Ο skinhead υπουργός μας δήλωσε προ ημερών:
«Όποιος ταξιδέψει στο εξωτερικό και
συζητήσει με ξένους αξιωματούχους αισθάνεται, όντως, ντροπή για το γεγονός ότι
στην Ελλάδα διαθέτει κοινοβουλευτική εκπροσώπηση ένα νεοναζιστικό κόμμα, και μάλιστα αριθμητικά
σημαντική. Με τη συνταγματική αναθεώρηση πιστεύω ότι
υπάρχει η δυνατότητα να τεθούν κριτήρια που να αποκλείουν την ύπαρξη τέτοιου
είδους μορφωμάτων από το κομματικό μας σύστημα. Ωστόσο, η καλύτερη αντιμετώπιση
της Χρυσής Αυγής είναι η ανάκαμψη της οικονομίας»
δικηγόρου, νυν υπουργού Δημόσιας
Τάξης και Προστασίας του Πολίτη
Η απάντηση σε αυτή τη δήλωση, ήταν η εξής:
«Όποιος αποκαλεί μόρφωμα, το
κόμμα που εμπιστεύονται ένα και πλέον εκατομμύριο Έλληνες, δεν υβρίζει μόνο την
Χρυσή Αυγή. Προσβάλει
και περιφρονεί τον ελληνικό λαό και τα συνταγματικά του δικαιώματα… Από την
πλευρά μας προτείνουμε να αποκλειστούν από το κομματικό σύστημα το ΠΑΣΟΚ και η
ΝΔ, που άρπαξαν εκατομμύρια ευρώ μαύρου χρήματος από τη Siemens,
υπερχρέωσαν τη χώρα και κατέκλεψαν τα δημόσια ταμεία»
04.05.13
πηγή: επίσημη ιστοσελίδα της ακροδεξιάς παράταξης «Χρυσή Αυγή»
πηγή: επίσημη ιστοσελίδα της ακροδεξιάς παράταξης «Χρυσή Αυγή»
(η οποία, με απόλυτα νόμιμο τρόπο, με τη συναίνεση δηλαδή σχεδόν μισού εκατομμυρίου Ελλήνων ψηφοφόρων, εξασφάλισε στις εκλογές του περασμένου Ιουνίου, δέκα οκτώ έδρες στο κοινοβούλιο)
Κάθε μία από τις ανωτέρω δύο
δηλώσεις, περιέχει από ένα τρανταχτό ψέμα, αλλά κι από μια μεγάλη αλήθεια. Φαινομενικά,
οι ψευδείς ισχυρισμοί και της μίας και της άλλης πλευράς είναι αυτοί που μοιάζουν
τεχνάσματα ικανά να αναπαράγουν και άρα να χαρίζουν μακροζωία στις αντίστοιχες ιδέες.
Κι όμως, αν το καλοσκεφτεί κανείς, διαπιστώνει πως η επιτυχία τους δεν οφείλεται
παρά στην αλήθεια η οποία τις στηρίζει.
Παρότι ποτέ μου δεν ασπάστηκα
την αριστερή ιδεολογία, θα επικαλεστώ εδώ τα λόγια ενός βαθιά σκεπτόμενου μαρξιστή,
του Σάββα Μιχαήλ, γιατί είναι λόγια καθαρά σαν κρύσταλλο:
«Στο όνομα του ίδιου “συνταγματικού
τόξου”, ο περιβόητος Βαγγέλης Βενιζέλος του νεοφιλελεύθερου υπολείμματος του
ΠΑΣΟΚ, ένας πρωταγωνιστής των Μνημονίων, της προωθητικής δύναμης της «Χρυσής
Αυγής», ένας δαπρύσιος απολογητής του κρατικού αυταρχισμού και των ακροδεξιών
ενεργειών της κυβέρνησης Σαμαρά, ζητάει σήμερα «να τεθεί εκτός νόμου η Χρυσή
Αυγή». Όπως το έχει δείξει το προηγούμενο τέτοιων υποκριτικών νομοθεσιών στο
παρελθόν (π.χ. στη μεταπολεμική Δυτική Γερμανία) και με κάλυμμα την επαίσχυντη «θεωρία
των δύο άκρων», τέτοιου είδους θεσπισμένες απαγορεύσεις στράφηκαν κατά αριστερών
και κομμουνιστικών οργανώσεων και κομμάτων, ενώ μείνανε ουσιαστικά στο απυρόβλητο
οι ακροδεξιές και φασιστικές κινήσεις και συμμορίες»
Προσωπικά, καταδικάζω ως φασιστική κάθε σκέψη -ανεξαρτήτως του πολιτικού χώρου απ’ τον οποίο προέρχεται, ή συγκεκριμένα του κάθε εκφραστή της- για απόπειρα καταστολής των σύγχρονων εγχώριων ακραίων πολιτικών σχημάτων, μέσω του συντάγματος.
Ούτε όμως συμφωνώ με την απάθεια, την οποία προτείνουν ως τον μόνο αποτελεσματικό τρόπο αντιμετώπισης πολλοί και διάφοροι, λιγότερο ή περισσότερο γνώστες των δυσάρεστων κοινωνιολογικών φαινομένων που πάντοτε εμφανίζονται σε περιόδους κρίσης.
Εμμένω απλώς στην πάγια θέση μου, πως η συρρίκνωση της φασιστικής νοοτροπίας (την οποία, κακά τα ψέματα, σ’ ένα βαθμό όλοι διαθέτουμε και όλοι υπηρετούμε), απαιτεί κινήσεις ψύχραιμες, λογικές, συστηματικές, εντατικές, ήρεμες όμως και όσο το δυνατόν πιο «αθόρυβες». Αν, λόγου χάρη, στη μπανιέρα μου υπήρχε ξαπλωμένος κάποιος που προηγουμένως εγώ σκότωσα εκεί μέσα, δε θα φρόντιζα να ξεφορτωθώ το πτώμα χωρίς να με πάρει χαμπάρι όλη η γειτονιά;
Για να το πω πιο ρεαλιστικά, είμαι πολιτικό όν από τότε που γεννήθηκα και θα συνεχίσω να είμαι, μέχρι που θα κλείσω τα μάτια μου. Κάθε δραστηριότητά μου άρα, είναι και μία ικανότατη πολιτική δράση. Η σκέψη μου και η συμπεριφορά μου καθορίζουν αυτά που συμβαίνουν στον τόπο μου. Αν δηλαδή μείνω και τώρα αδιάβαστη, άπραγη και βουβή, αφήνω απροστάτευτη τη Δημοκρατία, σε μια ώρα εξαιρετικά δύσκολη, ακριβώς την ώρα που θα όφειλα να την υπερασπιστώ (εφ' όσον υποτίθεται πως σε αυτήν πιστεύω).
Ή, για να το χωρέσω σε μια φράση: τον φασισμό μπορούμε και πρέπει να τον ξεριζώνουμε κάθε στιγμή, όπου κι αν είμαστε, ό,τι κι αν κάνουμε, όλοι μας, ανεξαρτήτως ιδιότητας, θέσης, πλαισίου και θεσμών. Και πρέπει να το κάνουμε μεθοδικά αλλά πολύ ήσυχα και απλά, όσο απλά πλένουμε το πρόσωπό μας το πρωί που ξυπνάμε. Αλλιώς, όσο κι αν λέμε πως θέλουμε να τον ξεριζώσουμε, στην πραγματικότητα του ρίχνουμε λίπασμα, κάποιοι ασυνείδητα, κάποιοι άλλοι πάλι... ολότελα συνειδητά.