31.10.12

τι λέει; θα ξεκολλήσουμε κάποτε;


ας κάνουμε λίγο στην πάντα τη ματαιοδοξία μας. 
ό,τι αναπνέει αγαπάει κι αγαπιέται το ίδιο. 
ανεξαρτήτως ομορφιάς, ράτσας 
και όποιας άλλης κατασκευής του μυαλού 
προσπαθεί να βουλώσει τις τρύπες στο συναίσθημα. 
όποιοι θέλουμε ένα ζώο συντροφιάς, 
ας πάρουμε ένα αδεσποτάκι. 
έχουν αποδειχθεί οι πιο αφοσιωμένοι σύντροφοι 
και γι αυτό οι ικανότεροι θεραπευτές.

ραπτομηχανή


φωτο: In Extremis

25.10.12

οργισμένο νιάτο!


φυσάει, βρέχει, κάνει κρύο...


Αντώνης, απεσταλμένος του Θεού.


Σπούδασε δάσκαλος και θεολόγος και ταξίδεψε κάμποσο, ως ιεραπόστολος. Στα είκοσι έξι του, διορίστηκε εφημέριος στον Άη-Γιώργη στον Κολωνό. Τότε, βλέποντας τη δραματική κατάσταση των παιδιών στην υποβαθμισμένη αυτή περιοχή, ξεκίνησε το ανθρωπιστικό έργο του, ιδρύοντας την Κιβωτό του Κόσμου. Δεκατέσσερα χρόνια μετά, συνεχίζει να βοηθάει όσο περισσότερο μπορεί, πάντα με την ίδια φλόγα στην ψυχή του.

Ο παπα-Αντώνης, κατά κόσμον Αντώνης Παπανικολάου, σε αντίθεση με τον ρατσιστικό τρόπο σκέψης της επίσημης εκκλησίας, λειτουργεί στο κέντρο της πρωτεύουσας, μία πολυθρησκευτική και πολυπολιτισμική κοινότητα. Δε χρησιμοποιεί ποτέ τη λέξη «λαθρομετανάστης». Για ’κείνον, οι ξενόφερτοι άνθρωποι που σήμερα καταδιώκονται απ’ την ακροδεξιά με τις επευφημίες των χιλιάδων ψηφοφόρων της, είναι απλά πρόσφυγες. «Απ’ τη στιγμή που έχουμε όλον αυτό τον πληθυσμό, είναι πολύ μεγάλη αμαρτία να κλείνουμε τα μάτια μας και να μην τους βοηθήσουμε ουσιαστικά», τον άκουσα να λέει σε μία συνέντευξή του.   
Και πράγματι, η εστία του νέου ιερέα στο κέντρο της πρωτεύουσας, φαίνεται πως βοηθάει ουσιαστικά. Στο πλάι του βέβαια, έχουν ταχθεί εκατοντάδες εθελοντές, φίλοι και συμπαραστάτες. Μέχρι σήμερα, η Κιβωτός έχει στηρίξει περισσότερες από δύο χιλιάδες παιδιά και εφήβους με σοβαρά προβλήματα και άπορες, ανύπαντρες ή κακοποιημένες μητέρες. Ανεξαρτήτως χρώματος στην επιδερμίδα, γλώσσας και θρησκείας.

Το έργο των ανθρώπων της κιβωτού είναι προφανώς σημαντικό αλλά και δαπανηρό από κάθε άποψη. Στην πράξη, η παροχή φροντίδας, συμπαράστασης και ελπίδας για το μέλλον, μεταφράζεται σε σίτιση, φιλοξενία κι ένα πλήθος υποστηρικτικών υπηρεσιών. Γι αυτό, η προσπάθειά τους χρειάζεται την υλική και ηθική συνεισφορά όλων μας, καθώς και την ενεργή συμμετοχή μας. Πληροφορίες για όποιον χρειάζεται βοήθεια, ή θέλει να βοηθήσει, υπάρχουν στη σελίδα: Κιβωτός του Κόσμου.

Ο παπα-Αντώνης, αν και βραβευμένος για το έργο του από την UNESCO, εξακολουθεί να είναι ένας ταπεινός εφημέριος. Δεν στέκεται όμως στους τύπους, δε φοβάται να αγγίξει τους συνανθρώπους του και τα λόγια του πλημμυρίζουν από συναισθήματα. Μιλάει με πλήρη πίστη, λέει πως όλα θα πάνε καλά, εξηγεί πως θαύματα γίνονται κάθε στιγμή και διαλαλεί το ιερό μήνυμα, την αγάπη. Πιστεύω πως αν εκείνος ήταν ο κανόνας και όχι η εξαίρεση στον κλήρο, πολλά, πάρα πολλά δυσάρεστα της κοινωνίας θα είχαν αποφευχθεί. Ας τον ακούσουμε.    

 

23.10.12

το αριστουργηματικό «Downton Abbey»


Πλάκα-πλάκα, κοντεύουνε δυο χρόνια τώρα που τηλεόραση βλέπω πια μόνο σε τρεις περιπτώσεις: αν κάθομαι στο χωλ της μάνας μου πλάι της ενώ εκείνη παρακολουθεί κάτι στο χαζοκούτι, για να δω τον Αλέξη ή κάποια άλλη πολύ συγκεκριμένη ενημερωτική εκπομπή, κι όποτε πάω επίσκεψη και τύχει να ’χουν ανοιχτή την τηλεόραση. Έτσι βέβαια γλιτώνω όλη τη χλέμπα, χάνω όμως και μερικά διαμαντάκια.

Χτες βράδυ πετάχτηκα μέχρι μια φιλενάδα μου, να πιω μαζί της τον τελευταίο καφέ της Δευτέρας. Έφτασα κατά τις δέκα και τη βρήκα με τα νυχτικά.

- «Βλέπω ταινία! Έλα, μόλις άρχισε...», είπε αντί για το αναμενόμενο «γεια, τι κάνεις;»
- «Καλά δες εσύ ταινία, να διαβάσω εγώ», απάντησα.

Διότι βέβαια, είμαι σταθερά υπέρ της άποψης ότι καθένας πρέπει να κάνει αυτό που θέλει, χωρίς να καταπιέζει ούτε τον εαυτό του ούτε τους άλλους. Και πράγματι θα διάβαζα. Στην τσάντα μου τελευταίως υπάρχει πάντα ένα βιβλίο (καμιά φορά και δύο) απ’ τα μικρά, τα “portable”, όπως τα αποκαλώ εγώ. Τα έχω μαζί, για περιπτώσεις αναμονής, π.χ. σε κάναν γελοίο γιατρό που κερδοσοπεί εις βάρος του ελεύθερου χρόνου των πελατών του, σε κάνα μετρό, σε καμιά τράπεζα με ουρά, σε καμιά ξαφνική στάση για μοναχικό καφεδάκι, τέτοια.

Και ειδικά χθες είχα μαζί μου το εξαιρετικό «πορνογραφία και αισχρότητα» του Lawrence, που όλο κάπως δεν ταίριαζε και δεν το συνέχιζα, αν και τρωγόμουνα από παραπροχθές να δω τι λέει παρακάτω. Οπότε διόλου δε θα με πείραζε να διάβαζα στο σαλόνι της φίλης μου. Η οποία μόλις με υποδέχθηκε εξαφανίστηκε στην κουζίνα γα να ψήσει καφέ. Εγώ άφησα τα πράγματά μου και την ακολούθησα. 

Νομίζω πως σε κάθε ένα από τα φιλικά σπίτια που επισκέπτομαι συχνά, πίνω κι άλλο είδος καφέ. Στο σπίτι αυτής της φίλης πίνω πάντα, ανεξαρτήτως ώρας, έναν τετραπλό ελληνικό. Ξέρει εκείνη και δε ρωτάει τι και πως. Μάλιστα έχω εκεί την αγαπημένη μου κούπα. Μόνο σ’ αυτή θέλω τον καφέ μου. 

Έχει τριαντάφυλλα τυπωμένα ολόγυρα και κάτω έχει μια πολύ χαριτωμένη καμπύλη πριν καταλήξει στη βάση. Είναι ένα αλλόκοτο πράμα δηλαδή, εμ φλιτζάνι εμ κολονάτο και όπως συμβαίνει με τα περισσότερα αλλόκοτα επί γης, εγώ του ’χω μεγάλη αδυναμία. Μια φορά, η ιδιοκτήτριά του κάπου το ’χε χώσει και ψάχναμε σ’ όλο το σπίτι να το βρούμε, μπρος αυτή με το γεμάτο καυτό μπρίκι στο χέρι κι εγώ από πίσω, γιατί δεν ήθελα κανένα άλλο απ' τα φλιτζάνια της. Παραξενιές της τρίτης ηλικίας.

Αφού λοιπόν σερβιρίστηκε με συνοπτικές διαδικασίες ο καφές μου, τον μεταφέραμε στο καθιστικό (μαζί με κάτι τυροπιτάκια και λίγη μορταδέλα) και στρωθήκαμε η μία στον έναν καναπέ, η άλλη στον άλλο.

Έβγαλα λοιπόν το βιβλιαράκι μου και το άνοιξα στην τσακισμένη σελίδα. Δε διάβασα λέξη όμως. Εκείνη τη στιγμή στην οθόνη είδα το σήμα της ΝΕΤ κι από κάτω έναν μελαχρινό νεαρό, τον οποίο είχε πάρει το μάτι μου και καθώς έμπαινα. Υποτίθεται πως ήταν γιος Τούρκου πρέσβη και καλεσμένος μιας αριστοκρατικής οικογένειας της Αγγλίας των αρχών του 20ου αιώνα. Προφανώς, εγώ θα αδιαφορούσα για την ταινία, αν ο νέος άνδρας δεν κειτόταν νεκρός μέσα στην έπαυλη και μάλιστα μέσα στην κάμαρα μίας εκ των τριών πλουσίων θυγατέρων. Είχε λοιπόν ενδιαφέρον το πλάνο κι έτσι ρώτησα:

- «ποιος είναι αυτός;»... καμία απάντηση
- «ε; αυτός ποιος είναι;», ξαναδοκίμασα, με την ελπίδα η αλλαγή στη σύνταξη να αποσπάσει την προσοχή της απ’ το γυαλί
- «ένας Τούρκος!», είπε κοφτά 
- «κι από τι πήγε;», επέμεινα για λεπτομέρειες
- «που να ξέρω; ήμασταν μέσα!», ήταν το μόνο που εισέπραξα

Λίγο λοιπόν από τύψεις που η άφιξή μου κόστισε στη φίλη μου την απώλεια της επίμαχης σκηνής, λίγο επειδή η ποιότητα της εικόνας τόσο τεχνικά όσο και αισθητικά ήταν άψογη, συνέχισα να βλέπω. Και είδα κάμποση ώρα, εξίσου απορροφημένη με τη φιλενάδα μου. Μέχρι που κάποια στιγμή, ξαφνικά το έργο τελείωσε, εντελώς απροσδόκητα.

- «τι έγινε; γιατί σταμάτησε;», διαμαρτυρήθηκα (εγώ! που για να δω ταινία στην τηλεόραση, πρέπει να με δέσεις!)
- «τελείωσε», είπε αυτή απογοητευμένα
- «ε δε μπορεί να τέλειωσε έτσι!», διαμαρτυρήθηκα εντονότερα
- «ε αφού σου λέω τέλειωσε...»
- «με συγχωρείς, σειρά είναι;»
- «ναι»
- «εσύ είπες ταινία!», ρούφηξα την τελευταία μου γουλιά
- «αμάν ρε παιδί μου, όλα πρέπει να στα λέμε επακριβώς εσένα!», τ’ άκουσα κι από πάνω!
- «πότε παίζει πάλι;», αγνόησα το σχόλιό της
- «αύριο»
- «τι ώρα;»
- «στις δέκα»

Ωραία, σκέφτηκα. Θα δω αυτό στις δέκα και μετά, κλασικά, Αλέξη στις έντεκα και τέταρτο. Το σίριαλ είχε ήδη καταχωρηθεί στα «to do» της επόμενης μέρας. Τελικά βέβαια, δεν είδα ούτε τους «φακέλους», ούτε τον «Πύργο του Ντάουντον». Από τ’ απόγευμα μέχρι πριν μια ώρα ήμουν κάπου στα ανατολικά παράλια της Αττικής, λαμβάνοντας μέρος σ’ ένα θεότρελο happening. Γελάσαμε όμως πολύ, οπότε χαλάλι!

Γυρνώντας βέβαια σπίτι, θυμήθηκα την "ταινία" της φίλης μου και βρήκα πως αυτή η πραγματικά αξιέπαινη σειρά της ΕΡΤ έχει τιμηθεί με «χρυσές σφαίρες» και πλήθος άλλων βραβείων. Πολύ λογικό! Εδώ κέρδισε εμένα, που πάσχω από τηλεοπτική ακαθισία... 

τι μονόκερος, τι ρινόκερος...


miss Liberty, herself!


  ένα κοριτσόπουλο που περιφέρεται στη Ν. Υόρκη!
  πως αλλιώς θα μπορούσε να είναι η ελευθερία;

  η Niki Yanofsky από τον Καναδά,
  μόλις δεκαοκτώ ετών,
  με φρέσκο προσωπάκι, βαθύ βλέμμα και άφθονο ταλέντο,
  μας παροτρύνει να βιαστούμε, να προλάβουμε το τραίνο...


μπράβο, ν' αλλάξω κι εγώ τη λάμπα στον κήπο...


φωτο: In Extremis

22.10.12

Βαλκανιάς και αρίστη!



-         μου ’πε: «τι θες;»
-         είπα: «εεε... μια γάστρα»
-         «σοβαρά μιλάω, γάστρα θες;», ρώτησε
-         «ναι, γάστρα θέλω», απάντησα

τα ξημερώματα πέρασε τα σύνορα.
κι είναι μια κούκλα ζωγραφιστή!
είναι πράγματι ζωγραφιστή, στο χέρι
αύριο λοιπόν, η μέρα μου θ’ αρχίσει καθαρίζοντας πατάτες.
πρέπει να μάθω τα χούγια της... 
:-)

21.10.12

God save the activists!!!


η 24χρονη κοπέλα της φωτογραφίας ονομάζεται Jacqueline Traide
και είναι performance artist
 

την περασμένη Τρίτη, υποβλήθηκε δημόσια, επί δέκα συνεχόμενες ώρες
στα ίδια βασανιστήρια που αναγκάζουν 
οι βιομηχανίες καλλυντικών τα πειραματόζωα


ανέχτηκε ό,τι ανέχονται καθημερινά 
χιλιάδες αθώα ζωντανά πλάσματα,
χωρίς όμως να υποστεί τον πόνο που αισθάνονται εκείνα


ο δικός τους θάνατος είναι πραγματικός και καλά κρυμμένος
ο δικός της αντίθετα, ήταν απλώς συμβολικός  
έκθετος όμως στη βιτρίνα καταστήματος 
σε κεντρικό δρόμο του Λονδίνου


σκοπός ήταν να ευαισθητοποιηθούν οι περαστικές κυρίες
για την κατάφορη αδικία 
που πασαλείβουν καθημερινά στα μούτρα τους,
θέλοντας -φευ!- να παραμείνουν  ποθητές εσαεί.  

η Jacqueline έστειλε το μήνυμα:
ΝΑ ΑΠΑΓΟΡΕΥΤΟΥΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΩΣ 
ΟΙ ΔΟΚΙΜΕΣ ΣΕ ΖΩΑ ΓΙΑ ΦΑΡΜΑΚΑ & ΚΑΛΛΥΝΤΙΚΑ!!!

είναι στο χέρι μας να πραγματοποιηθεί η ευχή:
  1. δεν αγοράζουμε προϊόντα χωρίς το σήμα "not tested on animals"
2. υπογράφουμε κάθε έγκυρο έγγραφο που μπορεί να ασκήσει πίεση προς αυτή την κατεύθυνση, όπως αυτό της παγκόσμιας εκστρατείας Cruelty-Free

20.10.12

νομίζω λένε ανέκδοτα για τον Χάρη...

φωτο: Rumi

θα τη μεγενθύνω, να την κάνω αφίσα, 
να τη βάλω απέναντι απ' το κρεβάτι μου, 
να 'ναι το πρώτο πράγμα που θα βλέπω κάθε πρωί!
:-)

να 'χαμε, να λέγαμε...

το κατοικίδιο στη διαφήμιση...

το κατοικίδιο στην πραγματική ζωή!

19.10.12

χωρίς τίτλο!

 
10.10.2012 – πόλη Χαμούρια, Συρία 

Ο Χουσεΐν Ασφούρ, υπάλληλος σε κατάστημα επίπλων, θρηνεί πεσμένος πάνω στο πτώμα της κόρης του, Μαράμ. 
Το άλλο του κοριτσάκι, η Μαράχ, έχει επίσης ξεψυχήσει.
Πόσο ακόμα πόνο θα κοστίσει αυτός ο εμφύλιος;

ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ: Αν δεν αισθάνεστε αρκετά δυνατοί, καλύτερα μη δείτε το βίντεο!


με τον Νόμο!

πλεκτές κούκλες της Kay Petal

Μα θα ’ναι και δέκα μέρες από τότε που μετακόμισε εδώ ένα ζευγάρι. Και κάθε πρωί, κατά τις έντεκα που εγώ είμαι στο φουλ της δουλειάς μου και χρειάζομαι ησυχία, αυτοί οι δυο «πλακώνονται». Συνήθως ο καυγάς ξεκινάει απ’ την τοστιέρα (τρομερό θέμα για τσακωμό, ε;), αλλά επεκτείνεται και σε κάτι συγγενικά τους πρόσωπα και σε διάφορα άλλα ζητήματα, μείζονος σημασίας όλα.

Και καλά που τσακώνονται και ξεφωνίζουν, ιδίως ο άντρας, το ενδιαφέρον είναι ο τρόπος που τσακώνονται. Ο καυγάς τους είναι αυτοσκοπός. Καυγάς για τον καυγά. Ο τύπος μάλιστα βρίζει άσχημα, όχι αυτήν, γενικώς κι αορίστως. Οι τσακωμοί τους όμως δεν έχουν τη φυσιολογική κλιμάκωση, ούτε καν αληθινό εκνευρισμό. Είναι σαν να πατούν ένα κουμπί, αρχίζουν κι όταν τελειώσει ο χρόνος που κρίνουν ικανοποιητικό, απλώς σταματούν. Δηλαδή οι άνθρωποι είναι απολύτως ενήμεροι πως ακούγονται στη γειτονιά και μάλλον αυτό ακριβώς απολαμβάνουν. Να πρωταγωνιστούν σε μικρά αυτοτελή καθημερινά επεισόδια ακουστικής μιζέριας.

Χτες δε, άκουσα το χειρότερο όλων. Δεν είναι ηλικιωμένο αντρόγυνο, όπως νόμιζα. Είναι μάνα και γιος! Κι έμεινα στήλη άλατος. Γιατί τέτοια δίδυμα έρχονται βέβαια αποφασισμένα να μείνουν για καιρό. Εγώ την πρώτη φορά, τους άκουγα χαμογελώντας. Το βρήκα συμπαθητικό αυτό με την τοστιέρα. Και φυσικά νόμιζα πως επρόκειτο για μεμονωμένο περιστατικό.

Σημειωτέον, οι φωνές τους είναι εξίσου γέρικες. Οπότε και τις επόμενες φορές, σεβόμενη τον πρωινό καυγά των (κατά πως νόμιζα) γερόντων, προσάρμοζα το πρόγραμμά μου στη δική τους εκπομπή. Σε άλλη περίπτωση θα ’χα βγει και θα το ’χαν κόψει το καλαμπουράκι προ πολλού. Ανήκω δυστυχώς σ’ αυτούς που στη βία αντιδρούν με βία κι έχω μερικά παράσημα εδώ στη γειτονιά, από καυγάδες που έχουν λήξει με δική μου παρέμβαση, σχεδόν εν τη γενέσει τους. Διότι το δεύτερο πράγμα που απεχθάνομαι μετά τη γκρίνια, είναι τα αναίτια ξεφωνητά.

Κι όταν κατά κακή σου τύχη ζεις στοιβαγμένος ανάμεσα σε άλλους, αν μη τι άλλο πρέπει να σέβεσαι τους κανόνες. Αλλιώς θα γινότανε το χάος στις γειτονιές. Με τους ανθρώπους της μεγαλύτερης ηλικίας όμως -πώς να το κάνουμε;- το σκέφτεσαι κομμάτι πριν αρχίσεις να «κατεβάζεις καντήλια». Με το που άρχιζαν λοιπόν αυτοί να ωρύονται σηκωνόμουνα κι εγώ απ’ τον υπολογιστή μου, συμμάζευα το σπίτι, τάιζα τ’ αδεσποτάκια, τακτοποιούσα τα χαρτιά μου, πετιόμουν για τυρόπιτα… διότι για να συγκεντρωθώ να δουλέψω, δεν υπήρχε περίπτωση. Η αντιπαράθεση των καινούργιων γειτόνων άρα, μέρες τώρα απλώς σηματοδοτεί το διάλλειμά μου.    

Αλλά δεν πρόκειται να ανεχθώ άλλο τον γιο που ’ναι για του Σινούρη και τη μάνα που μάλλον τον κατάντησε έτσι και γι αυτό τώρα τον ανέχεται. Αγαπώ άπειρα τους τρελούς, αρκεί όμως να μπορούμε να συνεννοηθούμε στα βασικά. Και θα συνεννοηθούμε μ’ αυτούς εδώ, δεν υπάρχει περίπτωση. Εγώ τυγχάνει να μιλάω διάφορες γλώσσες. Συνήθως βέβαια ξεκινάω με την νεοελληνική. Όπως σήμερα το πρωί. Εφτά η ώρα κάλεσα την αστυνομία. Το σήκωσε μία κοπέλα.
   - «Καλημέρα, μπορείτε παρακαλώ να μου πείτε τι ώρα το πρωί 
      λήγει η κοινή ησυχία;» ρώτησα.
   - «Στις εφτάμιση, κυρία», απάντησε η φωνή.

«Κεριά!» σκέφτηκα, αλλά δεν το είπα. Ευχαρίστησα μόνο και μετά περίμενα να πάει επτά και τριάντα ένα πρώτα λεπτά. Ε και πήγε. Και με ανοιχτά τζάμια σ’ όλο το σπίτι, έβαλα το κομματάκι που ακολουθεί, με την ένταση στο τέρμα. Οι γείτονες δεν ξέρω αν κατάλαβαν το μήνυμα που περιείχε το σημερινό τους ξύπνημα, πάντως ο συγκάτοικός μου, ο οποίος επίσης δεν αντέχει τους δυνατούς θορύβους, έξυνε με τα νύχια του τα πατζούρια, για να του ανοίξω να βγει στον κήπο, να σωθεί.

Και λέω εγώ τώρα… ένα τραγουδάκι τέτοια ώρα κάθε μέρα, τι σκατά, δε θα την κάνει πέρα την τοστιέρα;
   

για πάρτη σου, μικρέ!


χτες το μεσημέρι περίμενα ν’ ανοίξει το φανάρι
γωνία Ηρακλείτου και Σόλωνος

και πρόσεξα ένα αγόρι γύρω στα είκοσι πέντε
που στις μύτες των ποδιών του
έκανε κάτι παράξενο με τα μούτρα στον τοίχο

όταν τέλειωσε και γύρισε
διαπίστωσα πως φορούσε ποδιά
και κρατούσε ένα πλαστικό ποτιστήρι

ήταν σερβιτόρος απ’ το απέναντι μπιστρώ
ο οποίος με περισσή προσοχή
είχε μόλις ποτίσει μια περικοκλάδα
φυτρωμένη αναιδώς στην πρόσοψη
μιας καθώς πρέπει πολυκατοικίας του Κολωνακίου 




17.10.12

πιςία

  τα πιςία (προφέρκουνταν [piʃ'ia]) 
είναι πατροπαράδοτον ποντιακόν φαΐν 
ψέεται σο τηγάν 

ντο πράματα θέλομεν (για δέκα πιςία)
500 γρ. αλεύρ
1 φακελόπον ξηρόν μαγιάν
1 ωβόν
1 χουλερόπον άλας
1 φλιτζάν ελάδ 

πως εφτάμε τα πιςία
εφτάμε τρανά ζουμωτά φύλλα κι ενοίγοματα 
επεκεί θέκοματα σο τηγάν απές και κλώθοματα ασα δύο μερέας
εκοκκινίζνε κι επέκει εβγάζοματα, αλείβομ' απάν μέλ, πετμέζ ή ζάχαρην
επεκεί βάλλομ'ατα σ' έναν ςκεύος, κάθουμες σο τραπέζ και τρώγουμε

 

existence



Όπως τη δύναμη ενός ντοκιμαντέρ δε μπορεί να τη συναγωνιστεί ούτε η ακριβότερη ταινία περιπέτειας, έτσι κι η πιο καλοστημένη καλλιτεχνική φωτογραφία ωχριά μπροστά σε οποιαδήποτε λήψη συλλαμβάνει την αγριότητα της αληθινής ζωής, όσο πρόχειρα τραβηγμένη κι αν είναι. 

Η φωτογαφία που βλέπουμε εδώ αναρτήθηκε πριν από οκτώ ώρες στο facebook, από την Occupy Wall st. Δε θα τη σχολιάσω όμως. Γιατί με πρόλαβε μία Αμερικανίδα νοσοκόμα, ονόματι Karen Lankford.

Η Karen λοιπόν πριν από έξι ώρες, έγραψε κάτω απ' αυτή τη φωτο: «Ίσως είναι απλό να το πει κανείς, τόσο λυπηρό αλλά αληθινό, πως πολλοί αδιαφορούν για αυτούς που έχουν ανάγκη να αναγνωριστεί η ύπαρξή τους. Επιλέγουν να τους αγνοούν, αντί να τους προσφέρουν λίγη καλοσύνη. Δεν μπορώ να πω πως εγώ έχω κάνει και πολλά, πάντα όμως προσπαθώ να βοηθάω όταν μπορώ. Πενήντα, ή ακόμα και μόνο μία καλή κουβέντα, είναι προτιμότερη απ’ το τίποτα!»*

Αυτά. Καλό μεσημέρι σ' όλους.


*"Perhaps, it's simply saying, so sad, but true, many choose to ignore those in need of recognition of existence, and choose to ignore, instead of offering a little loving kindness. I don't have much to be able to do a lot, but I always try to help when I can. 50 or even a kind word is better than nothing!"

16.10.12

α-μπε-μπα-μπλομ… αρχαϊστί!



Σήμερα φαίνεται πως έχουν την τιμητική τους οι φίλοι των φίλων μου. Και το λέω γιατί αυτή εδώ η ανάρτηση προέκυψε μ’ έναν τρόπο ανάλογο με αυτόν της ακριβώς προηγούμενης. Το απόγευμα δηλαδή, κατέφθασε ένα προωθημένο e-mail απ’ τον φίλο μου τον Γιάννη, το οποίο ο ίδιος είχε λάβει νωρίτερα απ’ τον φίλο του τον Φίλιππο.

Σ’ αυτό το μήνυμα λοιπόν, ο Φίλιππος εξηγεί τη δική του εκδοχή για την προέλευση του πασίγνωστου παιδικού παιχνιδιού «α-μπε-μπα-μπλομ», ή αλλιώς «έλα να τα βγάλουμε». Υποθέτω πως όλοι πιστεύαμε ως τώρα πως τα λόγια αυτού του τραγουδιού είναι εντελώς ασυνάρτητα, κενά νοήματος, «αποκυήματα της παιδικής φαντασίας», όπως γράφει ο Φίλιππος.

Ο οποίος γράφει επίσης πως δεν είναι καθόλου έτσι τα πράγματα και πως η αρχαιοελληνική αυτή στιχομυθία απλώς έχασε το νόημά της στην πάροδο των ετών, από τους «εξελληνισμένους βαρβάρους, Σλάβους, Τουρκόφωνους, Λατίνους κ.ά., που δεν κατανοούσαν την ελληνική» και μη διαθέτοντας (πάντα κατά τα λεγόμενα του Φίλιππου)  τη φωνητική ανατομία που θα τους επέτρεπε σωστές εκφωνήσεις, παράφραζαν τις λέξεις κι έτσι κάποιες εξ΄ αυτών διεστραμμένες και παραμορφωμένες, έφθασαν μέχρι τις μέρες μας, κυριολεκτικά αγνώριστες.

Προσωπικά, μου σηκώνεται η γούνα στη ράχη όποτε τύχει να διαβάσω λέξεις όπως «βάρβαροι» ή «διαστροφή και παραμόρφωση της ελληνικής γλώσσας» ή κάτι ανατριχιαστικό, όπως η φράση: «η διαχρονικότητα της ελληνικής γλώσσης είναι αδιαμφισβήτητη και αυταπόδεικτη!». Κι αυτό γιατί πολύ απλά έχω διδαχθεί γλωσσολογία (επικουρικά, φυσικά), άρα είμαι στοιχειωδώς ενήμερη για την ποικιλία των αλλαγών στις οποίες υποβάλλεται η γλώσσα.

Κάθε γλώσσα αλλάζει, για ένα πλήθος λόγων που σχετίζονται με τον χρόνο, την πολιτιστική ανταλλαγή ανάμεσα στους λαούς κυρίως τον όμορων κρατών αλλά όχι μόνο αυτών, και με μία σειρά από διάφορες επιπλέον παραμέτρους, χωρίς το γενικό αυτό φαινόμενο να κατακρίνεται από την επιστήμη, ούτε κατά διάνοια.

Η γλώσσα είναι κάτι ζωντανό. Κατ’ επέκταση, είναι όχι μόνο πρακτικά αδύνατο να εξασφαλιστεί η στασιμότητά της σε μία μορφή, με την οποία σε κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή είναι εξυπηρετική για κάποιους, οπότε και αρεστή σε αυτούς (έτσι ακριβώς, χωρίς «αλλοιώσεις»), αλλά και ολότελα αφύσικο!  

Το θέμα που κοντεύω να ανοίξω εδώ είναι μεγάλο και πολύ ενδιαφέρον. Φαντάζομαι άρα πως θα ασχοληθώ μαζί του όταν με το καλό ξελασκάρω λίγο απ’ αυτά που κάνω τώρα. Αυτή τη στιγμή όμως δεν έχω χρόνο να το αναλύσω περισσότερο. Ούτε καν για να ψάξω αν αυτά που λέει ο Φίλιππος για το «α-μπε-μπα-μπλομ» είναι βάσιμα ή όχι. Το μόνο που ήθελα ήταν να μοιραστώ μαζί σας την κεντρική ιδέα αυτού του e-mail, για να χαμογελάσετε όπως χαμογέλαγα κι εγώ καθώς το διάβαζα.

Ο Φίλιππος λοιπόν περιγράφει το εν λόγω παιχνίδι ως εξής: θυμάται λέει πως ως πιτσιρικάς με τους συνομήλικούς του σχημάτιζαν δύο αντιπαρατιθέμενες ομάδες κι έτσι παραταγμένοι εφορμούσαν οι μεν εναντίον των δε, ψελλίζοντας τα ακαταλαβίστικα λόγια: «α μπε, μπα μπλον, του κείθε μπλον, α μπε μπα μπλον του κείθε μπλον, μπλην, μπλον».  

Και λέει πως στην αρχαία Αθήνα, οι παίδες γυμνάζονταν κατ’ αυτόν τον τρόπο, προετοιμάζονταν δηλαδή για τα κατοπινά, αληθινά πολεμικά παιχνίδια. Και η απόδοση των στίχων αυτών είναι λέει η εξής: «απεμπολών, του κείθεν εμβολών», που στην αρχαιοελληνική σήμαιναν: σε απωθώ, σε σπρώχνω (απεμπολών) πέρα, μακριά (εκείθεν) σε εμβολίζω (εμβολών) με το δόρυ, το ακόντιό μου.

Εγώ ρε παιδιά, τέτοια πράματα, για δόρια και για ακόντια, δε θυμάμαι να λέγαμε με τις φιλενάδες μου. Εμείς το μόνο που λέγαμε ήταν για έναν ελέφαντα που έπαιζε μουσική στη βόρειο Αμερική. Τι να πω; Μάλλον θα φταίει που ήμασταν κορίτσια. 

féminité


κανονικό έργο τέχνης!
κι όμως, αυτή η φωτογραφία πάρθηκε σήμερα αστραπιαία
από μια φίλη μιας διαδικτυακής φίλης μου
μέσα σε αστικό λεωφορείο.
συγκεκριμένα, στο Α7
που εκτελεί το δρομολόγιο Κάνιγγος-Κηφισιά
και που ανάμεσα σε Αρσάκειο και Κολλέγιο
σταματάει σε μία στάση που λέγεται Αβάνα.

θερμά συγχαρητήρια στη φωτογράφο!
δε γράφω όμως τα ονόματα των κοριτσιών,
γιατί μία στο εκατομμύριο
μπορεί η όμορφη αυτού του κάδρου
να θυμώσει για τη λαθραία λήψη.
ίσως να μη θέλει να ξέρει όλος ο κόσμος
πως διαβάζει τον "μοναχό που πούλησε τη ferrari του".
προσωπικά πάντως, βρίσκω πως τόσο η παραβολή του Robin Sharma
όσο και η νεαρή κυρία αυτού του πίνακα
μπορούν να εμπνεύσουν πολύ κόσμο!

14.10.12

Μα-τού-λα, Μα-τού-λα!!!

εκτός απ' τη Ματούλα, επίσης κι ο τύπος με το τσιγάρο έχει ενδιαφέρον...


Κατέβηκα το βράδυ στο λιμάνι, να παραλάβω κάτι από έναν φίλο που ήρθε απ' το νησί του. Έφτασα ελάχιστα καθυστερημένη και τον είδα να περιμένει εκεί όπου είχαμε συνεννοηθεί. Με τα ακουστικά στ' αυτιά εγώ βεβαίως, αυτό άλλωστε είναι στανταράκι, χρόνια τώρα.

Και την ώρα ακριβώς που τον εντόπισα, άλλαζα σταθμό στο ράδιο κι άκουσα έτσι ένα τραγούδι που δεν είχα ακούσει άλλη φορά. Και καθώς σηκώθηκα στις μύτες να φιλήσω, πλημμύρισε τ' αυτιά μου ένας ήχος προφανέστατα φολκλόρ, επίμονος, μονότονος κι οξύς, παρ' όλα αυτά εξαιρετικά ενδιαφέρων. Δεν μπορούσα όμως να τον ταυτίσω με κάποιο γνωστό μουσικό όργανο.

Έτσι, έβγαλα τη μία "ψείρα" και την έχωσα στ' αυτί του φίλου μου, ρωτώντας: "τι είναι αυτό το πράμα ρε 'συ;". Εκείνος αιφνιδιάστηκε προς στιγμήν, αλλά το ξεπέρασε γρήγορα. Ούτε αυτός ήξερε το κομμάτι, συγκεντρώθηκε όμως στον ήχο και μόλις τελείωσε το σύντομο σολάρισμα, απεφάνθη: "τρομπέτα!". "Άσε ρε Γιαννάκη που 'ναι τρομπέτα...", αμφισβήτησα τις ομολογουμένως αξιοζήλευτες γνώσεις του στη μουσική. "Μπορεί όμως να 'ναι και κοντραμπάσο!", ειρωνεύτηκε αυτός με τη σειρά του.

Προ ολίγου, σπίτι πια, αναζήτησα το τραγούδι στο δίχτυ και δε δυσκολεύτηκα καθόλου να το εντοπίσω. Διότι είχα συγκρατήσει τον τελευταίο του στίχο: "άμοιρη ψυχή, μην ξεγελαστείς". Κι έτσι, βρήκα πως το όργανο απ' του οποίου τα σωθικά αναβλύζει αυτός ο γαργαλιστικός ήχος είναι... κλαρίνο!

Αυτό δηλαδή το συμπέρασμα προέκυψε από την εκτέλεση της Μελίνας Κανά, με τη συνοδεία της μπάντας Ashkhabad, από το μακρινό Τουρκμενιστάν. Για όποιον -όπως εγώ η αγεωγράφητη- δεν ξέρει κατά που πέφτει, να εξηγήσω πως ανακάλυψα ότι το Τουρκμενιστάν είναι μια χώρα στα βάθη της Ανατολής, κάπου ανάμεσα σε Αφγανιστάν, Ιράν, Ουζμπεκιστάν, Καζαχστάν και Κασπία θάλασσα. Κι αν έχω καταλάβει σωστά, ο κλαρινίστας τους λέγεται Sabir Rizaev.

Πάνω λοιπόν που χαιρόμουν μόνη μου σκεπτόμενη τα μούτρα του φίλου μου μόλις καθαιρεθεί από παντογνώστης του πενταγράμμου (επιτέλους δηλαδή, γιατί μας έχει πρήξει!), σκουντούφλισα πάνω σε ένα άλλο βιντεάκι. Ερμηνεύτρια αυτή τη φορά κάποια Ματούλα Ζαμάνη. Το βίντεο δε, είναι ερασιτεχνικό, απ' αυτά δηλαδή που λατρεύω, παρμένο σε περσινό live.

Απολογούμαι που δε γνώριζα ως τώρα αυτή την καλλιτέχνη. Δεν ακούω όμως έντεχνα κι έτσι αγνοούσα την ύπαρξή της, όπως αγνοούσα και την ύπαρξη αυτού του τραγουδιού του Θανάση Παπακωνσταντίνου, το οποίο φαίνεται πως όλοι οι υπόλοιποι εκτός από μένα και τον φίλο μου τον Γιάννη, το γνωρίζουν.     

Το δεύτερο αυτό κλιπάκι λοιπόν, για μένα ήταν μια αποκάλυψη. Πρώτον, σ' αυτή τη συναυλία, ο χαρακτηριστικότερος ήχος του τραγουδιού, προέρχεται από... τρομπέτα! Πράγμα που εν μέρει δικαιώνει τον φίλο μου, ο οποίος κατά τα φαινόμενα θα συνεχίσει (γαμώτο!) να το παίζει ξερόλας της μουσικής για πολύ καιρό ακόμα.

Δεύτερον, η Ματούλα... δεν υπάρχει! Να 'ναι καλά η κοπέλα, μου 'φτιαξε το σαββατόβραδο. Το πάθος της σε συνεπαίρνει ακόμα και εξ αποστάσεως. Κι αυτό που λάτρεψα στην εμφάνισή της ήταν... η εμφάνισή της. Την καμάρωσα χαμογελώντας να ερμηνεύει νύχτα επί σκηνής, ντυμένη σαν να πηγαίνει με τα παιδιά της στη θάλασσα. Τόσο άνετη! Αλλά έτσι είναι. Άμα "το 'χεις", δε χρειάζεσαι ούτε ταφτάδες, ούτε δωδεκάποντα.

Όχι δηλαδή πως η Μελίνα υστερεί. Μπορεί εγώ να μην την ακούω, δεν παύει όμως να είναι μια καθ' όλα αξιοπρεπής παρουσία. Έχει ταλέντο, έχει σεμνότητα, είναι χαμηλών τόνων και μαζί, αυθεντική. Η Ματούλα όμως, έχει κάτι το αλησμόνητο, κάτι που σε διαπερνά.

Τρίτον, συνέβη το εξής απόψε: Εμένα, ο μόνος λόγος που μ' ενδιέφερε αυτό το τραγούδι ήταν το "πέρασμα" που περιέγραψα πιο πριν. Δεν αναζήτησα το ίδιο το κομμάτι, μόνο αυτό το σημείο του, το οποίο στην κανονική εκτέλεση είναι και το τελευταίο του μέρος. Μάλιστα, την πρώτη φορά που το άκουσα ολόκληρο, δεν μπορώ να πω ότι με ενθουσίασε. Ψάξε-ψάξε όμως, φορά τη φορά που το άκουγα, συνειδητοποίησα πως το τραγούδι είναι πολύ καλό!

Μπράβο στον Παπακωνσταντίνου! Όχι μόνο για τη μουσική, αλλά και για τους στίχους. Να πω δηλαδή πως την τελευταία φορά, τώρα δα που το ξανάκουσα, βρήκα πως οι στίχοι με εκφράζουν; Δε θα το πω. Ε δε θα πλέξω και το εγκώμιο του Θανάση. Δεν το λέω άρα. Επίσης, επειδή σήμερα όλη μέρα κάνω λάθη, δε θα επιμείνω πως ο ήχος που με γοήτευσε είναι τρομπέτα ή κλαρίνο. Κάτι απ' τα δύο είναι. Μια φορά, κοντραμπάσο δεν είναι.  


10.10.12

απειρία… ντουμπλεφάς!


χτες χαζοκουβεντιάζαμε με τον christoforix
και κάποια ώρα εγώ είπα με ύφος περισπούδαστο
πως «τα κοριτσάκια είναι άπειρα!»,
εννοώντας πως οι διαθέσιμες νέες κοπέλες
είναι αμέτρητες.

αυτός όμως ενθουσιάστηκε
κυρίως με την απειρία των νεαρών γυναικών
κι όχι τόσο με το πλήθος τους.

έτσι, παίξαμε κάμποσο με το λογοπαίγνιο
μέχρι προ ολίγου, που αποφασίσαμε πια
να κάνουμε μαζί αυτή εδώ την ανάρτηση.

ανέλαβε λοιπόν ο christoforix
να βρει τη μία από τις δύο ανωτέρω φωτογραφίες.
περιέργως βέβαια, διάλεξε να βρει
τη φωτογραφία που αναλογούσε σ’ αυτό που εγώ είπα.

τι να πεις; άντρες!