31.3.11

Ερμής, ο κερατάς


Ό,τι θέλει βλέπει καθένας, αυτό το προσυπογράφω.
Επίσης ό,τι θέλει ακούει, ό,τι θέλει διαβάζει, ταυτίζεται με πράγματα που δεν τον αφορούν και δε συμμαζεύεται.

Με παίρνει η άλλη μεσημεριάτικα, χαμογελαστή και κεφάτη, και με ξυπνάει να με ρωτήσει τι λέτε;
- ποιος είναι ο κερατάς;
- ποιος κερατάς; ρωτάω μες στον ύπνο μου
- αυτός στο blog σου
- ...; !!! ο Ερμής είναι ρε βλάκα, ο θεός της επικοινωνίας

Άιντα!

προσοχή, καρχαρίας!!!


Για πάμε επανάληψη όλα τα προηγούμενα...
Λοιπόν, σε κυνηγάει επίδοξος βιαστής.
Τι φωνάζεις;
- "Φωτιά, φωτιά!!!"
Μπράβο.
Γιατί όπως εξηγήσαμε, έτσι έχεις κάπως περισσότερες πιθανότητες να σπεύσει κάποιος να σε βοηθήσει. Αν φωνάξεις "βιασμός!!!", "βοήθεια!!!" ή τέλος πάντων κάτι λογικό για την περίσταση, όχι να σε στεναχωρήσω αλλά ουδείς θα προθυμοποιηθεί να σε σώσει, παρ' εκτός κι αν εκεί κοντά βρίσκεται ο Superman.
Ο άλλος λόγος που πρέπει να φωνάξεις "φωτιά!" σε περίπτωση βιασμού είναι γιατί έτσι θα "βραχυκυκλώσεις" το βιαστή. Ακούγοντάς σε θα αιφνιδιαστεί, θα σκεφτεί πως είσαι εντελώς για τα σίδερα και ίσως σε αφήσει τελικά στην ησυχία σου.
Ωραία, τέλος μ' αυτό. Επόμενο θέμα.
Κολυμπάς και ξάφνου συναντάς ένα ψαράκι. Μεγάλου μεγέθους ψαράκι.
Σου λέει χαμογελαστό αυτό: "Γεια! Είμαι ο Χάρχας και είμαι χορτοφάγος".
Το πιστεύεις;
Ξέρω 'γω... θες εσύ να το πιστέψεις;
Πίστεψέ το αν βρίσκεις το χαμόγελο εκτυφλωτικό, τι να σου πω;
Αλλά μετά μη γκρινιάξεις που έχασες όσα θα σου λείπουν...
Κουδούνι. Άντε, διάλειμμα.
Και ήσυχα στις σκάλες!

30.3.11

σύντομο αυτοβιογραφικό


τι είναι αυτό το πράμα με μένα;
εκεί που είμαι, στα καλά καθούμενα
με μια ασήμαντη αφορμή
μία άστοχη φράση, για παράδειγμα
ένα λάθος ίσως στον τόνο της φωνής
ένα αθώο, ας πούμε, τόσο δα ψεμματάκι
και αναδύεται ξάφνου ο άλλος μου εαυτός

χάνω τότε την έπαρση του λιονταριού
μαζί, χάνω και την κατάφορη ορμή του αγριοκάτσικου
και γίνομαι... ποντικός

κι ως ποντικός χώνομαι στην κρυψώνα μου
και για να με ξετρυπώσεις ύστερα
πρέπει να είσαι στ' αλήθεια αποφασισμένος
αλλά ακόμα κι έτσι θα δυσκολευτείς πολύ



σημείωση: το video είναι δημιούργημα του φίλου μου του zileloum
δε θυμάμαι να έχω δει πρόσφατα κάτι πιο σουρεάλ
χειροκροτώ!!!

μου φαίνεται στο εξής θα παίρνω λεωφορείο


Σήμερα μπήκα σε λεωφορείο μετά από πάρα πολύ καιρό.
Με μουρμούρα βέβαια.
Γιατί, ταξί και μέσα μαζικής μεταφοράς είναι για μένα ό,τι είναι το κόκκινο πανί για τον ταύρο.
Εγώ δε θέλω να μετακινούμαι έτσι. 
Όπως είπε παλιότερα κι ένας καλός φίλος, «εσύ δεν μπορείς αν δεν έχεις στα χέρια σου βολάν». 
Σχετικό βέβαια αυτό γιατί αν πρόκειται για εναέρια, πλωτή ή σε ράγες μεταφορά, ε, εκεί κάνω κι εγώ τις υποχωρήσεις μου...

Αλλά, όπως κάθε πράγμα έτσι κι η αυτόνομη μετακίνηση μέσα στην πόλη έχει και καλά και κακά. Το καλό είναι πως με το δικό σου όχημα πας όπου θες γρηγορότερα, σταματάς όπου σ’ αρέσει και δε συναναστρέφεσαι κατά τον οιονδήποτε τρόπο αγνώστους. Το κακό είναι ακριβώς αυτό, πως δε συναντάς αγνώστους. Που σημαίνει πως αποκλείεις τον εαυτό σου από τη λεγόμενη «σοφία του δρόμου» (έννοια με διάφορες σημασίες, αλλά εγώ εδώ εννοώ μόνο μία από αυτές).

Είναι παρόμοια διαφορά με το να περπατάς απ’ το να γυρνάς την πόλη με το αυτοκίνητο ή τη μηχανή. Περπατώντας προλαβαίνεις τελείως άλλα πράγματα.
Τα αξιοσημείωτα κοντά μπατζάκια του κυρίου που προπορεύεται, το εξωφρενικό μακιγιάζ δεδομένης της μεσημβρινής ώρας κάποιας κοπέλας, ένα ασυνήθιστα φιλικό αδέσποτο σκύλο που ξαφνικά χώνει τη μουσούδα του στο χέρι σου, την ανεκδιήγητη λακκούβα στο πεζοδρόμιο μέσα στην οποία μόλις βρέθηκε το δεξί σου πόδι, την ηλικιωμένη κυρία που κάτι σου λέει αλλά εσύ με το walkman δεν ακούς, τα ευωδιαστά ανοιξιάτικα ανθάκια στα δέντρα του δρόμου, την αδερφή σου(!) που πέφτει πάνω σου τυχαία, γωνία Ακαδημίας και Μπενάκη, διάφορα... 

Στοιβαγμένη λοιπόν σήμερα σ’ ένα λεωφορείο για λόγους που χάριν συντομίας θα προσπεράσω (το θέμα εν ολίγοις σχετίζεται με την αξία της φιλίας) είχα εναποθέσει όλες μου τις ελπίδες για λίγη απομόνωση στο mp-3 μου που ναι, έχει κάνει απόσβεση εκατοντάδες φορές απ’ τη στιγμή της αγοράς του. Έλα όμως που είχα ξεχάσει να το φορτίσω χθες βράδυ στη usb του υπολογιστή. Τι να σου κάνει κι αυτό που παίζει αδιάκοπα; Σταμάτησε. Άρχισα τότε να βλαστημάω σιωπηλά την τύχη μου κι ύστερα άρχισα να ασχολούμαι με τους γύρω. Τι άλλο να κάνεις μέσα σ’ ένα λεωφορείο που δεν μπορεί η ματιά σου να φτάσει ούτε καν έξω στο δρόμο; Για λόγους διακριτικότητας παρατηρούσα τους πιο μακρινούς επιβάτες, μέχρι που η κοπελιά μπροστά μου, μια νεαρή ελάχιστα πιο ευτραφής από μένα, απάντησε σε μία κλήση. Αφού είπε κάμποσα αδιάφορα, μιλώντας προφανώς με κάποια στενή της φίλη, είπε κι αυτό, με εξίσου βροντερή φωνή:

- τέρμα, θα χάσω βάρος! ... όχι ρε για την παραλία, ποιος χέστηκε; ... όχι, απλώς, τα περιττά κιλά με δυσκολεύουν πια στις φαντασιώσεις μου.

Εμένα να δεις!!! Ευλογημένε ΟΑΣΑ!

ωραίοι οι αρχαίοι!

Έρως και Ψυχή, Antonio Canova - 1787, Λούβρο

Λοιπόν, βρήκα ένα που μπορεί να σας αρέσει.
Για τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό σίγουρα γνωρίζετε πολλά. Σωστά;
Αλλά το πως φιλιόντουσαν οι πρόγονοί μας όταν ερωτοτροπούσαν, το ξέρετε;
Δεν το ξέρετε. Μάλλον δε σας έχει απασχολήσει ποτέ. Πολύ ωραία. Θα σας απασχολήσει αμέσως τώρα. Και για να προλάβω κάνα-δυο ζωηρούς αναγνώστες, το φιλί είναι τέχνη που βέβαια εξαρτάται άμεσα από την κουλτούρα των συμμετεχόντων, κατ’ ουσίαν δηλαδή είναι πολιτιστικό προϊόν. Και εκτός από πηγή ηδονής, το ερωτικό φιλί είναι επίσης ένα είδος μύησης, μία τελετή ενσωμάτωσης, ένας τρόπος μετάληψης και κοινωνίας, άρα τα πονηρά μειδιάματα, κύριοι, νομίζω περιττεύουν.

Έχουμε και λέμε, λοιπόν.
Οι αρχαίοι συμπαθούσαν πολύ ένα τρόπο φιλήματος που λεγόταν «περιπεταστόν». Τι ήταν αυτό; Θα σας γελάσω. Δεν ξέρω. Ξέρω όμως τι ήταν το «μανδαλωτόν». Σύμφωνα με τον βυζαντινολόγο και ακαδημαϊκό Φαίδωνα Κουκουλέ (1881-1956),  αυτό το φιλί ήταν «ποικίλον, ηδύ, θηλυδριώδες και κατεγλωττισμένον».
Το λεγόμενο «καταγλώττισμα» ήταν λέει είδος αισχρού φιλήματος, κατά το οποίο ο άνδρας, στη διάρκεια της συνουσίας, «την γλώτταν αυτού τω της γυναικός εμβάλλη στόματι». Ο «λαφυγμός» ήταν μια παραλλαγή του προηγούμενου. Τα ρήματα «λάπτω» και «λαφύσσω» σημαίνουν ρουφώ, άρα αντιλαμβάνεστε περί τίνος επρόκειτο. Ευτυχώς, στις μέρες μας, ένα περιπαθές φιλί δε θεωρείται πια αισχρό, όπως στην εποχή του κυρίου Κουκουλέ.

Συνεχίζω. Το «γιγγλυμωτόν» ήταν λιγότερο φιλί και περισσότερο πιπίλισμα. Το «δράπετον» (ή αλλιώς «δρεπτόν») αναφέρεται από τον κωμικό ποιητή Τηλεκλείδη, αλλά δεν έχω ιδέα τι ακριβώς ήταν. Ούτε ο «σκιμβασμός», ούτε το «σύστομον». «Χύτρα» όμως λεγόταν το φίλημα κατά το οποίο ο εραστής έπιανε τ’ αυτιά της ερωμένης ή του ερωμένου, όπως πιάνουμε τα χερούλια της κατσαρόλας. Ναι, ή του ερωμένου έγραψα. Σωστά διαβάσατε. Στον αρχαιοελληνικό πολιτισμό ο έρωτας αφορούσε περισσότερο αυτό που αισθανόταν ο άνδρας για έναν έφηβο και πολύ λιγότερο για μία γυναίκα. Sorry αν σας απογοητεύω φίλτατοι, αλλά αυτή είναι η πάσα αλήθεια.

Επίσης, όταν οι αρχαίοι έλεγαν «ποπύσματα», εννοούσαν τα κενά φιλήματα, τα φιλάκια στον αέρα δηλαδή, που απευθύνονταν προς το αγαπημένο πρόσωπο. Είχαν ακόμα και ταχυδρομικά φιλιά οι προκάτοιχοί μας. Βέβαια. Τα έστελναν με το δάχτυλο. Αγνοώ το πως, αλλά υποθέτω πως με κάποια χρωστική άφηναν στο χαρτί το αποτύπωμά τους (μωρέ τι γράφει ο Λεντάκης; είχαν οι αρχαίοι χαρτί; που το άφηναν το αποτύπωμα; μη χειρότερα!). Εμείς πάλι, που όλα τα κάνουμε πρόχειρα, γράφουμε “x” και τελειώνει η υπόθεση.

Επινοητικότατοι οι πρόγονοί μας! Αυτά λοιπόν τα είδη ερωτικού φιλήματος βρήκα εγώ. Πιθανώς να υπήρχαν κι άλλα. Πολύ θα ήθελα να μάθω από εσάς περισσότερες λεπτομέρειες, αν τυχόν γνωρίζετε κάτι σχετικό.

Μ’ άρεσε, τέλος, μια φράση που είδα κάπου γραμμένη κι έτσι τη μεταφέρω εδώ να τη διαβάσετε κι εσείς: «η αφροδίσια πράξη έχει και τέλος και κορεσμό, εάν δε της αφαιρέσεις τα φιλήματα είναι μηδέν, ένα τίποτα».   

Δεν πιστεύω να σοκαρίστηκε κανείς μ’ αυτά που διάβασε... Μπα. Ωραία. Tώρα, όσο για το άγαλμα της φωτογραφίας φυσικά δεν είναι αρχαιοελληνικό. Ούτε άλλωστε ο μύθος του Έρωτα και της Ψυχής. Οι Ρωμαίοι νομίζω ήταν πιο ρομαντικοί από 'μας σε τέτοια ζητήματα. Πιο "λεπτοί", πιο φίνοι. Αν δεν έχετε διαβάσει την ιστορία αυτή, ψάξτε τη στο διαδίκτυο. Αξίζει τον κόπο! 

29.3.11

Ο δρομέας της καρδιάς μας



Αν και η μόνη απόσταση που «έτρεξε» ποτέ ήταν αυτή μεταξύ Ομόνοιας και Hilton, τον δρομέα μας οι περισσότεροι Αθηναίοι τον αγαπάμε πολύ. Είμαστε περήφανοι γι’ αυτόν. Είναι ο διάφανος φίλος μας.

Τώρα βέβαια το «διάφανος» είναι σχετικό. Τον Νοέμβριο του ’08, ξέρω πως ο δήμος Αθηναίων έπλυνε τον δρομέα και αφού τον καθάρισε τον φώτισε σύμφωνα με τις οδηγίες του δημιουργού του, του Κώστα Βαρώτσου. Έκτοτε, αν δεν κάνω λάθος, έχει αφεθεί στο έλεος του καυσαερίου. Όχι πως μ’ ενοχλεί ιδιαίτερα αυτό. Οπωσδήποτε θα ήθελα τον δρομέα μας διαυγή και λαμπερό, ν’ αντανακλά μέσα του το μεγαλείο του αττικού ήλιου, αλλά ακόμα και θαμπό το γλυπτό αυτό παραμένει ένα εμβληματικό έργο.

Ο δρομέας είναι ένα σύμβολο και μαζί ένα σύνορο μεταξύ κέντρου και βορείων προαστίων. Αν  ανεβαίνεις, για παράδειγμα, προς τα πάνω από παραλία, με το που βλέπεις τον δρομέα να "κινείται" αντίθετα προς εσένα, ξέρεις πως δεν είσαι πια μακριά από τους «βόρειους».

Σε δημοσίευσή του στις 30 Ιουνίου του 2002, ο δημοσιογράφος Νίκος Ξυδάκης χαρακτήρισε τον δρομέα του Βαρώτσου ανισόρροπο, επισφαλή, με μια ακατάσχετη ορμή προς τα μπρος. Σύμφωνα με τον αρθρογράφο της «Καθημερινής»,  ο φουριόζος δρομέας αποτελεί σύμβολο της ψυχοσύνθεσης του νεοέλληνα που το 1988 -τη στιγμή δηλαδή που το γλυπτό εγκαταστάθηκε στην πλατεία Ομονοίας- προσπαθούσε ακόμα να απαλλαγεί από τα κληροδοτήματα της μαύρης επταετίας και της πρώτης μεταπολιτευτικής περιόδου.

Εγώ λέω τα δικά μου. Λέω, ας πούμε, πως καθώς «τρέχει», παραμένοντας πακτωμένος στο παρτέρι που σχηματίζει η απόληξη της Βασιλίσσης Σοφίας, «προσποιούμενος», όπως λέει κι ο Ξυδάκης, ο δρομέας της Αθήνας, μας υπενθυμίζει πως όλα πάνε μπροστά, πως ό,τι δεν κινείται πεθαίνει και πως ό,τι μένει πίσω «παγώνει» στον χρόνο. Αυτό το κατασκεύασμα θυμίζει γυάλινη jenga έτοιμη να σωριαστεί, μοιάζει με δημιούργημα μάγου μάλλον κι όχι γλύπτη και κάνει τον θεατή να "ανησυχεί" μήπως την άλλη στιγμή σκορπιστεί σε χίλια γυαλιά μπροστά στα μάτια του.     

Ο δρομέας, στα δικά μου μάτια, συμβολίζει την έμφυτη τάση του ανθρώπου να εξελιχθεί, να προχωρήσει, τον πόθο του να νικήσει το χρόνο και το χώρο. Βλέποντάς τον μου ’ρχεται κάθε φορά η ίδια σκέψη στο μυαλό, πως ο άνθρωπος είναι απλώς περαστικός, μαζί κι αθάνατος...
Λέω εγώ.


27.3.11

ψιτ! έρχεται Πάσχα, το πήρες χαμπάρι;

joker

παιχνίδια με το χρόνο























Ας πούμε πως διαβάζεις αυτή τη δημοσίευση λίγες ώρες μετά την ανάρτησή της.
Πιθανώς τότε να νομίζεις πως είναι, π.χ. εννιά το πρωί, ενώ στην πραγματικότητα... είναι δέκα!
Όχι, δεν ξεχάστηκες μία ολόκληρη ώρα σε κάποια τρύπα του χρόνου ενώ κοιμόσουν.
Άλλαξε η ώρα, βρε κουτό. Η θερινή ώρα ξεκίνησε πριν λίγα λεπτά και θα μας συντροφεύει μέχρι τις 30 Οκτωβρίου, οπότε τα ρολόγια θα γυρίσουν πάλι μία ώρα πριν.  

Αυτό το μπρος-πίσω, είναι ένα παιχνίδι που επαναλαμβάνεται δυο φορές το χρόνο.
Η ιδέα που στόχευε στην εξοικονόμηση ενέργειας πρωτοκαθιερώθηκε στη διάρκεια του α’ παγκοσμίου πολέμου, αν και ανήκει στον ιδιοφυή Βενιαμίν Φραγκλίνο, ο οποίος τη σκέφτηκε το 1784.
Σήμερα, εβδομήντα χώρες συμμετέχουν κάθε χρόνο στη διαδικασία αυτή, αν και πολλοί ερευνητές υποστηρίζουν πως από ενεργειακής απόψεως αυτή η λύση δεν αποδίδει εν τέλει απολύτως τίποτα.
Εμείς πάντως υιοθετήσαμε αυτό το διττό σύστημα μέτρησης του χρόνου το 1973. Κι αν αναρωτιέσαι ποιος ευθύνεται για την αλλαγή που συνέβη ενόσω ονειρευόσουν, θα σου πω. Ευθύνεται το υπουργείο μεταφορών και επικοινωνιών. Oui.    

Προσωπικά μ’ αρέσει αυτή η αλλαγή. Να μετράμε αλλιώς το καλοκαίρι κι αλλιώς το χειμώνα. Χαλάει λίγο τη γραμμικότητα του χρόνου που είναι ανυπόφορη, ιδίως για όσους μένουμε στις πόλεις.  
Μ’ αρέσει επίσης γιατί, για 'μάς τους ανθρώπους, δύο απ’ τα τέσσερα ποδάρια αυτού του άχαρου πάγκου που λέγεται πραγματικότητα είναι ο χώρος κι ο χρόνος. Και κάθε κλυδωνισμός σ’ αυτά ταρακουνάει τον εφησυχασμό μας...    


26.3.11

μουσικές του κόσμου




Γερμανοί στην καταγωγή, οι «in extremo», που στα λατινικά σημαίνει «στ’ άκρα», είναι μια μάλλον ασυνήθιστη ροκ μπάντα.
Το πρώτο τους album κυκλοφόρησε πριν δεκαπέντε χρόνια.
Σήμερα, είναι πια πολύ αγαπητοί στο κοινό της hard-rock.
Παίζουν κάτι ανάμεσα σε metal και μεσαιωνική μουσική, χρησιμοποιώντας παραδοσιακά όργανα, όπως γκάιντα, άρπα, σιτάρ, ένα είδος βιολιού που λέγεται «hurdy gurdy», «shawm», που είναι κάτι σα ζουρνάς και διάφορα άλλα, λιγότερο ή περισσότερο παράξενα.
Οι «in extremo» τραγουδούν σε διάφορες γλώσσες, για παράδειγμα κέλτικα, ισπανικά, λατινικά, αγγλικά, νορβηγικά, σουηδικά, γαλλικά, εσθονικά, ισλανδικά κτλ. και οι στίχοι τους συχνά είναι παρμένοι από αυθεντικά τραγούδια του μεσαίωνα και της αναγέννησης.
Όσο για τη σκηνική τους παρουσία... θα πρότεινα να δείτε το ακόλουθο video σε full screen mode!

ραντεβού απόψε στις 20:30

όχι επειδή αυτό είναι το πιο σημαντικό που μπορούμε να κάνουμε,
αλλά επειδή οτιδήποτε κι αν κάνουμε μετράει...

η άνοιξη που λέγαμε...

Cure, όπως θεραπεία.
Bigger and sleeker and wider and brighter, όπως μεγαλύτεροι και πιο ευφραδείς και ευρύτεροι και φωτεινότεροι...

21.3.11

Τρισεύγενη

"Τρισεύγενη", Στεφανία Γουλιώτη, Νίκος Κουρής

Καθόμουν χτες τ’ απόγευμα πλάι στην κόρη μου, που καθόταν πλάι σε μια καλή φίλη μου, που καθόταν πλάι σε μια παιδική της φίλη, που καθόταν πλάι σ’ έναν άγνωστο κύριο. Στον εξώστη του Εθνικού Θεάτρου αυτή η συστοιχία.

Στη σκηνή ερμήνευαν δύο νέα παιδιά, σκηνοθετημένα από την άξια Λυδία Κονιόρδου. Ο γοητευτικός Νίκος Κουρής, που κατά την άποψή μου δεν είναι ο πιο ταλαντούχος ηθοποιός μας, αν και στη συγκεκριμένη παράσταση δεν τα πήγε διόλου άσχημα, και η βραβευμένη προ τετραετίας, για την τότε απόδοση της «Ηλέκτρας» στην Επίδαυρο σε σκηνοθεσία Peter Stein, Στεφανία Γουλιώτη.

Απροσκύνητη παιδιόθεν, δε διάλεξα τυχαία να δω μαζί με τη διάδοχό μου το μοναδικό θεατρικό που ολοκλήρωσε ποτέ ο Κωστής Παλαμάς, ένα έργο που γράφτηκε λίγο μετά τη συντριβή των Ελλήνων απ’ τους Τούρκους στον πόλεμο του 1897, ήττα που υπήρξε και το πρώτο μεγάλο πλήγμα του μεγαλοϊδεατισμού και που είχε ως συνέπεια την άνοδο της αστικής τάξης στην Ελλάδα.

Η «Τρισεύγενη» είναι ένα κείμενο που κοντράρει τον καθωσπρεπισμό της εποχής του, αλλά και την ίδια τη λογιοσύνη του Παλαμά. Σ’ αυτό ο συγγραφέας έχει προφανώς υπερβεί τον εαυτό του. Η Τρισεύγενη είναι μια νεαρή γυναίκα με ελεύθερο πνεύμα, έντονα συναισθήματα, άπλετη αγάπη για τους ανθρώπους, τη φύση και τις χαρές της ζωής, δεν πιστεύει στους τύπους παρά μόνο στην ουσία των πραγμάτων και δεν εννοεί να συμβιβαστεί με κανέναν και τίποτα. Για τις μέρες μας αυτά ίσως δεν ηχούν πρωτότυπα, για το τέλος του 19ου αιώνα όμως αυτός ο γυναικείος χαρακτήρας ήταν σίγουρα ριζοσπαστικός.

Η μικρή, άκακη επαναστάτρια, συναντά κρυφά τις νύχτες τον αγαπημένο της, τον Πέτρο Φλώρη. Ο νέος, που η Τρισεύγενη κάποια ώρα παραδέχεται ενώπιον όλης της γειτονιάς πως «πεθαίνει για την αγάπη του», είναι δυστυχώς ορκισμένος εχθρός του Δεντρογαλή, του πατέρα της, ο οποίος ντροπιασμένος από την άπρεπη συμπεριφορά της θυγατέρας του τη διώχνει κακήν-κακώς από το σπίτι και την καταριέται.

Εκείνη, πηγαίνει στον καλό της που ετοιμάζεται να μπαρκάρει με το καράβι του, αλλά της ανακοινώνει πως παρά το μίσος του για τον πατέρα της θα την παντρευτεί την επομένη κιόλας. Κι ενώ το ερωτευμένο ζευγάρι χαιρόταν την απόφασή του με όλη την υπερβολή που απαιτεί η ρομαντική γραφή του Παλαμά, σκέφτηκα εγώ «πωωωω, ποιος την ακούει τη μικρή! Καλά, θα την πάω για sushi μετά και θα το ξεχάσει». Σκύβω λοιπόν στ’ αυτί της και ψιθυρίζω: «κουράγιο!». Δεν πρόλαβα να πω τίποτ’ άλλο. «Σσσσσς!» ήταν η απάντηση, συνοδεία μιας έντονης ματιάς. Σώπασα κι εγώ κι άρχισα ν’ αναρωτιέμαι ποιος της άρεσε εν τέλει, ο Παλαμάς ή ο Κουρής.

Το έργο βέβαια είναι δραματικό, η Τρισεύγενη μόνο προς στιγμήν υπάκουσε στις βουλές του ναυτικού της κι ύστερα υπερίσχυσε η ελεύθερη φύση της κι όχι οι στενόμυαλες προσταγές του έγγαμου βίου. Η καταλαλιά του περιγύρου και η προσκόλληση του συζύγου της στην ηθικολογία της εποχής οδήγησαν αυτή την αξιολάτρευτη ύπαρξη, που ήταν πιότερο νεράιδα παρά γυναίκα, στο θάνατο.

Βγαίνοντας από το προσεκτικά ανακαινισμένο θέατρο ήρθε εκείνη η υπέροχη στιγμή που καθένας από την παρέα κοιτάζει τον άλλο στα μάτια, περιμένοντας τη γνώμη του για το θέαμα. «Καλά, το έργο αξίζει σίγουρα να το δει κανείς», είπα πρώτη. «Είναι βέβαια ανεπίκαιρο... αν και περιέχει ένα δίδαγμα: να τι παθαίνει κανείς άμα δεν ακούει τους γονείς του!», συνέχισα και κοίταξα προς τη σωστή κατεύθυνση. Γιατί όσο επαναστάτης κι αν είσαι, όταν έρθει η ώρα να κάνει την επανάστασή του ο επόμενος, θες ή όχι, φοράς το πανωφόρι του συντηρητισμού.

Ο Παλαμάς, γράφοντας την «Τρισεύγενη» πενθούσε βέβαια τη «μεγάλη ιδέα». Σήμερα, η Τρισεύγενη θα είχε καλύτερο τέλος. Ελπίζω. Αν και η τύχη κάθε ασυμβίβαστης ψυχής ελάχιστα παραλλάσσεται: η μοναξιά και η οδύνη είναι αναπόφευκτες.

20.3.11

blame it on the moon



Η άνοιξη από μόνη της αρκεί.
Τώρα άμα της προσθέσεις και τη μεγαλύτερη πανσέληνο των τελευταίων είκοσι ετών... πάρε και κατάλαβε.
Δεν παραξενεύομαι κι εγώ που είμαι άυπνη δυο βράδια συνεχόμενα, ούτε που συμβαίνουν αλλόκοτα πράματα. Ούτε που βρέθηκα χθες στις δυόμισι τη νύχτα στην ταράτσα με την πιτζάμα. Ούτε που δεν είδα τίποτα. Εεε... γι’ αυτό το τελευταίο δεν παραξενεύτηκα γιατί είχε σύννεφα κατάλαβες, τι να ’βλεπα;
Το φεγγάρι φταίει! Το φεγγάρι παιδί μου. Τι άλλο να φταίει; Εγώ λέω φταίει σίγουρα το φεγγάρι γιατί εδώ γκρινιάζουν πως πεινάνε και άρα πάω να κανονίσω. Αλλιώς, ψάξε-ψάξε τι φταίει δε θα τελειώναμε ούτε στην άλλη πανσέληνο.
Ακολούθησε τη συμβουλή μου και δε θα χάσεις: για ό,τι κουφό συμβεί τα επόμενα εικοσιτετράωρα, εσύ θα κατηγορείς το φεγγάρι. Α γεια σου! Και καλή όρεξη. Το κυριακάτικο τραπέζι είναι μια σημαντική τελετουργία. Θα στα πω άλλη φορά...


δε ζήτησα bonsai κύριε!

πριν την επέλαση του δήμου, αυτή ήταν μια πανέμορφη ελιά...

Με ποιον τα ’χω Κυριακάτικα ε;
Με το δήμαρχο της περιοχής μου τα ’χω!
Ή με τον υπεύθυνο για το «περιβάλλον & το πράσινο».
Βέβαια, τι νομίσατε; έχουμε κι απ’ αυτόν.
Έχουμε δε ολόκληρη Επιτροπή Ποιότητας Ζωής εμείς εδώ.
Ναι, πως; Α επίσης έχουμε και δέντρα στα πεζοδρόμια.
Τα πεζοδρόμια φτιάχτηκαν προ πενταετίας, ίσως λίγο παραπάνω. Κι όταν λέω φτιάχτηκαν... εννοώ διαλύθηκαν. Αν κατορθώσει o άμαθος επισκέπτης να περπατήσει λίγη ώρα στα πεζοδρόμια της γειτονιάς μου χωρίς ατύχημα, τον βραβεύω κατόπιν για την παρατηρητικότητά του.

Στα δέντρα τώρα. Τα δέντρα μας κάθε τέτοια εποχή περνούν κάτι συνεργεία καταστροφής και τα «περιποιούνται». Οι κατ’ ευφημισμόν κηπουροί του δήμου, είναι ένα μάτσο άξεστοι βάνδαλοι που διατείνονται πως εφόσον τα δέντρα του δρόμου δεν κλαδεύονται για να καρποφορήσουν, πρέπει κατ’ επέκταση να απαλλάσσονται από τα περιττά κλαδιά τους βάσει της αρχής «ό,τι βρει το πριόνι».
Ε καταλαβαίνετε, λίγο η αϋπνία, λίγο η ηλικία που μόνο αυξάνει, λίγο κάτι άλλο που καλύτερα να μην το αναφέρω εδώ... όλο και κάποιος μου φταίει εμένα τελευταίως. Αλλά με τους γελοίους κυρίους του δήμου της γειτονιάς που μου ’λαχε να γεννηθώ, έχω ένα ειδικό θέμα, χρόνια τώρα.

Προσφάτως, μέσω τηλεφώνου, είχα ένα διάλογο με τον προϊστάμενο της υπηρεσίας πρασίνου του δήμου μας, που θύμιζε πολύ θεατρικό του Ιονέσκο. Τον κάλεσα τον εν λόγω αρμόδιο για να διαμαρτυρηθώ για τις αγριότητες στις οποίες επιδιδόταν το κατά τα άλλα εύθυμο συνεργείο κοπής δέντρων, που ο ίδιος είχε στείλει έξω απ’ το σπίτι μου. Αφού του μίλησα για τη θλιβερή αυτή ιστορία που επαναλαμβάνεται για πολλοστή χρονιά (σωστά, δεν είναι η πρώτη φορά που διαμαρτύρομαι για το θέμα αυτό, ούτε βεβαίως η τελευταία!) μου απάντησε:
- που να βρω κυρία μου τους ειδικευμένους κλαδευτές που ζητάτε εσείς;
- που τους βρίσκει ο δήμος Ψυχικού; είπα εγώ, να ρωτήσουμε!
- ε τώρα... ήταν η απάντηση
- εσάς δε σας πειράζει που περπατάτε στους συνοικιακούς δρόμους του δήμου μας και βλέπετε το αποτέλεσμα των εργασιών που ο ίδιος συντονίζετε; στους κεντρικούς δρόμους, περιέργως, δεν παρατηρείται το ίδιο φαινόμενο!
- τέλος πάντων, τι θέλετε;
- θέλω να σταματήσω επικαλούμενη το όνομά σας το συνεργείο που βρίσκεται αυτή τη στιγμή έξω απ’ την πόρτα μου και να κλαδέψει ο δικός μου κηπουρός τη μία ελιά, γιατί την άλλη δυστυχώς δεν την πρόλαβα
- εντάξει, αλλά να την κλαδέψετε εντός ολίγων ημερών, για να μην έχουμε παράπονα από τη γειτονιά

Ο κηπουρός μου είναι έξω τώρα που γράφω.

Δεν απαιτώ να έρθουν Ιάπωνες ειδικευμένοι στα bonsai κύριε δήμαρχε, προς Θεού.
Αλλά αφού πληρώνονται άνθρωποι για να κλαδεύουν τα δέντρα του δρόμου, τουλάχιστον ας είναι άνθρωποι με λίγο μεράκι.
Δε χρειάζεται ιδιαίτερες γνώσεις για να μην κοπεί ένα δέντρο άθλια, αγάπη θέλει. Μπορεί κι ο ανειδίκευτος να το κλαδέψει, ίσως όχι σωστά, αλλά πάντως να μην αφήσει πίσω του ρημάδια!
Άλλωστε, το να μαζέψεις ένα πρωί τους άντρες του συνεργείου κοπής και να βάλεις έναν έμπειρο κλαδευτή να τους εξηγήσει τα βασικά, δεν έχει κόστος. Ε τώρα...

16.3.11

greeklish



Η συνταγή της φωτογραφίας είναι η συνταγή της μαμάς μου για «πάστα-φλώρα». Ξέρετε, αυτή η γευστικότατη τάρτα με τη μαρμελάδα.  
Η μαμά μου την έγραψε, όπως φαίνεται από την ημερομηνία, πριν από είκοσι δύο χρόνια. Έκτοτε, έκανε διάφορες προσθαφαιρέσεις, που επίσης φαίνονται και την τελειοποίησε. Τη συνιστώ ανεπιφύλακτα, είναι η συνταγή της επιτυχίας!
Θα βγάλετε ελαφρώς τα μάτια σας για να τη διαβάσετε, γιατί είναι γραμμένη σε greeklish, αλλά το αποτέλεσμα σας εγγυώμαι πως θα σας αποζημιώσει. Πατήστε πάνω στην εικόνα για να μεγαλώσει και αντιγράψτε τη με την ησυχία σας.

Τώρα, πιθανώς αναρωτιέστε γιατί στην ευχή η μαμά μου δεν έγραφε τις συνταγές της κανονικά, όπως όλες οι άλλες μαμάδες. Είναι πολύ απλό. Η δικιά μου φοίτησε σε αγγλόφωνο σχολείο, ήρθε στην Ελλάδα μετά το τέλος των σπουδών της και τα ορθογραφικά λάθη που έκανε γράφοντας ελληνικά την εκνεύριζαν τα μάλα! Έτσι, καθιέρωσε τα φραγκοχιώτικα και άφησε εμάς, τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας, να ταλαιπωρούμαστε προσπαθώντας να διαβάσουμε τα γραπτά της...

Σήμερα, τα greeklish είναι μόδα.
Ο λόγος που πολύς κόσμος γράφοντας στο διαδίκτυο χρησιμοποιεί λατινοελληνικά αντί για αγγλικά δεν απέχει πολύ από την αδυναμία της μαμάς μου. Ουσιαστικά, δεν απέχει καθόλου. Τα greeklish είναι η τέλεια λύση για κάθε ανορθόγραφο! Υποτίθεται πως τα greeklish χρησιμοποιούνται για λόγους ασφαλείας, για να «διαβάζονται» δηλαδή απ’ όλους τους υπολογιστές, ακόμα κι απ’ αυτούς που δεν αναγνωρίζουν τις ελληνικές γραμματοσειρές. Αυτό βέβαια στις μέρες μας δεν είναι παρά ένας μύθος. Αλλά ακόμα κι αν δεχτούμε πως η χρήση των greeklish διευκολύνει τη διαδικτυακή επικοινωνία μεταξύ κατοίκων της Ελλάδας και Ελλήνων ή ελληνόφωνων του εξωτερικού (δηλαδή λύνει τυχόν προβλήματα ασυμβατότητας προδιαγραφών αναμεταξύ μηχανημάτων εγκατεστημένων σε διαφορετικές χώρες), ποια η χρησιμότητά τους όταν πρόκειται για διαδικτυακή αλληλογραφία εντός της επικράτειας;  

Για να το κάνω λιανά, είναι ένας Έλληνας που μένει στην Κυψέλη και ανταλλάσσει στιγμιαία μηνύματα στο facebook μ’ έναν άλλο Έλληνα που μένει στον Πειραιά και γράφουν και οι δυο με λατινικούς χαρακτήρες... σαν ανέκδοτο δεν ακούγεται;  

Για να δούμε τώρα, πότε ξεκίνησε τούτη η υπόθεση που λέγεται «greeklish».
Ο Κώστας Καρθαίος (αυτό είναι το λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Αθηναίου διανοούμενου Κλέανδρου Λάκωνα, που γεννήθηκε το 1878 και πέθανε το 1955) σ’ ένα κείμενό του γραμμένο το 1934, αναφέρει πως τα φραγκολεβαντίνικα έχουν μεγάλη ιστορία, μιας και αυτή η γραφή απαντάται όχι μόνο σε κείμενα Λεβαντίνων της Σμύρνης αλλά πολύ παλαιότερα, ήδη σε βυζαντινά χειρόγραφα. Διασώζεται δε θεολογικό ελληνικό κείμενο του 1595, τυπωμένο στην Ενετία και γραμμένο με λατινικούς χαρακτήρες. Ενδεχομένως να μην είναι καν το αρχαιότερο.      

Σήμερα τα greeklish έχουν φανατικούς φίλους και ορκισμένους εχθρούς. Διόλου πρωτότυπο. Στο συλλογικό έργο «φωνητική γραφή» (εκδόσεις Κάλβος, 1980) υπάρχουν κείμενα θερμών υποστηρικτών των greeklish. Ένα εξ’ αυτών ανήκει στον Κερκυραίο ποιητή Φώτο Γιοφύλλη (κατά κόσμον Σπύρο Μουσούρη, 1887-1981) και είναι μεταγραμμένο στη λατινική, πλην των χαρακτήρων «γ», «δ» και «θ». Το κείμενο αυτό, σημειωτέον,  πρωτοδημοσιεύτηκε το 1930 στο λογοτεχνικό περιοδικό «Πρωτοπορία».  

Telos, γia na min ta poliloγume, γiati tapame poles fores afta, prepi na parume to latiniko alfavito metariθmizontas-to fθogoloγika kata tis anages pu ehi i γlosa-mas. Etsi horis n' agiksome tin orθografia tis arheas elinikis, pu poles-tis lekses sozonde sti nea-mas, benume stin istoria ton politizmenon eθnon, ehume ta dieθnika γramata pu tahi olos o politismenos kosmos, ke pu ta piran tora teleftea ki i Turki”.

Μιας και μ’ απασχόλησε το θέμα, ρώτησα ένα πολύ κοντινό μου πρόσωπο που εργάζεται πολλά χρόνια ως δημιουργικός διευθυντής σε διαφημιστική εταιρία και που είναι φανατικά υπέρ των greeklish, να μου αιτιολογήσει τη θέση του.

Το πρώτο που μου απάντησε είναι πως τα greeklish είναι το ιδανικό επικοινωνιακό όχημα της εποχής μας. Γραμμένη μία ελληνική λέξη με λατινικούς χαρακτήρες, όταν πρόκειται για διαφημιστικό μήνυμα, αποκτάει έναν κοσμοπολίτικο αέρα κι έτσι καταλήγει αποτελεσματικότερη. Ισχύει δηλαδή ο ίδιος ακριβώς λόγος εξ αιτίας του οποίου η εγχώρια διαφήμιση χρησιμοποιεί κατά κόρον αγγλικές λέξεις και όχι τις αντίστοιχες ελληνικές. Το ξενόφερτο δημιουργεί την εντύπωση του εξωτικού, περιέχει δηλαδή κάτι το μαγικό. Τι είναι αυτό το μαγικό;

Κατ’ αρχάς είναι η ακαθόριστη αίσθηση πως το συγκεκριμένο όνομα (άρα το προϊόν ή η υπηρεσία που αντιπροσωπεύει) υπερτερεί σε ποιότητα, καθότι σχετίζεται με το εξωτερικό. Ας μην ξεχνάμε πως μέχρι πριν λίγες δεκαετίες στην ελληνική αγορά υπήρχαν μόνο τα στοιχειώδη, τα είδη πολυτελείας προέρχονταν αποκλειστικά «απ’ έξω». Και σήμερα όμως, ο Έλληνας καταναλωτής εκτιμάει κατά βάσει τα εισαγόμενα προϊόντα. Εύστοχα θα παρατηρήσετε εδώ: Γιατί, μήπως έχει η Ελλάδα αξιόλογη παραγωγή που περιφρονείται αδίκως; Εγώ θα επικαλεστώ ένα άλλο σχετικό παράδειγμα: Το Καποδιστριακό, το μεγαλύτερο και παλαιότερο πανεπιστήμιο της χώρας μας, αλλά και της Βαλκανικής χερσονήσου και ολόκληρης της Ανατολικής Μεσογείου, προσλαμβάνει -κατά συντριπτική πλειοψηφία- διδάσκοντες που έχουν φοιτήσει σε πανεπιστήμια της αλλοδαπής και όχι δικούς του αποφοίτους. Η αιτία αυτής της προτίμησης είναι απλή. Η γνώση ερχόταν και εξακολουθεί να έρχεται απ’ έξω. Ομοίως οι προδιαγραφές της ποιότητας. Καλύτερα όμως ν’ αποφύγουμε αυτές τις διανοητικές κακοτοπιές για την ώρα και να συνεχίσουμε με τους λόγους που η ελληνική διαφήμιση στηρίζεται σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα στις αγγλικές λέξεις, κατ’ επέκταση και στα greeklish.

Όταν λοιπόν το μάτι «σκοντάψει» πάνω σε μία ανορθόδοξα γραμμένη ελληνική λέξη, το μυαλό συλλαμβάνει βέβαια το νόημα που προκύπτει αυτομάτως από την ανάγνωσή της, αλλά ο λογικός συνειρμός παρενοχλείται, με αποτέλεσμα να καθυστερεί μερικά κλάσματα του δευτερολέπτου, χρόνος ικανός για να επιτρέψει στο συναίσθημα να πάρει το προβάδισμα. Και η επιτυχία μιας διαφήμισης οφείλεται κυρίως στην αφύπνιση του συναισθήματος που προκαλεί και όχι στην κινητοποίηση της λογικής. Γι αυτό και σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, όταν ο διαφημιστικός στόχος είναι η συναισθηματική εμπλοκή του δέκτη  με την παράδοση, το μήνυμα γράφεται βεβαίως με ελληνικά γράμματα.

Το δεύτερο για τη χρήση των greeklish που μου είπε ο αγαπημένος μου διαφημιστής, δηλαδή για τη γραφή ελληνικών λέξεων βάσει του λατινικού αλφάβητου όσον αφορά τη διαδικτυακή, διαπροσωπική επικοινωνία... ομολογώ, δεν το πολυκατάλαβα.

«Τα greeklish μπορούν να γίνουν η γέφυρα επικοινωνίας της ελληνικής γλώσσας με τους λαούς όλου του κόσμου», είπε με φωνή στεντόρεια. Όταν ζήτησα περαιτέρω ανάλυση, μου μίλησε για διάφορα πράγματα που μέσες-άκρες σχετίζονταν με το ενδιαφέρον που υποτίθεται πως προκαλεί η ελληνική γλώσσα στον ξένο όταν είναι λέει γραμμένη με χαρακτήρες οικείους στη δική του αντίληψη.
Πως γίνεται αυτό δεν ξέρω. Τα greeklish γράφονται και κατανοούνται αποκλειστικά από γνώστες της ελληνικής. Κάνω λάθος;
Να πω τι κατάλαβα απ’ αυτά που άκουσα;
Πως ο Έλληνας που χρησιμοποιεί τη λατινική γραφή αισθάνεται εγγύτερα στον υπόλοιπο κόσμο, δηλαδή όχι αποκομμένος στη μικρή ελληνική κοινωνία αλλά μέλος της παγκόσμιας κοινότητας, κι αυτή η νοητή υπέρβαση των συνόρων τον κάνει να νιώθει καλύτερα με τα μέσα του. Αυτό κατάλαβα, μάρτυς μου ο Θεός. Το άλλο, δηλαδή το πως ο Γιαπωνέζος που γνωρίζει αγγλικά αν διαβάσει «kalimera, sou grafw apo Ellada, eixame liakada simera, eseis meta to seismo pws ta pate?» θα αγαπήσει την ελληνική γλώσσα, δυσκολεύομαι πολύ να το κατανοήσω. Αφού δυσκολεύομαι, να μην το πω;  

Να πω επίσης πως τα greeklish στερούνται ενός βασικού στοιχείου όσον αφορά την ορθή κατανόηση της νεοελληνικής: της οξείας. Εκτός λοιπόν της αντικειμενικής δυσκολίας στην ανάγνωση, πολλές ελληνικές λέξεις γραμμένες στα λατινικά και άρα άνευ τόνων μπορούν να διαβαστούν με λάθος τρόπο. Κατά συνέπεια, το νόημα μιας πρότασης μπορεί εύκολα να παρερμηνευτεί. Πρόσφατο παράδειγμα, το σχόλιο ενός αναγνώστη αυτού του blog, στην προχθεσινή ανάρτησή μου με τίτλο «βλάκας είναι...». Πριν λίγες ώρες εκείνος έγραψε «xalia», εννοώντας «χαλιά». Διαβάζοντας εγώ γρήγορα και χωρίς τη βοήθεια του τόνου κατάλαβα «χάλια». Και δεδομένου του χιουμοριστικού λεκτικού περιβάλλοντος, εισέπραξα το νόημα όλου του μηνύματος με τελείως λάθος τρόπο. Βέβαια, εξ' αιτίας αυτού ακριβώς του λάθους καταπιάστηκα με το κείμενο που διαβάζετε τώρα.  

Δε σκοπεύω να αναπαράγω εδώ τη στερεότυπη άποψη πως το ελληνικό αλφάβητο είναι ένα πολιτισμικό κληροδότημα που οφείλουμε να διατηρήσουμε. Άλλωστε νυστάζω εδώ και ώρα. Θα πω μόνο πως και τα ελληνικαλικά, όπως ονομάζονται τα greeklish, έχουν τους ορθογραφικούς τους κανόνες. Τα greeklish φυσικά δε διδάσκονται, προς το παρόν δηλαδή. Υπάρχει όμως το διεθνές πρότυπο ISO 8432 που είναι η νόρμα μεταγραφής των ελληνικών στη λατινική. Οι χρήστες των greeklish που αγωνιούν αν γράφουν σωστά ή όχι (προσωπικά πολύ αμφιβάλλω, αν όχι για την ύπαρξη, τουλάχιστον για το πλήθος αυτών) μπορούν με κάτι λιγότερο από πενήντα ευρώ να «κατεβάσουν» τον οδηγό αυτό απ’ το διαδίκτυο. Οι υπόλοιποι θα συνεχίσουν ό,τι κάνουν ως τώρα, δηλαδή θα βασίζουν τη γραφή τους στην οπτική ομοιότητα των φθόγγων, ανάμεσα στα δύο αλφάβητα. Κι ο Θεός βοηθός!

Για να μην πείτε όμως πως δε σας φροντίζω κι επειδή η γνώση κάθε είδους, κατά την άποψή μου, είναι πολύτιμη μεν αλλά πρέπει να διακινείται ελεύθερα, να  ορίστε, στη διεύθυνση http://services.innoetics.com/greeklish/ μπορείτε να μετατρέψετε δωρεάν και αυτοστιγμεί τη λέξη ή το κείμενό σας, από ελληνικά σε greeklish και το αντίστροφο.
 
Δεν πιστεύω να υπάρχουν παράπονα; Α, είπα, μήπως.


15.3.11

je veux

"Paris is a feeling", φωτογραφία της Irene Suchocki

Μικρή ονειρευόμουνα πολύ συχνά πως ήμουν στο Παρίσι.
Δε θυμάμαι να είχα δει κάτι σχετικό στην τηλεόραση, ούτε να είχα διαβάσει κάτι, ή να μου είχαν διηγηθεί κάποια δελεαστική ιστορία για τη γαλλική πρωτεύουσα.
Απλώς ήθελα να βρεθώ εκεί, χωρίς να ξέρω τίποτα περισσότερο. Κι ήμουν δε θα ’μουν έντεκα ετών.

Μια μάντισσα πρόπερσι μου είπε πως στην προηγούμενη ζωή μου ήμουν Παριζιάνα κι άκουγα στ’ όνομα Manon. Μάλιστα. Αφήστε που ο αγαπημένος μου ηθοποιός είναι Γάλλος.

Αυτή τη στιγμή που σας γράφω έχει «πέσει» το σύστημα της Aegean, αλλά που θα πάει, θα το φτιάξουν και θα μάθω πόσο κοστίζει τέλος πάντων αυτή η πτήση.

Μέχρι τότε, θα απολαύσω άλλη μια φορά το τραγουδάκι που ακολουθεί.
Γουστάρω τρελά το σκοπό και συμφωνώ απόλυτα μ’ όσα λέει η δροσερή Zaz: Ούτε μια σουίτα στο Ριτζ, ούτε κοσμήματα Chanel, ούτε λιμουζίνα, ούτε προσωπικό, ούτε καν ο πύργος του Άιφελ. Αυτό που μετράει δεν είναι οι καλοί τρόποι, η ξύλινη γλώσσα ή τα κλισέ και βέβαια όχι τα λεφτά. Η ευτυχία θέλει αγάπη, χαρά, καλή διάθεση, ευθύτητα κι ελευθερία!
Γαλλικό το τραγούδι. Τυχαίο κι αυτό;


τούρκικο χαμάμ



Είσαι ημίγυμνος, ξαπλωμένος, εδώ και ώρα, πάνω σε ένα μεγάλο οκτάγωνο υπερυψωμένο μαρμάρινο βάθρο, καταμεσής μιας μεγάλης αίθουσας. Ζεσταίνεσαι. Ιδρώνεις. Ζεσταίνεσαι κι άλλο. Νιώθεις μια ελαφρά ζαλάδα. Ακούς νερά να τρέχουν και σκόρπιες κουβέντες. Τούρκικα, αγγλικά...  
Ανοίγεις τα μάτια. Όλα γύρω θολά. Ο μαγικός φωτισμός από τα μικρά γυάλινα «μάτια» που είναι καρφωμένα εδώ κι εκεί στη θολωτή οροφή σε συνεπαίρνει.
Ονειρεύεσαι; Όχι ακριβώς.

Που είσαι;
Είσαι στην Πόλη, σ’ ένα ιστορικό χαμάμ που χτίστηκε το 1557.  

Ένας νεαρός «tellak» (μασέρ), ημίγυμνος κι αυτός σε προσκαλεί να κάτσεις σ’ ένα χαμηλό μαρμάρινο πάγκο.
Όρθιος μπροστά σου παίρνει μ’ ένα μεταλλικό μπωλ χλιαρό νερό από μια γούρνα και σε δροσίζει. Ύστερα τρίβει το σώμα σου με μία λίφα για να απομακρύνει τα νεκρά κύτταρα. Έντονα στα χέρια, τα πόδια και την πλάτη, προσεκτικά στους ώμους και το λαιμό. Σε ξεπλένει. Ξεπλένεται κι ο ίδιος.
Μετά σε οδηγεί σε μία μικρότερη αίθουσα κι εκεί σου ζητάει να ξαπλώσεις μπρούμυτα πάνω σ’ ένα μαρμάρινο πάγκο.
Βουτάει μια πάνινη σακούλα σε μία λεκάνη με σαπουνάδα και με μια επιδέξια κίνηση αδειάζει πάνω σου αφρό. Επαναλαμβάνει αυτή τη διαδικασία τρεις – τέσσερις φορές και πλέον είσαι μέχρι το πηγούνι καλυμμένος από φυσαλίδες. Τρίβει δυνατά το σώμα σου με τα δάχτυλα και τις παλάμες του και κουνάει τα μέλη σου με τέτοιο τρόπο ώστε να ανακουφιστείς από τυχόν πιασίματα. Λίγο αργότερα βρίσκεσαι ανάσκελα. Ξανακαλύπτεσαι από σαπουνόφουσκες και το μασάζ συνεχίζεται. Φτάνοντας στο πρόσωπο, η πίεση γίνεται ανεπαίσθητη. Απολαμβάνεις το άγγιγμα...
Αφημένος πια απολύτως στα έμπειρα χέρια του φροντιστή σου, υπακούς, σηκώνεσαι και κάθεσαι δίπλα σε μια γούρνα. Πλέον σε λούζει με δεξιοτεχνία, χαλαρώνοντας κάθε κύτταρο του εγκεφάλου σου. Προσεύχεσαι να μην τελειώσει η στιγμή, αλλά δε γίνεται. Έρχεται η ώρα να ξεπλυθείς. Μεταλλικά μπωλ αδειάζουν χλιαρό νερό στο κεφάλι σου και αφαιρούν το σαπούνι. Το κρύο νερό στο τέλος είναι οπωσδήποτε μια έκπληξη! Ευχαριστείς κι εγκαταλείπεις στάζοντας το θερμό θάλαμο. Στην επόμενη αίθουσα όμως σε περιμένει πάλι ο tellak σου, κρατώντας αφράτες πετσέτες. Σκουπίζει τα μαλλιά, στεγνώνει το σώμα σου και σε αποχαιρετά. Λίγα λεπτά μετά, στεγνός, καθαρός και χαλαρωμένος, απολαμβάνεις ένα ωραίο τσάι στο σαλόνι του χαμάμ. Όποτε θες, πας, ντύνεσαι, φεύγεις και συνεχίζεις τη βόλτα σου στη Βασιλεύουσα.  

Έχεις χίλιους κι έναν λόγους να βρεθείς στην Πόλη. Ο ένας είναι για να απολαύσεις ένα αυθεντικό τούρκικο χαμάμ. Σκέψου το...

14.3.11

σφήνα


Το μεσημέρι, κάποια στιγμή ρολάριζα έξω απ' το Ζάππειο.
Ένας ήλιος τρελός! Επιτέλους άνοιξη!
Δεν άκουγα απολύτως τίποτα απ' την κίνηση πλάι μου, γιατί τα καινούργια ακουστικά του mp-3 έχουν εξαιρετική απόδοση!
Επιπλέον, το κράνος πιέζει στ' αυτιά μου τα συγκεκριμένα περισσότερο απ' ότι τα προηγούμενα. Με το volume στο τέρμα, όπως πάντα, κάτι με κούρασε κι άλλαξα συχνότητα.
Ελληνικό τραγούδι, αυτή τη φορά.
Άναγνώρισα αμέσως τη φωνή της Άντζελας. "Ω Παναγιά μου!" σκέφτηκα.
Μη μπορώντας, για λόγους ασφαλείας, να αναζητήσω άλλο σταθμό, άκουσα το κομμάτι αυτό και μάλιστα στη διαπασών, μέχρι και την Καραγιώργη Σερβίας.
Εκεί πια μου δόθηκε η ευκαιρία να ελευθερώσω το ένα μου χέρι και άρα να δραπετεύσω.
Αλλά δεν το έκανα. Πλέον άκουγα τη φωνή του Μαργαρίτη.
Ντουέτο το τραγούδι. Παρακαλώ.   

πατέντες για το άγχος

φασκόμηλο, το αγχολυτικό
Κατ’ αρχάς, το άγχος είναι η απόδειξη πως ο άνθρωπος, ο οποίος διακατέχεται απ΄ αυτό, δεν εμπιστεύεται τη ροή και την εξέλιξη της ζωής, δε δέχεται πως το συμπυκνωμένο νόημα που περιέχεται στην έννοια «θεία πρόνοια» έχει πραγματική υπόσταση.   

Πρακτικά, το άγχος είναι μια δυσάρεστη, ακαθόριστη, διάχυτη αίσθηση ανησυχίας, δηλαδή φόβου, το οποίο συχνά προκαλεί ανεπιθύμητα σωματικά συμπτώματα, π.χ. ταχυκαρδία, ζαλάδα, πονοκέφαλοι, αστάθεια, «βάρος» στο στήθος, τρέμουλο, σπαστική κολίτιδα κτλ. Σε σοβαρές περιπτώσεις, το άγχος καθιστά τον άνθρωπο δυσλειτουργικό, ανήμπορο να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του, να επιλύσει προβλήματα ή να πάρει σημαντικές αποφάσεις.  Ενίοτε δε, το άγχος αποκτάει χαρακτηριστικά τρόμου και εκδηλώνεται ως κρίση πανικού. Επιπλέον, στις μέρες μας το άγχος αναγνωρίζεται ως η γενεσιουργός αιτία ή έστω ένας σημαντικός επιβαρυντικός παράγοντας μίας ατελείωτης σειράς σοβαρών παθήσεων.

Η ύπαρξη του άγχους βεβαίως αιτιολογείται. Εκτός του ότι ο Θεός μας εφοδίασε με το άγχος για να διασκεδάζει λίγο περισσότερο με τα παθήματά μας, που οπωσδήποτε είναι μία σεβαστή άποψη, το άγχος λειτουργεί προειδοποιητικά και άρα προστατευτικά για κάθε οργανισμό. Είναι ένα είδος εσωτερικού συναγερμού, ο οποίος ενεργοποιείται εν όψει κάποιας απειλής, ώστε με έγκαιρη προετοιμασία αυτή να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικότερα. 

Σε πρακτικό επίπεδο, μερικοί από τους παράγοντες που ενοχοποιούνται για τη δημιουργία του άγχους είναι:
-          η ιδιοσυγκρασία, που ενδεχομένως να είναι εκ φύσεως αγχώδης
-          οι εσωτερικές συγκρούσεις (π.χ. μεταξύ επιθυμίας και περιβαλλοντικών
 ή ιδεολογικών περιορισμών)  
-          οι κίνδυνοι, δηλαδή οι πραγματικές, θεωρητικές ή και φανταστικές
 μελλοντικές απειλές
-          η χαμηλή αυτοεκτίμηση ή η αυτο-αμφισβήτηση όσον αφορά τις ικανότητες
-          οι προηγούμενες, ιδίως επανειλημμένες αποτυχίες ή οι κακοτυχίες 
-          η υπερδραστηριότητα
-          τα διλήμματα, οι κρίσιμες αποφάσεις
-          η διαπαιδαγώγηση (τυχόν υπερ-απαιτητικοί ή αγχώδεις γονείς κάλλιστα
 μπορούν να κληροδοτήσουν το άγχος τους στα παιδιά τους)
-          οι ενοχές

Βεβαίως, υπάρχει μία διάκριση μεταξύ αντικειμενικού (φυσιολογικού) και νευρωσικού (παθολογικού) άγχους. Το «δημιουργικό» άγχος, ως προσαρμοστικός μηχανισμός, φέρνει θετικά αποτελέσματα. Αντίθετα, το υπερβολικό, παρατεταμένο άγχος καταλήγει σε δυσλειτουργίες και ασθένειες. 

Πως όμως ερμηνεύει η επιστήμη την πρόκληση του άγχους;
Εκτός από τις οργανικές αιτίες, υπάρχουν πολλές διαφορετικές θεωρητικές προσεγγίσεις του θέματος που, συνοπτικά, ομαδοποιούνται στις βιολογικές και στις ψυχολογικές θεωρίες.

Στα οργανικά αίτια περιλαμβάνονται νευρολογικές και ενδοκρινικές διαταραχές, καρδιαγγειακά-κυκλοφορικά, αυτοάνοσα, λοιμώδη ή μεταβολικά νοσήματα,  νοσήματα του αναπνευστικού και βέβαια φάρμακα και τοξικές ουσίες. Με λίγα λόγια κάποιος μπορεί να υποφέρει από άγχος λόγω μιας πολύ σοβαρής πάθησης, π.χ. ενός όγκου στον εγκέφαλο ή ακόμα και επειδή καπνίζει, ή πίνει λίγο παραπάνω καφέ απ’ όσο ίσως θα ’πρεπε.

Οι βιολογικές θεωρίες περί άγχους σχετίζονται κυρίως με διαταραχές στη νευροδιαβίβαση και με την αυξημένη δραστηριότητα του αυτόνομου νευρικού συστήματος. Οι ψυχολογικές θεωρίες πάλι, διαφοροποιούνται, ακολουθώντας τις τρεις κύριες κατευθύνσεις του είδους, δηλαδή την υπαρξιακή, τη γνωσιακή-συμπεριφορική και τη βάση κάθε άλλης, δηλαδή την ψυχαναλυτική, φροϋδική σχολή. 

Η γνωσιακή-συμπεριφορική θεωρία εστιάζει στον συνειδητό εαυτό και υποστηρίζει πως το άγχος είναι το αποτέλεσμα αφ’ ενός συγκεκριμένων ερεθισμάτων από το περιβάλλον, αφ’ ετέρου μάθησης, μίμησης προτύπων.  Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη θεώρηση, το άτομο πάσχει από άγχος επειδή υποτιμάει την ικανότητά του να αντιμετωπίσει τυχόν απειλές της ψυχικής ή σωματικής του ακεραιότητας και της κοινωνικής του οντότητας, ενώ ταυτόχρονα υπερεκτιμά τους ενδεχόμενους κινδύνους.

Η υπαρξιακή θεωρία κρίνει πως το άγχος είναι προϊόν της επίγνωσης του ανθρώπου όσον αφορά τη μηδαμινότητα της ύπαρξής του, αίσθημα εξίσου τυραννικό με την αποδοχή της αναπόφευκτης μελλοντικής απώλειας της ύπαρξης, δηλαδή του θανάτου. Σύμφωνα με τους υπαρξιστές, το άτομο βιώνει άγχος επειδή κατανοεί πως η ζωή είναι κενή και άνευ νοήματος.

Η ψυχαναλυτική θεωρία που θεμελιώθηκε από τον Freud, υποστηρίζει πως το άγχος είναι μία ενδοψυχική σύγκρουση, η οποία προκύπτει από τη διαμάχη ανάμεσα στις ενορμήσεις, δηλαδή τις ενστικτώδεις επιθυμίες του ατόμου (Αυτό) και στις κοινωνικές επιταγές που το άτομο αντιλαμβάνεται και έχει εσωτερικεύσει (Υπερεγώ). Ο συνειδητός εαυτός του ατόμου (Εγώ) στην προσπάθειά του να εξισορροπήσει αυτή την ασυνείδητη πάλη χρησιμοποιεί μία σειρά από αμυντικούς μηχανισμούς, από τακτικές εξουδετέρωσης του υπερβολικού άγχους. 

Οι κυριότεροι τέτοιοι μηχανισμοί, «μηχανισμοί προσαρμογής», όπως λέγονται, είναι οι εξής:
-          η προβολή, δηλαδή η διαδικασία κατά την οποία το άτομο μεταθέτει σε άλλο πρόσωπο δικά του στοιχεία (ιδέες, σκέψεις, ενορμήσεις, κίνητρα, συναισθήματα, ιδιότητες κτλ) προκειμένου να περιορίσει το άγχος που εκπορεύεται από δικές του ευθύνες, ενοχές ή μειονεξίες.

-          η ενδοβολή, δηλαδή η εσωτερίκευση ορισμένων ιδεών ή γεγονότων ή ακόμα η συμβολική εσωτερίκευση της ψυχικής αναπαράστασης ενός αγαπητού ή αντίθετα μισητού ατόμου, με σκοπό τη διαρκή «παρουσία» του, την εσωτερική «εγκατάστασή» του. Αν το αντικείμενο, δηλαδή το πρόσωπο είναι αγαπητό, το άτομο που ενδοβάλλει μειώνει το άγχος του αποχωρισμού από αυτό. Αν είναι μισητό, το άτομο πάλι μειώνει το άγχος του, σε αυτή την περίπτωση όμως επειδή ενδοβάλλοντας θέτει τα κακά χαρακτηριστικά του άλλου κάτω από τον δικό του έλεγχό. Η ενδοβολή είναι το αντίθετο της προβολής.

-          η μετατόπιση, δηλαδή η άρνηση του ατόμου να αντιμετωπίσει την πραγματική αιτία του άγχους του και η εν συνεχεία υποκατάσταση αυτής της αιτίας από μία εντελώς διαφορετική. Σε αυτή τη διαδικασία, συναισθήματα, ιδέες ή επιθυμίες μεταφέρονται από το αρχικό αντικείμενο σε ένα υποκατάστατο, πιο αποδεκτό ή πιο προσιτό. Για παράδειγμα, ένας έφηβος θυμωμένος με τον πατέρα του μπορεί να γίνει βίαιος με το σκύλο της οικογένειας.

-          η αναπλήρωση, δηλαδή η ανάπτυξη ιδιοτήτων, ικανοτήτων και συμπεριφορών με σκοπό τη μείωση της έντασης που προκαλείται από μια πραγματική (φυσική ή διανοητική) ή μια φανταστική αδυναμία. Το άτομο αντισταθμίζοντας δημιουργεί υποκατάστατα και ταυτόχρονα στρέφει την προσοχή των άλλων μακριά από εκεί όπου αισθάνεται πως υστερεί.

-          η αντιστάθμιση, κατά την οποία το άτομο υιοθετεί συναισθήματα, ιδέες, στάσεις και συμπεριφορές ακριβώς αντίθετες από τις ενορμήσεις που προσκρούουν στην ιδεολογία του. Για παράδειγμα, στην πραγματικότητα άτομα του ίδιου φύλου μπορεί να έλκουν σεξουαλικά έναν φαινομενικά ορκισμένο εχθρό της ομοφυλοφιλίας.

-          η ταύτιση με κάποιον που έχει πραγματοποιήσει μια αξιόλογη πράξη ή που βρίσκεται σε μία ευχάριστη κατάσταση.

-          η ονειροπόληση, δηλαδή η αναζήτηση της ευτυχίας στη φαντασίωση, η νοητική φυγή μακριά από τις δυσκολίες της πραγματικότητας, η ικανοποίηση των αναγκών σε επίπεδο φαντασίας, ιδίως όσον αφορά στόχους που δεν είναι κατορθωτό, τουλάχιστον όχι εύκολα, να κατακτηθούν σε ρεαλιστική βάση. 

-          η εκλογίκευση, δηλαδή η απόκρυψη της πραγματικής σκέψης, η παρουσίαση των πράξεων σαν αποτέλεσμα λογικά τεκμηριωμένων κινήτρων ή αιτιών, που όμως διαφέρουν από τα αληθινά. Η εκλογίκευση είναι μία εύκολη λύση, όταν το άτομο, παρότι γνωρίζει την ασυνέπεια της διαγωγής του ως προς τις ιδέες του ή βιώνει μία κατάσταση δυσχέρειας οποιασδήποτε μορφής, αρνείται να αντιμετωπίσει τις συνακόλουθες εσωτερικές συγκρούσεις.

-          η διανοητικοποίηση, μέσω της οποίας το άτομο, προκειμένου να αποφύγει το συναισθηματικό κόστος της προσωπικής εμπλοκής, χρησιμοποιεί γενικεύσεις, δηλαδή αφηρημένα διανοητικά σχήματα, για να προσεγγίσει ζητήματα που το αφορούν άμεσα.

-          η εξιδανίκευση, δηλαδή μία υποκατάστατη δημιουργική δραστηριότητα με σκοπό τη διαφοροποίηση των πρωτόγονων επιθυμιών και την αντικατάσταση των φυσικών ορμών με πράξεις κοινωνικά αποδεκτές, των επιθυμιών με ιδεώδη και των συγκινησιακών εκδηλώσεων με σκέψεις ευγενούς περιεχομένου.

-          η επαναγωγή ή παλινδρόμηση, δηλαδή η οπισθοδρόμηση σε πρώιμα στάδια της παιδικής ψυχοσύνθεσης και ψυχοσεξουαλικής ανάπτυξης.

-          η απώθηση, δηλαδή η συνειδητή ή ασυνείδητη αποδίωξη επώδυνων για το άτομο ενορμήσεων, ιδεών, συναισθημάτων, φαντασιώσεων ή γεγονότων και η διατήρησή τους στο ασυνείδητο τμήμα του νου. Μοιάζει με λήθη γιατί η απώθηση κρατάει τις ανεπιθύμητες πληροφορίες μακριά από την ενημερότητα και την επίγνωση του ατόμου.

-          η αναστροφή, δηλαδή η επικράτηση της ασυνείδητης επιθυμίας, π.χ. κάποιος που εκ παραδρομής λέει «όχι», όταν ουσιαστικά θέλει να πει «ναι». Με την αναστροφή επίσης, η επιθετική ενόρμηση αναστρέφεται, μ’ άλλα λόγια η επιθετικότητα στρέφεται προς τον εαυτό.

-          η άρνηση, δηλαδή η μη αποδοχή προφανών γεγονότων ή βιωμάτων.

-          η διάσχιση, δηλαδή ο αποχωρισμός συγκεκριμένων ψυχικών ή συμπεριφορικών διεργασιών από την υπόλοιπη ψυχική δραστηριότητα του ατόμου (π.χ. αμνησία).

-          η εκδραμάτιση, δηλαδή η συμπεριφορά που σκοπό έχει να ανακουφίσει, έστω προσωρινά και εν μέρει, μία ενόρμηση ή παρόρμηση και ταυτόχρονα να αποκρύψει από το άτομο την πραγματική αιτία αυτής του της συμπεριφοράς, π.χ. μία γυναίκα με ασυνείδητο άγχος αμφισβήτησης της θηλυκής της ταυτότητας, η οποία επιδίδεται σε έντονη σεξουαλική δραστηριότητα. 

-          η μόνωση, δηλαδή η συναισθηματική αποστασιοποίηση.  Ουσιαστικά, είναι ο  αποχωρισμός μιας ιδέας ή μιας μνήμης από τη συνοδό συναισθηματική της επένδυση. Γενικότερα αφορά την αποφόρτιση της συνείδησης από τα συναισθήματα. Τη χρησιμοποιούν κατά κόρον οι γιατροί προκειμένου να παραμένουν λειτουργικοί, δηλαδή να μην καταρρακώνονται από την οδύνη των ασθενών τους. 

-          η πρόβλεψη, ένα είδος «στρατηγικής» όσον αφορά το μέλλον. Προβλέποντας, το άτομο εν αναμονή ενός επώδυνου γεγονότος, π.χ. της απώλειας ενός αγαπημένου προσώπου, προετοιμάζεται κατάλληλα ώστε να υποστεί το μικρότερο δυνατό ψυχικό κόστος.

-          ο συμβολισμός, δηλαδή η αντικατάσταση ενός αντικειμένου ή μιας ιδέας από κάποιο άλλο αντικείμενο ή ιδέα. Ο συμβολισμός βασίζεται στο συσχετισμό και την ομοιότητα, δηλαδή το σύμβολο έχει πάντοτε κάτι κοινό με το αντικείμενο που συμβολίζει , π.χ. κάποια ίδια ποιότητα ή χαρακτηριστικό. Τα όνειρα στηρίζονται στο συμβολισμό, όπως επίσης οι ψυχαναγκασμοί και οι καταναγκασμοί.

-          το χιούμορ, δηλαδή η έκφραση αγχογόνων κυρίως συναισθημάτων, ιδεών ή επιθυμιών με  ελαχιστοποίηση του άγχους τόσο του ίδιου του χιουμορίστα όσο και του αποδέκτη

Όπως λένε, η καλύτερη θεραπεία είναι η πρόληψη. Ο οργανισμός χρησιμοποιεί όλες τις προηγούμενες μεθόδους, άλλοτε σχεδόν μηχανικά κι άλλοτε εντελώς ασυνείδητα. Αυτό όμως συνήθως δεν αρκεί για να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα. Για να διατηρηθεί το άγχος σε χαμηλά επίπεδα, δεδομένων των εξοντωτικών ρυθμών αλλά και της αγριότητας της σύγχρονης ζωής, θα πρέπει κανείς να θυμάται και να εφαρμόζει συνδυαστικά μερικές σκέψεις αυτοπροστασίας. Απλές σκέψεις που μέσα στην πολυπλοκότητα της πραγματικότητας συχνά μοιάζουν λίγες, χωρίς να είναι. 
Για παράδειγμα:
-          δεν αναλαμβάνω περισσότερα βάρη απ’ όσα αντέχω
-          αποφεύγω να συνδυάζω προφανώς συγκρουόμενες καταστάσεις
-          δεν αναλώνομαι με όσα θέματα απλώς «έτσι είναι και δεν αλλάζουν»
-          αποφεύγω, όσο γίνεται, τις αβεβαιότητες οποιουδήποτε είδους
-          δεν κατασπαταλάω την ενέργειά μου στο τι συνέβη πριν ή στο τι θα συμβεί μετά, αλλά συγκεντρώνομαι στο τι συμβαίνει τώρα
-          ιεραρχώ όσο το δυνατόν πιο σωστά, θέτω λογικές προτεραιότητες
-          αναλογίζομαι τόσο τις δυνατότητες όσο και τις ικανότητές μου, δηλαδή σκέφτομαι σύμφωνα με τους πραγματικούς περιορισμούς μου, χωρίς υπερβολή, ούτε όμως και υποτίμηση
-          περιορίζω στο ελάχιστο την τάση μου για ολοκληρωτικό έλεγχο και απόλυτη εκλογίκευση της ζωής μου
-          αφήνω πάντοτε χώρο για να καλωσορίσω το απροσδόκητο, το τυχαίο, τον αστάθμητο παράγοντα
-          διατηρώ ακμαία την προσαρμοστικότητα και την ευελιξία μου
-          αισιοδοξώ εκ πεποιθήσεως
-          φροντίζω να θυμάμαι πως αν έχω μάθει από τα λάθη του παρελθόντος δεν κινδυνεύω να τα επαναλάβω, ή τουλάχιστον κινδυνεύω λιγότερο
-          αντιμετωπίζω με τη θετικότερη δυνατή διάθεση τις τυχόν αλλαγές, ακόμα και τις ματαιώσεις που προκύπτουν
-          δεν ξεχνώ πως αν η τύχη μου φέρθηκε σκληρά στο παρελθόν όχι μόνο δε σημαίνει πως αυτό θα εξακολουθήσει και στο μέλλον, αλλά αντίθετα πως οι πιθανότητες να μου συμβεί κι άλλο τυχαίο κακό είναι σαφώς λιγότερες
-          δεν γενικεύω, δεν δημιουργώ αόριστα αρνητικά συμπεράσματα επειδή έτυχε κάτι κακό

Εν τέλει, δεν έχει νόημα να αγχώνεται κανείς ούτε για κάτι το οποίο μπορεί να αλλάξει ούτε για κάτι που δεν μπορεί να αλλάξει. Για το πρώτο αρκεί να αγωνιστεί ήρεμα και όσο το δυνατόν πιο τίμια, ενώ το δεύτερο πρέπει απλώς να το δεχτεί με ψυχραιμία, να το φιλοσοφήσει και τελικά να το αποδεχτεί.

Αν τέλος κάποιος, παρά τις προσπάθειές του, υποφέρει από έντονο άγχος, τότε θα πρέπει πιθανώς να σκεφτεί τη λύση της ψυχοθεραπείας και ίσως της λήψης αγχολυτικών φαρμάκων.

Εγώ πάντως πριν από τόσο δραστικές αποφάσεις, θα πρότεινα μία ανέξοδη, ακίνδυνη, παλιά και δοκιμασμένη συνταγή: ένα «ζεστό». Συγκεκριμένα, μία απολαυστική, αρωματική κούπα με αφέψημα φασκόμηλου. Ξέρω πως ακούγεται απλοϊκό, είναι όμως πολύ ευεργετικό σε περιπτώσεις άγχους μέτριας έντασης. Τι θέλει άλλωστε το άγχος για να φύγει μακριά; Απλές σκέψεις δε θέλει;      

βλάκας είναι...



Χθες βράδυ, η συμπεριφορά κάποιου με ενόχλησε σε αισθητικό επίπεδο.
«Τον βλάκα!», σκέφτηκα.
Τότε αναπήδησε απ' τα βάθη της σκέψης μου μία φράση του αείμνηστου Βασίλη Ραφαηλίδη: «κιτς είναι να απορρίπτεις ως κιτς κάθε τι που δε σου αρέσει», την οποία φυλάω ευλαβικά στο μυαλό μου, μαζί με άλλα διδακτικά αποφθέγματα.
Αμέσως μετά αναρωτήθηκα «βλάκας; κάτσε ρε, γιατί βλάκας;».

Τι σημαίνει βλάκας όμως; Έλα ντε!
Άνοιξα ευθύς την «Πάπυρος Λαρούς», όπως επέμενε ο μπαμπάς μου, όποτε είχα κάποια απορία, τότε που ήμουν ακόμα στο δημοτικό.
Τόμος 4ος ΒΑΓΑ-ΓΙΕΛ, σ. 379... «βλάξ: ο υπό βλακείας χαρακτηριζόμενος, ο μωρός, ο το σώμα και την ψυχή νωθρός».
Προηγουμένως στην ίδια σελίδα, η βλακεία περιγραφόταν ως εξής:
«μωρία, ηλιθιότης, πράξις ή λόγος ανόητος (κν. κουταμάρα) / (αρχ.) πνευματική οκνηρία / (ψυχιατρ.) βαθμός ανεπαρκούς αναπτύξεως της ευφυΐας, βαρύτερος της μωρίας. Η διανοητική αυτή εξασθένησις δυνατόν να είναι συγγενής ή επίκτητος».

Ωραία. Αυτά όμως γράφτηκαν ακριβώς πριν από 48 χρόνια, βλέπετε η δική μας εγκυκλοπαίδεια είναι έκδοση του 1963.
Δε μπορεί, σκέφτηκα, μισό αιώνα μετά ο χαρακτηρισμός θα έχει διαφοροποιηθεί. Χρειαζόμουν άρα μια πιο σύγχρονη άποψη. Τι πιο άμεσο και πιο δραστικό απ’ το να ρωτήσει κανείς τους ανθρώπους γύρω του; Αποφάσισα λοιπόν να απευθύνω το ερώτημα «τι είναι βλάκας;» σε δεκαεπτά δικούς μου ανθρώπους. Μη φανταστείτε πως επέλεξα το συγκεκριμένο αριθμό με κάποιο επιστημονικό κριτήριο, το δεκαεπτά απλώς συμβαίνει να είναι το αγαπημένο μου νούμερο.
Ιδού οι απαντήσεις, με τη σειρά που τις έλαβα:

…ο άνθρωπος που δεν ξέρει να συμπεριφέρεται, να μιλάει, να κάνει δημόσιες σχέσεις, που δεν καταλαβαίνει το συμφέρον του, αλλά κι αυτός που δεν τα καταφέρνει ακόμα και σε πιο απλά πράγματα. Γενικά, το άτομο «περιορισμένης ευθύνης».
Μύριαμ, 17 ετών, μαθήτρια β΄ λυκείου

... αυτός που νομίζει ότι είναι έξυπνος.
Dipyadip, 48 ετών, blogger
http://dipyadip.blogspot.com

...αυτός που το μυαλό του δεν παίρνει στροφές, ο "κολλημένος".
Κοσμάς, 30 ετών, μηχανικός αεροσκαφών

...αυτός που επαναπαύεται στην περιορισμένη οπτική του για τον κόσμο.
Ιωάννης, 44 ετών, ζωγράφος

... κάποιος που δεν καταλαβαίνει πως κάνει ανοησίες, που δεν πάει ο νους του πως ο άλλος μπορεί να υποφέρει από μια δική του πράξη.
Αγλαΐα, 82 ετών, συνταξιούχος τραπεζικός υπάλληλος

... αυτός που δεν ξέρει τι του γίνεται.
Diana, 52 ετών, γηροκόμος

... ο άντρας!
Ξανθή, 30 ετών, εμποροϋπάλληλος

... ο ανόητος, αυτός που δεν καταλαβαίνει.
Γιάννης, 26 ετών, μάγειρας

... ο Γρηγόρης, γιατί είναι εγωιστής και πολύ πιεστικός! Είναι βλάκας, με βήτα κεφαλαίο!
Μαρία με λένε και κλαίνε, 17 ετών, μαθήτρια β’ λυκείου

... ο ανόητος, αυτός που κινείται χωρίς νόηση.
Τίτη, 46 ετών, φωτογράφος

... αυτός που δεν ξέρει πότε να σταματάει να χτυπάει τη μαρέγκα.
Βαγγέλης, 35 ετών, διακοσμητής - στυλίστας

... κάποιος που είναι ανόητος, πως να το πω; …που δεν κάνει σωστά πράγματα
Θησέας, 11 ετών, μαθητής ε’ δημοτικού
(τηλεφωνικά, 12.03.11, 20:30)

... πάνω απ’ όλους, είναι ο «ξερόλας»
Φανή, 68 ετών, P/A

... αυτός που αφήνει τη ζωή του να περνάει αβίωτη
Μαρία, 49 ετών, επιχειρηματίας

... κάποιος που υστερεί νοητικά
Χριστίνα, 31 ετών, φυσιοθεραπεύτρια

... ο χαζός, ο ηλίθιος
Αντώνης, 40 ετών, αρχαιολόγος

Γεια, είμαι ο Θησέας.
Το σκέφτηκα κι αλλάζω τη χθεσινή απάντηση μου σε Ραν ταν πλαν
Θησέας, 11 ετών, μαθητής ε’ δημοτικού
(sms απ’ το κινητό της μάνας του, 13.03.11, 14:08) 

Το να αποκαλέσεις κάποιον «βλάκα» είναι υποτιμητικό κι έτσι δε θα χαρακτήριζα βλάκα έναν άνθρωπο μόνο και μόνο επειδή στερείται εξυπνάδας. Βλακεία θα χαρακτήριζα την ενόχληση που προκαλεί κάποιος αδυνατώντας να κατανοήσει. 
(Stupid is derogatory, so I won't call someone "stupid" just because of lacking intelligence. Being stupid means to lack in understanding and to do so in an annoying way)
Peter, 37 ετών, ιστορικός ερευνητής & δημοσιογράφος

Δεν είναι εξαιρετικός ο συσχετισμός ηλικίας, ιδιότητας και απάντησης;

Ως παιδιά, θυμάμαι που καμιά φορά παίζοντας λέγαμε «όποιος το λέει είναι!».
Είχαμε άδικο; Δεν είχαμε.
Γιατί, όταν χαρακτηρίζει αγανακτισμένος κανείς τον άλλο «βλάκα!», αναπόφευκτα η φράση του περιέχει στοιχεία από τη λεγόμενη «προβολή».

Η προβολή είναι ένας από τους συνηθέστερους «μηχανισμούς προσαρμογής». Προβολή, σύμφωνα με τη φροϋδική ψυχοδυναμική θεωρία, είναι η ψυχική διαδικασία κατά την οποία το άτομο μεταθέτει στους άλλους δικά του στοιχεία (ιδέες, σκέψεις, ενορμήσεις, κίνητρα, συναισθήματα, ιδιότητες κτλ) προκειμένου να περιορίσει το άγχος που του προκαλούν οι δικές του ευθύνες, ενοχές ή μειονεξίες.

Άλλες μέθοδοι αυτοπροστασίας, π.χ. ενδοβολή, απώθηση, εκλογίκευση, μετατόπιση, αντιστάθμιση, επαναγωγή, εκδραμάτιση κτλ. αναφέρονται με μια σύντομη επεξήγηση στο "πατέντες για το άγχος"

Τι έπαθα όμως εγώ χθες και αποκάλεσα, σιωπηλά έστω, βλάκα τον βλάκα;
Ενοχλήθηκα!
Η ενόχληση αυτή τι ήταν αν όχι το αποτέλεσμα της αδυναμίας μου να τον χειριστώ αποτελεσματικά, για παράδειγμα να αγνοήσω τα λεγόμενά του;
Η ενόχληση, λοιπόν, στην προκείμενη περίπτωση δεν είναι μειονεξία;
Αν εγώ ήμουν πράγματι ευφυής κι αυτός πράγματι βλάκας, δε θα είχε καταφέρει να μου προκαλέσει την παραμικρή ενόχληση. Άρα δεν είναι αυτή η αλήθεια.
Και αφού αντιλαμβάνομαι την αλήθεια, οφείλω να παραδεχτώ πως ήταν βλακεία εκ μέρους μου που ενοχλήθηκα από τη συμπεριφορά του βλάκα. Δεν έφταιγε ο βλάκας. Φταίει ο βλάκας που είναι βλάκας; Όχι. Ποιος φταίει άρα; Ο υποτιθέμενος μη-βλάκας φταίει, που για οποιοδήποτε λόγο καλείται να τον αντιμετωπίσει και αποτυγχάνει. Εν προκειμένω, εγώ. 

Αλλά, για να δικαιολογηθώ για τον λανθασμένο χαρακτηρισμό που χρησιμοποίησα, ήταν σαφώς προτιμότερο να ενοχοποιήσω εκείνον για τη δική μου ενόχληση, παρά να εμβαθύνω σε ζητήματα  αυτοδιαχείρισης. Γιατί; Γιατί πρώτον αυτό ήταν ασύγκριτα πιο οικονομικό, δηλαδή πολύ πιο γρήγορο. Και δεύτερον, ήταν πολύ πιο ασφαλές, γιατί έτσι αυτομάτως απαλλάχθηκα, εν μέρει έστω, απ’ όσο άγχος αισθανόμουν εκείνη τη στιγμή και επιπλέον δεν επιβαρύνθηκα με περισσότερο άγχος. Γιατί, η αυτο-ενδοσκόπηση δέχομαι πως είναι ο κύριος δρόμος προς την αυτογνωσία, δεν παύει όμως να είναι μία εξαιρετικά στρεσογόνος διαδικασία.

Πέραν της διαδικασίας της προβολής όμως, υπάρχουν κι άλλοι λόγοι για τους οποίους κατέφυγα στην εύκολη λύση της βουβής κατάκρισης του «αντίπαλου».
Ο Flaubert έγραψε πως ο βλάκας είναι ακατάβλητος, πως όποιος επιχειρήσει να τον προσβάλλει συντρίβεται. Ο Kafka επίσης γράφοντας για τον βλάκα τον χαρακτήρισε αήττητο. Βάσει αυτού του συλλογισμού, θα ήταν βέβαια ανεπανόρθωτο πλήγμα για το σθένος και την αυτοεκτίμησή μου το να δεχθώ πως η ήττα μου σε μία διαπροσωπική διανοητική αναμέτρηση είναι αναπόφευκτη και άρα διαστρέβλωσα έντεχνα την πραγματική ισχύ του άλλου για να παραπλανήσω το νου μου τόσο ώστε να κατακλυστεί από μία προφανώς ψευδή, πλην όμως ζωτικής σημασίας, αίσθηση υπεροχής.

Η αμέσως προηγούμενη διαδικασία ισχύει και στις περιπτώσεις που η σκέψη ενδεχομένως αμφισβητεί την παντοδυναμία του βλάκα, αλλά πάντως εξακολουθεί να αποδέχεται τη βλακεία ως άξιο υποκατάστατο της ευφυΐας. Αυτό ίσως, εκ πρώτης όψεως, μοιάζει σχήμα οξύμωρο, αλλά αν το καλοεξετάσει κανείς θα διαπιστώσει πως δεν είναι. Νομίζω πως θυμάμαι σε ποιους είπε ο Ματθαίος ότι ανήκει η βασιλεία των ουρανών...          

Ακόμα όμως και βάσει της κοινής παραδοχής που θέλει τον βλάκα να υστερεί, εμένα με εξυπηρέτησε ο χθεσινοβραδινός χαρακτηρισμός. Ο λόγος είναι απλός. Κρίνοντας πως ο άλλος ήταν βλάκας εγώ αισθάνθηκα ανώτερή του, χαϊδολόγησα δηλαδή το σύμπλεγμα κατωτερότητας, που μόλις αποδείχθηκε πως με ταλαιπωρεί. Και μια που η κουβέντα έφτασε στις εκ βαθέων εξομολογήσεις, ε ας πω επίσης πως αν δεν ήμουν βλάκας... θα φρόντιζα τουλάχιστον να το κρύψω.

******************************************************************

Θησέα,
sorry φίλε που κράτησα και τις δύο απαντήσεις σου, αλλά η θεωρία μου λέει πως η πρώτη απάντηση που δίνει κανείς αυθόρμητα, χωρίς να το πολυσκεφτεί, είναι και η καλύτερη. Η μόνη περίπτωση που αυτό δεν ισχύει, κατά τη γνώμη μου, είναι όταν είναι κανείς θυμωμένος. Κατά τα άλλα, το περίφημο «κατόπιν ωρίμου σκέψεως...», εμένα με βρίσκει κάθετα αντίθετη!
Τώρα, όσο για τον Rantanplan, κοίτα... μπορεί να είναι «πιο κουτός κι από τη σκιά του», «γραφικός», «αδέξιος», «ανίκανος», «βλάκας με περικεφαλαία» κι εγώ δεν ξέρω τι άλλο λεν’ γι’ αυτόν, αλλά κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει πως είναι επίσης ένας καλοσυνάτος ηθικός, ειλικρινής και αγαπητός τύπος, τον οποίο ο περίγυρός του εκτιμάει βαθιά.
Και πάνω που σκεφτόμουν, που λες, πως ο Rantanplan είναι σκυλί της έννομης τάξης κι ετοιμαζόμουν να σου γράψω αυτό που είχε πει ο Charles de Gaulle (Σαρλ ντε Γκωλ) ένας παλαιός πρόεδρος της γαλλικής δημοκρατίας, πως δηλαδή «αν οι αστυνομικοί δεν ήταν χαζοί δε θα ’ταν αστυνομικοί»... αποφάσισα τελικά πως δε συμφωνώ με τον Σαρλ.
Γιατί βλέπεις, υπάρχουν δύο ειδών βλάκες, αυτοί που δεν αμφιβάλλουν για τίποτα κι εκείνοι που αμφιβάλλουν για τα πάντα. Εγώ ανήκω στη δεύτερη κατηγορία.  
Έτσι, το μόνο που θα σου απευθύνω είναι ένα ερώτημα. Έτοιμος;
Για λύσε μου μια απορία ρε Θησέα, πως γίνεται να είναι κανείς διάσημος σ’ όλο τον κόσμο μισό αιώνα τώρα (51 χρόνια, για την ακρίβεια) και ταυτόχρονα να είναι βλάκας;