26.1.12

light the fire


Τα εντυπωσιακά δρώμενα δεν είναι σπάνια στην ασιατική παράδοση. Η λεγόμενη «γιορτή των φαναριών» όμως, νομίζω πως εκτός από το φαντασμαγορικό θέαμα που προσφέρει, είναι επίσης και το πιο ρομαντικό απ’ όλα τα μυστικιστικά έθιμα της μακρινής Ανατολής. Γι’ αυτό και στις μέρες μας τέτοιου είδους φεστιβάλ γίνονται και σε κάποιες χώρες της Δύσης. Ακόμα και σε μερικά δικά μας μέρη έχουν καθιερωθεί παραλλαγές αυτής της παμπάλαιας κινέζικης συνήθειας. Παρ’ όλα αυτά, οι δυτικές απομιμήσεις σίγουρα δε μπορούν να συγκριθούν με τη μαγεία κάθε τέτοιας αυθεντικής φιέστας.  

Οι Ασιάτες αμολάνε φαναράκια δυο φορές το χρόνο. Στο κινέζικο ημερολόγιο, η πρώτη πανσέληνος του έτους συμπίπτει με τη δέκατη πέμπτη μέρα μετά την πρωτοχρονιά. Τη νύχτα εκείνη, ολοκληρώνονται οι εορτασμοί για την υποδοχή του νέου χρόνου κι ο κόσμος μέχρι και σήμερα συνεχίζει την πανάρχαια παράδοση, που θέλει τους ανθρώπους να ξεχύνονται στις εξοχές ή στις παραλίες, κουβαλώντας ο καθένας το δικό του φαναράκι.
 
Ανάλογα με τις συνήθειες κάθε μέρους, αμέτρητοι χειροποίητοι φανοί  αφήνονται ελεύθεροι, άλλοτε να ταξιδέψουν επιπλέοντας στη θάλασσα κι άλλοτε ν’ ανεβούν ψηλά στον ουρανό. Διάφοροι θρύλοι ερμηνεύουν, καθένας με τον δικό του τρόπο, τον βαθύτερο σκοπό της συμβολικής αυτής κίνησης. Προσωπικά, δε βρίσκω ιδιαίτερο νόημα στο να επιχειρήσω να εντοπίσω την ακριβή καταγωγή του εθίμου. Μου αρκεί που ξέρω πως αυτά τα πανάλαφρα φωτεινά χειροτεχνήματα δεν είναι παρά αγγελιοφόροι της ψυχής.

Το κάθε φανάρι γίνεται το όχημα για τις ευχές του ανθρώπου που το έχει φτιάξει με τα χέρια του. Εκείνος το στολίζει με όλη του τη φροντίδα, το κουβαλάει ευλαβικά μέχρι το σημείο που θα το ελευθερώσει και στο τέλος το αποχωρίζεται με χαρά. Για να φτάσουν οι ευχές του όσο πιο μακριά γίνεται, να εισακουστούν και -αν αυτό είναι δυνατό- να πραγματοποιηθούν. Καθένας εύχεται άλλα, όχι μόνο για τον ίδιο, αλλά και για τους ανθρώπους που αγαπά. Καλοτυχία, ευημερία, υγεία, μακροζωία, αρμονία, έρωτα πιθανώς, ή επανασύνδεση με πρόσωπα κοντινά που για διάφορους λόγους ψυχράνθηκαν, πλούσια σοδειά... ό,τι επιθυμεί πραγματικά.

Οι ευχές βέβαια συχνά είναι γενικές. Δηλαδή, τους αφορούν όλους. Μπορεί, ας πούμε, να θέλει κάποιος να ευχηθεί για όλα τα πλάσματα, να συνυπάρχουν ειρηνικά. Ή, να προαχθούν οι σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους, τη φύση και τα υψηλότερα φωτεινά όντα. Ή, να αναπαυθεί κάποιος νεκρός. Ή και να αλαφρώσει αυτός που έμεινε πίσω του συντετριμμένος. Μια ευχή μπορεί φυσικά να αφορά οτιδήποτε. Να είναι απλή και ξεκάθαρη, ή σύνθετη και πολύπλοκη.

Δεν υπάρχει καμία ρετσέτα για τις ευχές. Ο καθένας μας εύχεται αυτό που έχει ανάγκη, ή που θεωρεί πως κάποιος άλλος έχει στ’ αλήθεια ανάγκη. Η ευχή, πρώτη ξαδέρφη της προσευχής, είναι ένας ακόμα τρόπος για να απευθύνει κάποιος έκκληση για βοήθεια, πέρα απ’ τ’ ανθρώπινα. Στη δεύτερη, για παράδειγμα, τέτοια γιορτή των Κινέζων, που γίνεται στα μέσα του φθινοπώρου, ο κόσμος δε ζητάει πια να είναι καλή η χρονιά, αλλά ευχαριστεί για τη θερινή συγκομιδή και μαζί εκφράζει το σεβασμό του για τη σελήνη.

Δυο φορές το χρόνο λοιπόν, οι Ασιάτες απελευθερώνουν τα φανάρια  τους, τα οποία προηγουμένως έχουν συνήθως κατασκευάσει οι ίδιοι, με κάθε προσοχή. Και το κάνουν αυτό όλοι μαζί. Γιατί; Για τον ίδιο λόγο που ο διαλογισμός είναι ασύγκριτα πιο ισχυρός όταν γίνεται ομαδικά αντί ιδιωτικά. Ό,τι δηλαδή συμβαίνει με το κεράκι που ανάβει ο πιστός όταν συναντηθεί με εκατοντάδες άλλα κεράκια τη βραδιά του επιτάφιου. Ή με την επίκληση, πλάι σε αμέτρητες άλλες επικλήσεις, στις δημόσιες ισλαμικές προσευχές.

Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για το έθιμο των φαναριών. Τη νύχτα που οι άνθρωποι στέλνουν τα μηνύματά τους, έτσι όπως είναι συγκεντρωμένοι κι αυτό που τους ενώνει είναι η πίστη, παντού στον αέρα πλανώνται συναισθήματα. Κι εκτός από τη δύναμη που παίρνουν οι ευχές η μία από την άλλη, οι άνθρωποι είναι σαν έξαφνα να βρίσκονται όλοι περιτριγυρισμένοι από αστέρια, μοιάζει σαν τ’ άστρα να κατέβηκαν στη γη. Κι αυτό βέβαια είναι κάτι που δεν μπορεί να το καταφέρει ένας άνθρωπος μόνος του ποτέ. Συμβαίνει μόνο όταν βρεθούν πολλοί μαζί.

Τέτοιες στιγμές, η σιωπή, η κατάνυξη, το αίσθημα της ταπεινότητας, η γαλήνη, η συγκίνηση... δεν περιγράφονται με λόγια.  «Υπάρχουν πολλά ποτάμια, αλλά μία θάλασσα», λέει ένα ρητό. Κι αν το σκεφτούμε αντίστροφα, δε θα υπήρχε θάλασσα αν δεν υπήρχαν τα ποτάμια, το κάθε ένα στη θέση του, όπως πρέπει να είναι.

Για όποιον ίσως θα’ θελε να στείλει μια νύχτα κι αυτός τις ευχές του, απολαμβάνοντας το φαναράκι του να ανεβαίνει στα ουράνια ή να χάνεται επιπλέοντας στο βάθος του θαλασσινού ορίζοντα, να πω πως στο youtube υπάρχουν κάμποσα βίντεο που δείχνουν βήμα-βήμα πως συναρμολογείται μια τέτοια κατασκευή.

Στην ελληνική αγορά βέβαια πωλούνται διάφορα φανάρια τέτοιου είδους. Με κάτι λιγότερο από πέντε ευρώ, για παράδειγμα, μπορεί κανείς να θαυμάζει ένα μικρό αερόστατο από ριζόχαρτο να λάμπει στον ουρανό, για περίπου ένα τέταρτο της ώρας. Αλλά αν είναι να κάνει κάτι κανείς, ε ας το κάνει σωστά. Στην περίπτωση αυτή, με τα δικά του χέρια. Δεν είναι δύσκολο. Μεράκι θέλει μόνο. Και λίγο χαρτί.

Το χαρτί, μιας και το ανέφερα, ως προστάτης της φωτιάς οπωσδήποτε δεν είναι η πιο ασφαλής επιλογή. Είναι όμως ιδανική για να συμβολίσει την ευθραυστότητα της ύπαρξης. Γιατί αυτό ακριβώς είναι ο άνθρωπος. Μπορεί να λαμπαδιάσει ανά πάσα στιγμή, όπως ένα χάρτινο φανάρι. Αλλά για όσο η φλόγα του καίει, προλαβαίνει να χαρίσει το πιο υπέροχο φως. Κι αν ενωθεί μ’ άλλες φλογίτσες, μπορεί να φτάσει στο σημείο να κάνει ακόμα και τη νύχτα, μέρα!