω το δρόμο μου. Ραδιόφωνο είχα ν’ ακούσω βδομάδες, τώρα τελευταία άκουγα τα αποθηκευμένα τραγούδια.
- Α, ρε Θεέ, που θα το βρω αυτό το μπαλάκι, μου λες; σκέφτηκα κι άρχισα μετά να δίνω μεγαλύτερη προσοχή σε κάτι ασυναρτησίες που ακουγόντουσαν μαζί με μια μελωδία. Άκουγα απορημένη κάτι περίεργα, κάτι σαν «όλα στα μάτια μου φαντάζουνε πορνό... είσαι για μένα ο στρακαστρούκας μου... βάλε λαστιχένια οπίσθια...». Και στο τέλος ακούστηκε μια βαθιά αντρική φωνή «αγαπηθείτε! αγαπηθείτε! αγαπηθείτε! στα Jumbo!».

Ε βέβαια, στα Jumbo!
Φχαριστωωωώ...

Ενάμισι ευρώ το set των τριών τεμαχίων.
Οπότε, αν χρειάζεται κανείς δύο μπαλάκια... μπορεί να απευθυνθεί σε μένα.
Έχω περίσσευμα!



Μπορεί να το ’χασα Λαμπρέ προσωρινά, αλλά που θα πάει, θα το ξαναβρώ το μπαλάκι που εννοείς εσύ. Γιατί, δεν ξέρω πως μ’ έχεις κόψει, αλλά από μπαλάκια... δόξα τω Θεώ!