23.6.15

μην το σκέφτεσαι καθόλου, διάβασε Πικιώνη!

Δ. Πικιώνης με τη μικρότερη απ' τα πέντε παιδιά του, την Αγνή, η οποία μεγαλώνοντας έγινε κι εκείνη αρχιτέκτονας


Αυτουνού τα κείμενά του έπρεπε κανονικά να τα διδάσκουν στα Γυμνάσια! Και πρόσεξε… χωρίς ανάλυση καμία! Απλώς να τα διάβαζαν φωναχτά παιδιά που το 'χουν να διαβάζουνε μελωδικά. Σε κάθε τάξη υπάρχουν κάποιοι τέτοιοι, αυτοί λοιπόν, να τα διαβάζανε κι οι υπόλοιποι ν' ακούγανε μονάχα. Κι ύστερα να μη μίλαγε κανείς. Να τέλειωνε έτσι η ώρα των ελληνικών, όπως λεγότανε το μάθημα στα χρόνια τα δικά μου.

Έπειτα, ν' αμολάγανε οι δάσκαλοι τους μαθητές τους στο προαύλιο. Αμέσως μετά από τέτοια κείμενα, η μόνη που ταιριάζει να διδάξει είναι η φύση. Αυτό, ακόμα κι αν το σχολειό είναι χτισμένο σε τσιμεντούπολη. Ένα ισχνό δεντράκι έστω να υπάρχει, θα μιλήσει στις εφηβικές ψυχές πιο επιδέξια κι απ’ τον πιο προικισμένο ρήτορα.

Ο άξιος δάσκαλος άλλωστε, δε χρειάζεται πάντα να μιλάει. Καμιά φορά η σιωπή του διδάσκει πιο πολλά. Θ’ αρκούσαν, μ’ άλλα λόγια, αυτές οι αναγνώσεις, μαθητές που θα διαβάζανε Πικιώνη στους συμμαθητές τους. Η δουλειά έτσι, θα γινότανε και με το παραπάνω!

Κουβέντες δε θα χρειάζονταν καθόλου. Ο δάσκαλος θα 'χε όλο-όλο να κάθεται και να απολαμβάνει. Τα φρέσκα πρόσωπα ολόγυρά του και την άγουρη φωνή να δίνει ήχο στα λόγια τα ωραία. Κι ύστερα… ύστερα τίποτα. Όλοι στο προαύλιο για ένα διάλειμμα. Καθείς ό,τι κατάλαβε για πάρτη του.

Όλοι στο προαύλιο. άλλος για αφομοίωση, άλλος για ονειροπόληση, άλλος για γείωση ώστε ν' αντέξει την επόμενη ώρα κάτι της θετικής κατεύθυνσης, άλλος για χαζομάρες και για χοντροκοπιές ανεκδιήγητες. Δεν είναι όλα για όλους, πως θα γίνει; Η γραφή μιας τέτοιας ποιότητας, οφείλει να προσφέρεται σε όλους, γιατί αυτό ορίζει το δίκαιο.

Δεν τους αφορά όμως όλους, προς Θεού! Τι νόημα θα ’χε η ζωή, αν όλα ήτανε κατάλληλα για όλους; Ναι, πολύ σωστά κατάλαβες, τον είχα καψουρευτεί μια εποχή αγρίως τον Πικιώνη! Και δεν ξέρω πόσο καλά τυγχάνει να με ξέρεις, πάντως δεν είμαι κι ο πιο ευσυγκίνητος τύπος. Ουδέποτε υπήρξα.

Έχω κράξει κι αν έχω κράξει επιφανείς των Γραμμάτων και των Τεχνών. Δε ντρέπομαι να κράζω τους κατ' εμέ ανάξιους. Το κάνω απ’ τα μικράτα μου αυτό, με το θράσος που μου 'δινε το ένστικτο, όχι η γνώση. Μαζί του αντίθετα, με τον Πικιώνη εννοώ, είχα πάθει εξ' αρχής ψυχικό πέρα-δώθε!

Και δεν ήμουν πιτσιρίκα. πάνε μόλις έντεκα χρόνια από τότε που μου ’ρθε ο ουρανός σφοντύλι εξαιτίας του. Θυμάμαι, είχα πέσει με τα μούτρα στα γραπτά του. μετά, έκανα να συνέλθω κάμποσο καιρό. Τον διάβασα, βλέπεις, μαζεμένο. 

Κι ο άνθρωπος έγραφε κάτι πράματα, που θες δε θες σ' αλλάζουνε σαν άνθρωπο. Οι λέξεις του κάνουν τα μέσα σου να τρίζουν, τα νιώθεις να διαλάνε, μέχρι που λίγο αργότερα τα αισθάνεσαι ανώτερα απ' ό,τι ήτανε προτού στάξουνε πάνω τους οι αράδες οι δικές του.

Στα παιδιά υποχρεωτικό μάθημα άρα τα κείμενα του Δασκάλου! Επιμένω! Ήτανε μέγας λογοτέχνης, κι ας τον αρνιότανε τον τίτλο. Να, κάτι τέτοιοι παραχωρούν τους τίτλους και τους βουτάνε μερικά μηδενικά και γίνονται μηδενικά δαφνοστεφανωμένα και τεράστια...

Σαν τώρα με θυμάμαι, καθώς γυρνούσα σπίτι αγκομαχώντας εκείνο το μεσημέρι που τον έφερνα σπίτι. Έμενα σ' άλλο σπίτι τότε. όχι σε σπίτι, σε διαμέρισμα. Του πρώτο ορόφου. Που πα' να πει πως είχα σκαλιά ν' ανέβω για να φτάσω στο κατώφλι μου. Μπήκα λοιπόν στο τότε σπίτι μου και κόντεψα να σωριαστώ. Κουραζόμουνα πολύ την εποχή εκείνη.

Και τη στιγμή που μπήκα κουβαλώντας ολόκληρο το δικό του έργο, ένιωθα πως τα μπράτσα μου θα έλιωναν απ’ το βάρος. Μου τα‘ χε πασάρει αυτά όλα το τότε αφεντικό μου. Ως δουλειά δηλαδή, που θα την πληρωνόμουνα έξτρα. Έπρεπε, λέει, να διαλέξω τα καλύτερά του.

Καλύτερα δε βρήκα. πώς να τα βρω, υπήρχαν; Σάματις υπήρχανε χειρότερα ανάμεσα στα λόγια του, για να υπάρχουν και καλύτερα; Οι φράσεις του λες κι έβγαιναν μέσα απ' το κεφάλι του διαυγείς, τέλεια φιλτραρισμένες όλες ανεξαιρέτως. Τεράστια ευγνωμοσύνη έκτοτε, κουβαλάω για ‘κείνη την επιπλέον "δουλειά".

Για την οποία ουδέποτε πληρώθηκα σε χρήμα, μιας και δεν την έκανα ποτέ ως όφειλα. Την έκανα δηλαδή, την έκανα όμως με τον τρόπο τον δικό μου. Αργά και ηδονικά. Άρχισα με βιασύνη, γιατί δεν ήξερα ποιον είχα να αντιμετωπίσω. Όταν όμως πήρα χαμπάρι το εύρος αυτού του μυαλού, τότε κι εγώ χαλάρωσα και τον έψαξα όπως του άρμοζε.

Γι αυτό και λεφτά δεν πήρα για όσα έκανα μαζί του στο καθιστικό μου εκείνης της περιόδου. Αμείφθηκα απλώς με κάτι πολύ πιο ακριβό, κάτι για το οποίο το χρήμα δεν αρκεί. Οι τόμοι του παρέμειναν στο σπίτι μου βδομάδες. Δεν μου ανήκαν όμως, κάποτε τους επέστρεψα.

Μετά άρχισαν να μου λείπουν. Άφησαν πίσω τους ένα κενό. Κάποια από ’κείνα τα βιβλία τα γύρεψα βέβαια ύστερα από λίγο. Όχι τις ζωγραφιές του. Ήταν υπέροχες κι αυτές, τότε όμως εγώ είχα ανάγκη τα κείμενά του πιο πολύ. Και ορισμένα μπόρεσα πράγματι τα βρήκα και τα 'κανα δικά μου.

Τον φυλάω λοιπόν στη βιβλιοθήκη μου τον Δάσκαλο από τότε, περίπου όπως οι θρήσκοι φυλάνε τις εικόνες τριγύρω απ' το καντήλι. Κι όταν τυχαίνει να γυρνάει το πράμα και να βρίσκομαι στην άσχημη, τον αρπάω και τον ξαναδιαβάζω. Τον έχω για ώρα ανάγκης, σαν να λέμε. Γιατί από τα λόγια του παίρνω πολύ μεγάλη δύναμη!

Που να τον ψάξεις τον Πικιώνη και να μη μείνεις έκθαμβος; Ποια φράση του ήτανε αυτή που γράφτηκε κενή νοήματος ή έστω ως μετριότητα; Ζυγισμένος σ 'όλα του ήταν, είχε μια ασύλληπτη ισορροπία η κάθε του δουλειά! Γιατί σε ό,τι κι αν έκανε αποτυπωνόταν η ισορροπία. Μια τέλεια ισορροπία λογικής και συναισθήματος, τόσο τέλεια που σε σαστίζει!

Μέτριο ωστόσο στις ιδέες του εγώ δεν τον εντόπισα, ούτε στα σχέδιά του ούτε και στα γραπτά του ούτε πουθενά. Κι ας του 'χα στήσει καρτέρι τότε, στις αρχές. τις πρώτες μέρες που πασπάτευα τα χαρτιά εκείνα και τον ρουφούσα, μέσα από λέξεις ή χαζεύοντας τις γραμμές του μολυβιού του.

Έλεγα "δε μπορεί, κάπου θα σε τσακώσω να 'σαι λίγος!". Απέτυχα. Μετά, την παράτησα τη μάχη, δεν τον πολέμαγα άλλο πια. Άμα καψουρευτείς βαριά, δεν πολεμάς... Τυχαία ανοίγω τώρα μια σελίδα... γράφει κάτω δεξιά "202". Να δώσω ένα παράδειγμα ήθελα. Και τι έχω σημειωμένο, ρε 'συ; Να τρελαθείς! Τυχαία το ήβρα, μπέσα σου λέω. Άλλωστε και τι κέρδος θα ’χα αν δε μιλούσα μπέσα; Άκου άρα τι έχω υπογραμμίσει στη διακοσιοστή δεύτερη σελίδα:

"Λίγο περισσότερη ανθρωπιά, βαθύτερη νόηση και ψυχική ευαισθησία. Κι αλλάζουν όλα! Από την αρχική μας στάση, μέχρι τις λεπτομέρειες. Ένα πλέον νοήσεως, ένα πλέον ήθους κι αισθαντικότητας, μας κάνει, αν έχουμε κόκκον ευαισθησίας, να επιτελέσουμε μέσα μας το αναγκαίο έργο, για να αρτιώσουμε το είναι μας".

Του τα μουντζούρωσα τα κείμενά του του Πικιώνη... δεν έχεις ιδέα! Του τα μουντζούρωσα όσο γινόταν πιο πολύ! Δεν τα λυπήθηκα καθόλου. Γιατί, επεμβαίνοντας επάνω στις λέξεις του, σφετεριζόμουν τα νοήματά τους. Και δεν το ντρέπομαι, απεναντίας!

Γιατί δηλαδή θα έπρεπε να τον κρατήσω καθαρό; Ποτέ μου δεν κατάλαβα γιατί ορισμένοι φοβούνται να λερώσουν τα κείμενα ή τα σκίτσα εκείνων που θαυμάζουν. Για ποιον τα κρατάνε καθαρά; Που γράφει πως απαγορεύεται ν' ανακατεύει ο αναγνώστης τις δικές του σκέψεις με τις σκέψεις των ιδιοφυών; Τι είδους φόβος είναι αυτός;

Να παίζεις μ’ ό,τι αγαπάς, έτσι λέω εγώ. Και μιας και χάρηκα εδώ τη φλυαρία μου επίσης άνευ φόβου, ας πω και κάτι τελευταίο: Θες, αγάπη μου γλυκιά, να διαβάσεις κατιτίς σπουδαίο; Κάτι ελληνικό, ξέχειλο τρυφερότητα και συνάμα περηφάνια απ’ αυτή που ’χανε οι Έλληνες σ’ αλλοτινούς καιρούς; Ε, τότε μην το σκέφτεσαι καθόλου, διάβασε Πικιώνη.

Εμένα μου γουστάρει να υποκλίνομαι μπροστά στα ατόφια ταλέντα. Δεν τις λυπάμαι τις εκφράσεις σεβασμού. Ίσα-ίσα, πολύ τις φχαριστιέμαι. Επιδίδομαι μάλιστα σ' αυτές με κάθε υπερβολή! Τεράστια ηδονή εξασφαλίζει η υπερβολή που αφορά το σέβας. Σχήμα οξύμωρο, ε; Μα, γι αυτό και λίαν ευφραντικό!

Οι υποκλίσεις είναι πανέμορφες, καθότι εξίσου ανακουφιστικές με τα βρισίδια που εκτοξεύονται προς όσους το τραβάει ο οργανισμός τους. Μ’ αυτόν εδώ βέβαια, δε μπορώ να υποκλιθώ... εδαφιαία μετάνοια δεν το λένε αυτό που προσκυνάς μέχρι που το μέτωπο ακουμπάει στη γη; Τέλος πάντων, δε θυμάμαι τον όρο, όπως και να το λένε πάντως... κατάλαβες πως το εννοώ.

Διάβασέ τον τον Πικιώνη, αν δεν το έχεις ήδη κάνει, ή αν το έχεις κάνει κάπως βιαστικά, Διάβασέ τον όλο, χωρίς να παραλείψεις ούτε λέξη. Αργά. Και μουντζούρωνε όσο θες. Αν δηλαδή, σου κίνησα την περιέργεια και θέλεις πια να καταλάβεις γιατί τον νιώθω έτσι μέσα μου εγώ. Όσες φορές κι αν τον ξαναδιαβάσεις, κέρδος καινούργιο είναι η κάθε του επανάληψη! Έχε μου βρε λιγάκι εμπιστοσύνη, για να μιλάω με τόση σιγουριά...