30.12.13

ήταν πράγματι ένα εκκωφαντικό μοιρολόι!


Με φρίκη, όπως φαντάζομαι ο καθένας, διάβασα κι είδα χθες βράδυ τα σχετικά με τη νέα τρομοκρατική επίθεση στη Ρωσία. Και σκέφτηκα να γράψω δυο λόγια, σχετικά.

Ως γνωστόν, οι τρομοκρατικές επιθέσεις στηρίζονται στη βία. Αυτό όμως που συνήθως παραβλέπεται, είναι το γεγονός του ότι σε έναν μικρότερο, μεγαλύτερο ή και απόλυτο βαθμό, οι τρομοκρατικές επιθέσεις οφείλονται σ’ αυτήν, και πιο συγκεκριμένα οφείλονται στη νόμιμη βία.

Η τρομοκρατία βέβαια, ακριβώς όπως η βία, δεν έχει μία και μόνη μορφή. Η λέξη «τρομοκρατία» είναι ένας όρος «ομπρέλα», περιλαμβάνει πολλών διαφορετικών τύπων δράσεις, οι οποίες προέρχονται από τους αντίστοιχους τρόπους σκέψης των διάφορων επινοητών και των εφαρμοστών τους.

Κι η συζήτηση γύρω από τις διαφορές αναμεταξύ των τρομοκρατικών επιθέσεων, επί της ουσίας αφορά το πόσο στοχευμένη είναι η βία που χρησιμοποιεί κάθε οργάνωση.

«Προσεκτικά» χτυπήματα σε βάρος «καλοδιαλεγμένων» προσώπων, δηλαδή ενέργειες που αποσκοπούν στον τραυματισμό ή συνηθέστερα στη δολοφονία ασκούντων άδικη εξουσία, σχεδιασμένες κατάλληλα ώστε να μην κινδυνεύουν άμεσα απ’ αυτές απλοί πολίτες, παρότι προφανέστατα αποτελούν πράξεις αμιγώς εγκληματικές, ιστορικά αποδεικνύεται πως ενίοτε γίνονται έως και συμπαθείς στα πλήθη.

Παραδόξως, γιατί φυσικά ένα τρομοκρατικό χτύπημα είναι εξ ορισμού ενάντιο στην ηθική που ενστερνίζονται οι μάζες προκειμένου να είναι εφικτή η χαλιναγώγησή τους, όταν είναι συμμετρικό ως προς τις διαθέσεις, δηλαδή τα συμφέροντα της πλειοψηφίας, έχει παρατηρηθεί πως κάλλιστα μπορεί να εκληφθεί ως υπερσυμπύκνωση της περίφημης «οργής λαού». 

Και παρά τις υποψίες περί άμεσης και στενής συνεργασίας ορισμένων τρομοκρατών με ορισμένα κράτη, οι λαοί (αν δεν κινδυνεύουν οι ίδιοι, αν δηλαδή οι στόχοι είναι αυστηρά και μόνο μονάδες αυτών και μάλιστα μονάδες απεχθείς στον σωρό) πρόθυμα ηρωοποιούν τρομοκράτες, προσδίδοντάς τους, έστω και σιωπηλά, θριαμβευτικούς χαρακτηρισμούς.

Λογικό υπό μία έννοια, αφού ένας τρομοκράτης γίνεται αυτό που κανένας από το προλεταριάτο δεν τολμάει, ούτε και θέλει, ούτε και μπορεί εν τέλει να γίνει: δημοσίας χρήσης γεννήτορας φόβου και μαζί ανελέητος τιμωρός – εκπρόσωπος ολόκληρης της κάστας του.   

Αντίθετα, η ιδεολογική επένδυση της άκριτης βίας, αυτής δηλαδή που στοχεύει στον αφανισμό απλών πολιτών ενός έθνους «ένοχου» για κάποια χονδροειδή ή και χονδροειδέστατη αδικία, όπως είναι λογικό, μας πανικοβάλλει όλους, αφού απειλεί άμεσα την ασφάλεια του καθενός ξεχωριστά. Ως εκ τούτου, δεν πείθει κανέναν -πέραν των ανά τον κόσμο φανατισμένων- γι αυτό και στη συντριπτική τους πλειοψηφία, τέτοιους είδους πρακτικές ποτέ δεν έχουν ικανά ερείσματα στον λαό.

Αυτού του είδους οι επιθέσεις γνωρίζουμε καλά πως συχνότατα είναι επιθέσεις αυτοκτονίας, ακριβώς όπως η χθεσινή, στον σιδηροδρομικό σταθμό του Βόλγογκραντ, όπου μια νέα γυναίκα, ζωσμένη μια μεγάλη ποσότητα εκρηκτικών, θυσίασε τη ζωή της, σπέρνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο τον τρόμο, την οδύνη και τον θάνατο σε ανυποψίαστους ανθρώπους.   

Χθες, η ανθρωπότητα θρήνησε μερικά ακόμα θύματα, από μία χαρακτηριστική επίθεση αυτού του είδους τρομοκρατίας, που περιέργως(;!) ακμάζει στις μέρες μας. Γι αυτό και νομίζω πως είναι ενδιαφέρον να σταθούμε λίγο στο προφίλ των ανθρώπων που αναλαμβάνουν να φέρουν εις πέρας τέτοιου είδους αποτρόπαιες αποστολές.

Σε πολύ μεγάλο ποσοστό, όχι όμως αποκλειστικά, οι καμικάζι τρομοκράτες είναι φονταμενταλιστές ισλαμιστές, ιδίως σιίτες. Να εξηγήσω, πως η διατύπωσή μου δεν περιέχει απολύτως τίποτα το ρατσιστικό, μεταφέρω απλώς την επίσημη διαπίστωση που όλοι γνωρίζουμε από τα μέσα ενημέρωσης και που επιβεβαιώνεται από τα εγκυρότερα (δυτικά) εγχειρίδια.

Επιπλέον, τα τρία βασικά χαρακτηριστικά που συνθέτουν τις προσωπικότητες όσων αυτοκτονούν υπηρετώντας την ιδέα της τρομοκρατίας, πραγματοποιώντας άρα επιθέσεις μαζικής καταστροφής, είναι: η νεότητα σε συνδυασμό με τις περιορισμένες ανειλημμένες ευθύνες της νεαρής ηλικίας, η αποτυχία στις διαπροσωπικές ή/και οικογενειακές σχέσεις, άρα η μοναξιά της απομόνωσης, καθώς και η χαμηλή αυτοεκτίμηση.

Αυτές οι παράμετροι συγκροτούν, σύμφωνα με τις πιο πρόσφατες μελέτες, το ιδανικό προφίλ των εκτελεστών της συγκεκριμένης κατηγορίας. Κατά κύριο λόγο άρα, πρόκειται για «αδαείς νέους ανθρώπους», οι οποίοι λόγω έλλειψης προσωπικής ευτυχίας και υπό την επήρεια εντατικής κατήχησης έως πλύσης εγκεφάλου και συχνά εξαιτίας της επιρροής ενός «χαρισματικού» ηγέτη, γίνονται ταυτόχρονα θύτες αλλά και θύματα, εφ’ όσον στο όνομα μιας εμμονής που οι περισσότεροι θα χαρακτηρίζαμε «παρανοϊκή», πείθονται να σκοτώσουν και μαζί να σκοτωθούν. 

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο, που ακόμα κι ο χαρακτήρας του κόμικ «Μαύρη Χήρα» υποτίθεται σεναριακά πως έχει επανειλημμένως υποστεί πλύση εγκεφάλου από τη ρωσική μυστική υπηρεσία, Κα-Γκε-Μπε. 

Και όσον αφορά την πρωταγωνίστρια του χθεσινού μακελειού, την Οξάνα Ασλάνοβα, δεν ξέρω να πω για την αυτοεκτίμησή της, κατά τα άλλα όμως, το προφίλ της δυστυχώς συμπίπτει πλήρως με το προφίλ του δολοφόνου «καμικάζι», που αναφέρουν τα επιστημονικά πορίσματα.

Η κοπέλα αυτή ήταν νεότατη, χήρα όμως ήδη δύο φορές, υπήρξε και τις δύο φορές παντρεμένη με αντάρτη, που σημαίνει πως γαλουχήθηκε πλάι σε μαχητές, κι αυτή η συνθήκη από μόνη της μάλλον μπορεί να θεωρηθεί ιδανική για να επωάσει την ενέργεια που συγκλόνισε τον πλανήτη πριν λίγες ώρες.

Επιπλέον, αυτή η νεαρή χήρα δεν είχε το μόνο ίσως που θα μπορούσε να την αποτρέψει από τη φρικιαστική απόφασή της, δεν είχε παιδί. Αν στο σπίτι ήταν ένα μικρό που χρειαζόταν να το φροντίσει, είναι σχεδόν σίγουρο πως δεν θα πραγματοποιούσε τελικά αυτό που συνέβη, ακόμα κι αν το σκεφτόταν συχνά και πολύ σοβαρά. Δεν υπήρχε όμως κανείς να την περιμένει να γυρίσει. Και πέραν των όποιων άλλων φανατικών ιδεών της είχαν φυτέψει στο μυαλουδάκι της, αυτό που προφανέστατα ήθελε, ήταν να εκδικηθεί και για τους δύο άντρες της.

Ήταν όμως μόνο η διπλή χηρεία, η μοναξιά και μια ζωή κενή νοήματος που πυροδότησαν τον εκρηκτικό μηχανισμό;  Στο Anarchy Press GR διάβασα νωρίτερα κάτι πολύ διαφωτιστικό, αναφορικά με τη χθεσινή τραγωδία: 
 
«Aπέναντι σ’ όσα συμβαίνουν εκείνο που χρειάζεται να επισημάνουμε είναι πως όσο «ένοχοι» είναι οι σφαγιαζόμενοι από το ρωσικό κράτος στον Καύκασο, άλλο τόσο «ένοχοι» είναι κι αυτοί που βρήκαν, μόλις πρόσφατα, το θάνατο στο Μετρό της Μόσχας.»

Όπως όλοι έχουμε ακουστά, ο πόλεμος της Τσετσενίας ουσιαστικά μεταφέρεται πλέον στο Νταγκεστάν, απ’ όπου καταγόταν τόσο η Οξάνα Ασλάνοβα όσο και οι δύο σύζυγοί της. Παρέθεσα άρα εδώ το συγκεκριμένο απόσπασμα, θέλοντας να καταδείξω εμμέσως πλην σαφώς, πως για τη νέα αυτή γυναίκα, ό,τι συνέβη χθες, δεν ήταν μονάχα η εκτόνωση του προσωπικού της πένθους και της προσωπικής της οργής.

Η Οξάνα Ασλάνοβα, δυστυχώς για την ίδια, εξίσου με όσους χάθηκαν μαζί της, με όσους θρηνούν σήμερα δικούς τους ανθρώπους, με όσους όντας παρόντες στο συμβάν τραυματίστηκαν ή στιγματίστηκαν για πάντα απ’ το ανεξίτηλο σημάδι του τρόμου, ακόμα και με όλους εμάς, που χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, πονέσαμε μέσα μας μ’ αυτό που έγινε χθες, έκανε ό,τι έκανε για να γίνει το μοιρολόι της ηχηρό τόσο, ώστε να το ακούσω εγώ εδώ που κάθομαι και γράφω τώρα ετούτες τις γραμμές και να το έχει ακούσει ήδη, όποιος τυχόν τις διαβάσει λίγο αργότερα.

Η Οξάνα Ασλάνοβα εκδικήθηκε, τιμώρησε, διαμαρτυρήθηκε… καθένας μπορεί να χαρακτηρίσει την πράξη της κατά βούληση. Και σίγουρα, πολλοί, πάρα πολλοί πιστεύουν σήμερα πως εκείνη φταίει για ό,τι συνέβη. Αυτό όμως δεν είναι ολόκληρη η αλήθεια κι η μισή αλήθεια σε τέτοιες περιπτώσεις, εγώ λέω πως ισοδυναμεί με ψέμα. Φταίει σαφέστατα αυτή η γυναίκα, αλλά το φταίξιμο δεν βαρύνει σε καμία περίπτωση τους δικούς της ώμους εξ’ ολοκλήρου.

Όποιος επιμένει να βλέπει τη δική της ευθύνη και μόνο αυτή, εθελοτυφλεί, ή έχει λόγους να προσπαθεί να παραπλανήσει τους υπόλοιπους. Η Οξάνα Ασλάνοβα δεν ήταν αυτό που ακούγεται δεξιά-αριστερά «μια τρελή που σκότωσε τόσους ανθρώπους!». Είναι μια τρελή, μια θεότρελη θα μπορούσα να πω, αν όμως δε γνωρίζει κανείς την ιστορία της, τη δική της και του τόπου της. Γνωρίζοντάς την, μόνο τρελή δεν τη λες.  

Θα κλείσω, αναθέτοντας στον Αλμπέρ Καμύ να διατυπώσει αντί εμού τον προβληματισμό που προσπαθώ να επικοινωνήσω. Εκείνος, αναφερόμενος στους τρομοκράτες της εποχής των τσάρων, λίγο πριν την πρώτη ρωσική επανάσταση, εξηγεί εύστοχα και περιεκτικά, σε μία μόλις παράγραφο, αφ’ ενός την αντίφαση που παρουσιάζουν παντού και πάντοτε οι «ιδεολόγοι φονιάδες» (αντίφαση που είναι αναμενόμενο να ξενίζει τον κοινό νου), αφ’ ετέρου το λάθος τρόπον τινά, που αναπόφευκτα περιέχει η βεβιασμένη καταδίκη κάθε τρομοκρατικού χτυπήματος, στην οποία απολύτως δικαιολογημένα καταφεύγει ο πολύς κόσμος. Γράφει λοιπόν ο Καμύ:

«Μια τέτοια αυταπάρνηση, συνδυασμένη με μια τόσο μεγάλη έγνοια για τη ζωή των άλλων, μας επιτρέπει να υποθέσουμε ότι τούτοι οι ευαίσθητοι δολοφόνοι έζησαν το πεπρωμένο της εξέγερσης στην πιο ακραία αντίφασή της. Μπορούμε να πιστέψουμε πως κι εκείνοι επίσης, ενώ αναγνώριζαν τον αναπόφευκτο χαρακτήρα της βίας, ομολογούσαν ωστόσο ότι είναι αδικαιολόγητη. Αναγκαίο και ασυγχώρητο, έτσι έβλεπαν τον φόνο. Οι μέτριοι άνθρωποι, αντιμέτωποι με τούτο το τρομερό πρόβλημα, μπορούν να επαναπαυθούν, λησμονώντας τον έναν από τους δύο όρους. Θα αρκεστούν στο όνομα τυπικών αρχών, να θεωρήσουν ασυγχώρητη κάθε άμεση βία, και θα επιτρέψουν τότε την ύπαρξη της διαδεδομένης βίας στην ευρεία κλίμακα του κόσμου και της ιστορίας. Ή θα παρηγορηθούν, εν ονόματι της ιστορίας, με το γεγονός ότι η βία είναι αναγκαία, και θα προσθέσουν έτσι τη δολοφονία στη δολοφονία, έως ότου μετατρέψουν την ιστορία σε μια μοναδική και συνεχή παραβίαση όλων αυτών που, στην ανθρώπινη συνείδηση, διαμαρτύρονται ενάντια στην αδικία».


 Albert Camus
Ο επαναστατημένος άνθρωπος
μτφ. Ν. Καρακίτσου-Douge & Μ. Κασαμπάλογλου-Roblin 
εκδ. Πατάκη, 2011
σελ. 277

Νομίζω πως αυτά προς το παρόν αρκούν. Το μόνο άλλο που θέλω να πω αυτή τη στιγμή είναι πως όποιος αποζητά έναν ουσιαστικό ορισμό του τι είναι τρομοκρατία, συνοδευόμενο από μια υποψία έστω του ποιος φταίει που το φάσμα της σκιάζει ακόμα τον πλανήτη, αξίζει να διαβάσει άλλη μια φορά, πολύ προσεκτικά,  το μικρό απόσπασμα που προηγήθηκε.