29.4.14

Ἀκοῦμε.



κοστε. γ εμαι γκρεμιστής, γιατί εμ᾿ γ κι κτίστης,
διαλεχτς τς ρνησης κι κριβογις τς πίστης.
Κα θέλει κα τ γκρέμισμα νο κα καρδι κα χέρι.
Στο μίσους τ μεσάνυχτα τρέμει νς πόθου στέρι.
Κι ν εμαι τς νυχτις βλαστός, το χαλασμο πατέρας,
πάντα κοιτάζω πρ
ς τ φς τ πόμακρο τς μέρας.
γ σεισμς λύπητος, γ κι νοιχτομάτης·
το
μακρεμένου γναντευτής, κι κλέφτης κι πελάτης
κα
μ τ καριοφίλι μου κα μ τ᾿ πελατίκι
τ
ν πολιτεία τν κάνω ρμιά, γ χέρσα τ χωράφι.
Κάλλιο φυτρ
στε, γκριαγκαθιές, κα κάλλιο ορλιάστε, λύκοι,
κάλλιο φουσκ
στε, πόταμοι κα κάλλιο νοχτε τάφοι,
καί, δυναμίτη, βρόντηξε κα
σιγοστάλαξε αμα,
παρ
σ πύργους ρχοντας κα σ ναος τ ψέμα.
Τ
ν πρωτογέννητων καιρν πλάση μ τ᾿ γρίμια
ξανάρχεται. Καλ
ς ν’ρθ. Γκρεμίζω τν σκήμια.
Ε
μ᾿ να νήμπορο παιδ πο σκλαβωμένο το ’χει
τ
δείλιασμα κι λο ρωτ κα μήτε να μήτε χι
δ
ν το ποκρίνεται κανείς, κα πάει κι λο προσμένει
τ
λόγο πο δν ρχεται, κα μία ντροπ τ δένει.
Μ
τ τσεκορι μοναχ στ χέρι σν κρατήσω,
κα
τ τσεκορι μου ψυχ μ᾿ να θυμ περίσσο.
Τάχα ποι
ς μάγος, ποι στοιχει το δούλεψε τ᾿ τσάλι
κα
νιώθω φλόγα τν καρδι κα βράχο τ κεφάλι,
κα
θέλω ν τραβήξω μπρς κα πλατωσις ν᾿ νοίξω,
κα
μ᾿ να Να ν τιναχτ, μ᾿ να χι ν βροντήξω;
Καβάλα στ
νοητάκι μου, δν τρέμω σας ποιοι εστε
γκρικάω, βγαίνει
π μέσα του μι προσταγή: Γκρεμίστε!



« γκρεμιστής», Κ. Παλαμάς