1.12.11

γιατί η χώρα έφτασε εδώ που έφτασε;



Γιατί άραγε;
Μόνο επειδή πέρασε απ΄ τον τόπο αυτό κάποτε ένας απατεώνας Ανδρέας, με τους εγκληματίες συνεργάτες του, μερικοί εκ των οποίων συνεχίζουν μέχρι σήμερα να καρπώνονται τα ψέματά τους;  
Μήπως αυτός που φταίει κυρίως είναι ο πρόσφατος Κωστάκης, επειδή υπήρξε ένας καθ’ όλα ανάξιος αρχηγός;
Ή τελικά η ευθύνη βαραίνει τις πλάτες του Γιώργου Παπανδρέου, που η μοίρα του τον ήθελε να ενσαρκώσει το γνωστό «αμαρτίες γονέων...»; Γιατί βέβαια σ’ αυτόν κλήρωσε -σχήμα οξύμωρο, ε;-  να αποστερήσει το λαό απ’ όσα ο πατέρας του απερίσκεπτα (ή ακόμα χειρότερα, σκόπιμα!) μοίρασε στο παρελθόν. Κι έτσι ο τωρινός έγινε το μισητό πρόσωπο, ενώ ο Παπανδρέου ο πρεσβύτερος, δεκάξι χρόνια μετά τον θάνατό του, εξακολουθεί να λατρεύεται από πολλούς πλανεμένους!

Η αγάπη του λαού είναι βεβαίως αγοραία και το κριτήριό του σχεδόν ανύπαρκτο. Ακολουθεί απλώς τις αρχές του ενστίκτου: «Μου δίνεις, είσαι καλός. Δε μου δίνεις, είσαι κακός». Τίποτα πέραν αυτού. Καμία άλλη σκέψη. Καμία λογική και μια αλληλεγγύη αόρατη. Μόνο στενά προσωπικά οφέλη και διαφθορά, όπως αληθώς είπε ο τέως πρωθυπουργός μας, για να τον μισήσουν ακόμα περισσότερο οι ψηφοφόροι. Που φυσικά διαμορφώνουν γνώμη βάσει της «τροφής» που λαμβάνουν από τα μέσα ενημέρωσης.  

Οπωσδήποτε, δεν είναι παράλογη η συμπεριφορά της μάζας. Όταν κατανοείς τα πράγματα μόνο μέσα απ’ τα προκάτ ξεφωνητά του κυρίου Τράγκα και της κυρίας Μακρή και αυτό το κάνεις καθημερινώς και αδιαλείπτως, τότε από ένα σημείο κι έπειτα αδυνατείς φυσικά να διακρίνεις πως αυτό που παρακολουθείς είναι μια καλοστημένη, λίαν κερδοφόρα παράσταση και πείθεσαι πως για να οχλαγωγούν τα «παπαγαλάκια», θα έχουν άρα δίκιο. Κι έτσι δεν ενημερώνεσαι. Το μόνο που καταφέρνεις είναι να αποκτάς μια διαστρεβλωμένη αντίληψη της πραγματικότητας.

Κι όλα καλά. Γιατί αυτοί στην τηλεόραση σου λένε ξανά και ξανά αυτό που θες να ακούσεις. Τι; Πως δε φταις εσύ για το δράμα της σύγχρονης Ελλάδας. Πως κάποιοι άλλοι φταίνε. Εσύ είσαι το άβουλο θύμα «τους». Άπαντες αναζητούν τους υπαίτιους στο γ’ πληθυντικό πρόσωπο. «Αυτοί», λένε. «Τα πήρανε». Και εννοούν ίσως τους πολιτικούς, ίσως και κανέναν συγκεκριμένα. Πόσοι στ’ αλήθεια συλλογίζονται το προφανές; Πως στις δημοκρατίες ένας λαός ανέχεται μόνο τους πολιτικούς που του αξίζουν.

Το ζήτημα δεν είναι ποιος έφταιξε, σωστά; Αρκεί που δε φταίω εγώ. Κατά βάθος, το ξέρω πως φταίω. Αλλά δε θέλω να το ακούσω.  Και επί της ουσίας, κανείς δε θέλει να υπάρχει υπαρκτός ένοχος. Γιατί ο φαντασιακός εχθρός, σε περιπτώσεις σαν της σημερινής Ελλάδας, είναι πολύ πιο χρήσιμος.

Έγινε λοιπόν ό,τι έγινε. Η χώρα καταστράφηκε οικονομικά και άρα κοινωνικά και ηθικά και τα λοιπά και τα λοιπά. Και το θέμα αυτό κλείνει όπως-όπως. Σαν κάθε άλλο κακώς κείμενο σ’ αυτόν τον τόπο. Το μόνο που απασχολεί τον Νεοέλληνα είναι η στείρα αναπαραγωγή πανομοιότυπων προβληματισμών του παρελθόντος: Πως θα φοροδιαφύγει, πως θα γραπωθεί επ’ αόριστο στην καρέκλα και τη μιζέρια του και πράγματα εξίσου ευτελή. Να σκύψει λίγο και να κοιτάξει με θάρρος μέσα του... ούτε λόγος!

Και τι να κάνει; θα μου πείτε. Ν’ ανοίξει κάνα βιβλίο, να ξεστραβωθεί! Αυτό να κάνει. Να κλείσει για λίγο την τηλεόραση και ν’ ανοίξει τα μάτια του να δει την αλήθεια. Κι ας μην ανησυχεί. Ο κύριος Τράγκας και οι λοιποί του είδους δεν κινδυνεύουν να χάσουν τη δουλειά τους. Υπάρχουν εκατομμύρια άλλοι που θα επιμένουν να τους συντηρούν αυτούς, δεν έχουν καμιά ανάγκη.

Η ανάγκη, η μεγάλη ανάγκη είναι να κατανοήσουμε επιτέλους γιατί φτάσαμε εδώ που φτάσαμε. Αυτή είναι η βασική προϋπόθεση για να σώσουμε ό,τι σώζεται. Αν δεν καταλάβεις που έσφαλες ώστε να αλλάξεις δεν μπορείς βεβαίως να λυτρωθείς. Τα σφάλματά σου θα σε ακολουθούν αιωνίως, θα είσαι σαν καταραμένος. Κι αυτό ισχύει για οποιαδήποτε ατυχή κατάληξη. Χωρίς απολογισμό και αυτοκριτική είναι αδύνατον να υπάρξει δημιουργική σκέψη και άρα αποτελεσματικό σχέδιο μελλοντικής δράσης.

Η εποχή απαιτεί άρα πολλή προσωπική δουλειά. Μιλάω για όλους μας, ανεξαιρέτως. Οι μόνοι που εξαιρούνται είναι οι αθεράπευτα αφελείς που νομίζουν πως φτάσαμε στο χείλος του γκρεμού άμοιροι ευθυνών. Για όλους τους υπόλοιπους, ευτυχώς, οι πληροφορίες σήμερα είναι περισσότερο από προσιτές. Εύκολα μπορεί κανείς να βρει μελέτες Ελλήνων αλλά και ξένων ερευνητών (οι οποίοι και φωτίζουν το θέμα μας από μία τελείως διαφορετική οπτική), σχετικά με τη σύγχρονη ελληνική περίπτωση, από τη σκοπιά όχι μόνο των οικονομικών και της πολιτικής, αλλά επίσης της κοινωνιολογίας, της φιλοσοφίας κτλ.

Παράδειγμα μιας βατής τέτοιας έκδοσης είναι το βιβλίο του Στέλιου Ράμφου που κυκλοφόρησε το καλοκαίρι. Για όσους δεν έτυχε να έχουν το όνομά του κατά νου, να πω πως ο Ράμφος είναι ένας από τους σημαντικότερους εν ζωή Έλληνες διανοητές. Το βιβλίο του αυτό, με τίτλο «Η Λογική της Παράνοιας», είναι μια συλλογή κειμένων και συνεντεύξεών του και όλα αφορούν τη σημερινή πραγματικότητα στη χώρα. Θα έλεγα πως το βιβλίο αυτό, σπονδυλωτό καθώς είναι και «εύπεπτο», είναι ένα καλό ξεκίνημα για να κατανοήσει ο καθένας αυτό που πολύ ωραία θέτει στον επίλογό του ο Ράμφος, πως δηλαδή «εν τέλει τα αίτια του δημοσιονομικού μας ναυαγίου είναι πολιτισμικά». Και μιας και ο πολιτισμός είναι δημιούργημα όλων, το συμπέρασμα νομίζω προκύπτει αβίαστα.