3.5.11

τες πα


Καλά, οι Αμερικάνοι δεν το έχουν τυχαία το Hollywood. Όχι παιδί μου. Άκου τώρα. Ήταν λέει ένας νομάς. Με λεφτά δε σου λέω, νομάς πάντως. Κακός ήταν αυτός. Κι ήταν κι άλλοι νομάδες. Κι αυτοί κακοί. Κι όλοι μαζί κάτσαν κάτω στο αντίσκηνο, πέρα μακριά στην έρημο και μια φτύναν άμμο, μια σκεφτόντουσαν πως θα ρίξουνε τους πύργους των Αμερικάνων. Και οι άτιμοι, το πιστεύεις; Καταφέρανε στους πύργους, οι νομάδες, ένα χτύπημα τι να σου πω, που σωριαστήκανε οι πύργοι κάτω. Οι νομάδες αυτά. Βέβαια. Πως τα πήγαν τ’ αεροπλάνα, πως τα ρίξαν... άλλο να σου λέω κι άλλο να ’σουν εκεί και να' βλεπες. Τι τυχερός ήτανε όμως ο κακός, ε; Όπως τα σκέφτηκε, ακριβώς έτσι γίνανε! Δηλαδή, ούτε το αμερικανικό πεντάγωνο να είχε σχεδιάσει το χτύπημα δε θα γινόταν έτσι ωραία και σωστά και γρήγορα.  Μια τύχη η τύχη του νομά... με ακρίβεια χιλιοστού! Όταν λέμε τέλειο το χτύπημα, τέλειο! ...Περάσαν δέκα χρόνια. Κι άκου τώρα. Τον αρχηγό αυτωνών των κακών τον πιάσανε οι Αμερικάνοι. Αμέ! Του την είχαν φυλαγμένη. Και τονε σκοτώσανε. Και τονε πετάξανε στη θάλασσα να μην τον δει ποτέ κανείς. Κανείς δεν τον είδε σκοτωμένο. Στη θάλασσα είναι τώρα αυτός. Νεκρός. Και χαίρεται ο πλανήτης όλος! Χαρά να δεις... Που σκοτώσανε αυτόν εκεί που έριξε τους πύργους, αυτόν ναι που όπως καθόταν και σχεδίαζε στην άμμο μ’ ένα κλαρί πως θα τους ρίξει, τσουπ να ’σου οι πύργοι κάτω. Ναι. Χαρά, χαρά, ανείπωτη χαρά που πεθαμένος είναι, που βέβαια άνθρωπος τέζα δεν τον είδε κι ούτε πρόκειται. Δεν έχει σημασία. Αρκεί που δικαιωθήκαν οι καλοί. Εμ πως;