Η εικονιζόμενη είναι η
πολυγραφότατη Σαλονικιά λογοτέχνης, Κατερίνα Καριζώνη. Ομολογώ πως δεν έτυχε ως
τώρα να διαβάσω έργα της, αφορμή γι αυτήν εδώ την ανάρτηση στάθηκε ένα δικό της
άρθρο που δημοσιεύτηκε στην καλοκαιρινή έκδοση του free-press, culturenow mag (τευχ.
25, σελ. 38). Θέμα του κειμένου: «η λογοτεχνία ως διαχείριση του περιττού». Το
διάβασα προ ολίγου και το βρήκα καλογραμμένο όσο και ενδιαφέρον.
Κι οφείλω να παρατηρήσω πως βρίσκω εξίσου ενδιαφέρουσα και την παρουσία της ίδιας. Έχω πλέον σχηματίσει μια πρώτη γνώμη για εκείνη, όχι μόνο λόγω του περιορισμένου δείγματος γραφής της, που έπεσε στα χέρια μου, αλλά γιατί την έψαξα κατόπιν στο δίχτυ και βρήκα άφθονες φωτογραφίες της. Σεργιάνισα επίσης και στο ιστολόγιό της. Πέρα λοιπόν από τα έντονα, οριεντάλ χαρακτηριστικά του προσώπου της, πρόσεξα πως η φλογερή αυτή γυναίκα, «χαζογιαγιά» πλέον, όπως δηλώνει η ίδια, διαθέτει και μία σαφή ενδυματολογική άποψη.
Όσες εμφανίσεις της εγώ είδα, συνδυάζουν το βαλκανικό φολκλόρ, την εγχώρια λαογραφία και το ανατολίτικο ναΐφ. Έχει δηλαδή μια εξωστρέφεια το ντύσιμό της, αλλά και το μακιγιάζ και τα αξεσουάρ της. Παρλάρουν όλα με άνεση γλώσσες από κουλτούρες φαινομενικά ξένες. Η ίδια είναι προφανές πως γίνεται ηθελημένα, δεκαετίες τώρα, ο καμβάς που πάνω του υφαίνεται μια σύζευξη πολιτισμών. Γι αυτό και η φιγούρα της μαντεύω πως θα γίνεται απ’ ευθείας οικεία σε οποιονδήποτε μεσογειακό.
Δε θα στεκόμουν τόσο στο παρουσιαστικό της συγγραφέως, αν αυτό δε μου έδινε την πλήρη εξήγηση για το άψογα δομημένο κείμενο που μ’ ευχαρίστησε πριν από λίγο. Ασφαλώς, το εν λόγω μικροσκοπικό δοκίμιο, προδίδει μια θεωρητική κατάρτιση που εκφεύγει της όποιας συγγραφικής δεξιότητας. Αυτή την επιβεβαίωση όμως τη βρήκα αμέσως μετά το κείμενο, στο σύντομο βιογραφικό της συντάκτριας που το ακολουθεί, στο οποίο και αναφέρεται πως η Κατερίνα Καριζώνη είναι οικονομολόγος, διδάκτορας του Αριστοτελείου.
Αλλού, διάβασα και ότι προηγουμένως υπήρξε απόφοιτος της Γερμανικής Σχολής. Είχα άλλωστε ήδη διακρίνει πως πρόκειται για πειθαρχημένο μυαλό, θετική κατεύθυνσης. Κοιτώντας τη βιβλιογραφία της ήταν που άρχισα να υποψιάζομαι τα υπόλοιπα. Στα θέματά της, εν μέσω πολλών άλλων, περιλαμβάνονται ευνούχοι, πειρατές, όνειρα, άγγελοι, παραμύθια, ο Καβάφης, το Αλγέρι.
Η φυσιογνωμία της άρα μου έλειπε μονάχα για να ολοκληρώσω στο μυαλό μου την εικόνα αυτής της δημιουργού. Και στην εξωτερική της εμφάνιση πια, μπόρεσα να κατανοήσω πως πράγματι, πρόκειται για κάποια που γνωρίζει εν τω βάθει την αισθητικότητα και κυρίως τη βαρύνουσα σημασία του περιττού. Οπωσδήποτε, χωρίς αυτή τη γνώση, δε θα ’ταν εφικτό να στηριχτεί απλώς στην ακαδημαϊκή παιδεία της για να μπορέσει ν’ αποδείξει σε λίγες μόλις παραγράφους πως «χωρίς το περιττό δε θα υπήρχε Ιστορία».
Παίρνοντας, μ’ άλλα λόγια, την Κατερίνα Καριζώνη απόψε στο κατόπι, ξαναθυμήθηκα πως το πιο σημαντικό απ’ όλα, είναι η μοναδικότητα του καθενός από εμάς, τα έμφυτα στοιχεία μας όπως αυτά διαμορφώνονται απ’ την ίδια τη ζωή, το ποιοι εν τέλει είμαστε μέσα μας, πολύ πέρα από πτυχία, αξιώματα, λεφτά και ό,τι άλλο στα στερημένα μάτια, λάμπει σα χρυσάφι.
Κι οφείλω να παρατηρήσω πως βρίσκω εξίσου ενδιαφέρουσα και την παρουσία της ίδιας. Έχω πλέον σχηματίσει μια πρώτη γνώμη για εκείνη, όχι μόνο λόγω του περιορισμένου δείγματος γραφής της, που έπεσε στα χέρια μου, αλλά γιατί την έψαξα κατόπιν στο δίχτυ και βρήκα άφθονες φωτογραφίες της. Σεργιάνισα επίσης και στο ιστολόγιό της. Πέρα λοιπόν από τα έντονα, οριεντάλ χαρακτηριστικά του προσώπου της, πρόσεξα πως η φλογερή αυτή γυναίκα, «χαζογιαγιά» πλέον, όπως δηλώνει η ίδια, διαθέτει και μία σαφή ενδυματολογική άποψη.
Όσες εμφανίσεις της εγώ είδα, συνδυάζουν το βαλκανικό φολκλόρ, την εγχώρια λαογραφία και το ανατολίτικο ναΐφ. Έχει δηλαδή μια εξωστρέφεια το ντύσιμό της, αλλά και το μακιγιάζ και τα αξεσουάρ της. Παρλάρουν όλα με άνεση γλώσσες από κουλτούρες φαινομενικά ξένες. Η ίδια είναι προφανές πως γίνεται ηθελημένα, δεκαετίες τώρα, ο καμβάς που πάνω του υφαίνεται μια σύζευξη πολιτισμών. Γι αυτό και η φιγούρα της μαντεύω πως θα γίνεται απ’ ευθείας οικεία σε οποιονδήποτε μεσογειακό.
Δε θα στεκόμουν τόσο στο παρουσιαστικό της συγγραφέως, αν αυτό δε μου έδινε την πλήρη εξήγηση για το άψογα δομημένο κείμενο που μ’ ευχαρίστησε πριν από λίγο. Ασφαλώς, το εν λόγω μικροσκοπικό δοκίμιο, προδίδει μια θεωρητική κατάρτιση που εκφεύγει της όποιας συγγραφικής δεξιότητας. Αυτή την επιβεβαίωση όμως τη βρήκα αμέσως μετά το κείμενο, στο σύντομο βιογραφικό της συντάκτριας που το ακολουθεί, στο οποίο και αναφέρεται πως η Κατερίνα Καριζώνη είναι οικονομολόγος, διδάκτορας του Αριστοτελείου.
Αλλού, διάβασα και ότι προηγουμένως υπήρξε απόφοιτος της Γερμανικής Σχολής. Είχα άλλωστε ήδη διακρίνει πως πρόκειται για πειθαρχημένο μυαλό, θετική κατεύθυνσης. Κοιτώντας τη βιβλιογραφία της ήταν που άρχισα να υποψιάζομαι τα υπόλοιπα. Στα θέματά της, εν μέσω πολλών άλλων, περιλαμβάνονται ευνούχοι, πειρατές, όνειρα, άγγελοι, παραμύθια, ο Καβάφης, το Αλγέρι.
Η φυσιογνωμία της άρα μου έλειπε μονάχα για να ολοκληρώσω στο μυαλό μου την εικόνα αυτής της δημιουργού. Και στην εξωτερική της εμφάνιση πια, μπόρεσα να κατανοήσω πως πράγματι, πρόκειται για κάποια που γνωρίζει εν τω βάθει την αισθητικότητα και κυρίως τη βαρύνουσα σημασία του περιττού. Οπωσδήποτε, χωρίς αυτή τη γνώση, δε θα ’ταν εφικτό να στηριχτεί απλώς στην ακαδημαϊκή παιδεία της για να μπορέσει ν’ αποδείξει σε λίγες μόλις παραγράφους πως «χωρίς το περιττό δε θα υπήρχε Ιστορία».
Παίρνοντας, μ’ άλλα λόγια, την Κατερίνα Καριζώνη απόψε στο κατόπι, ξαναθυμήθηκα πως το πιο σημαντικό απ’ όλα, είναι η μοναδικότητα του καθενός από εμάς, τα έμφυτα στοιχεία μας όπως αυτά διαμορφώνονται απ’ την ίδια τη ζωή, το ποιοι εν τέλει είμαστε μέσα μας, πολύ πέρα από πτυχία, αξιώματα, λεφτά και ό,τι άλλο στα στερημένα μάτια, λάμπει σα χρυσάφι.