Την τελευταία φορά που αποκοιμήθηκα μέσα σε κλινάμαξα ήταν νομίζω στα τέλη του Νοέμβρη. Έξι χρόνια τώρα έχω κάνει το δρομολόγιο Αθήνα-Θεσσαλονίκη αμέτρητες φορές. Όχι που μ’ άρεσε δηλαδή. Αναγκαστικά το έκανα. Πάντως, απ’ όλους τους τρόπους μετακίνησης προς τη βόρεια Ελλάδα, το νυχτερινό ταξίδι με κλινάμαξα μου ταίριαζε καλύτερα. Εγώ, όσες φορές ανέβαινα στη Μακεδονία, το έκανα με wagon-lit. Όπως καταλάβατε, είμαι φανατική του είδους! Από τον Νοέμβριο μέχρι τώρα είχα ανέβει πάλι μερικές φορές, αλλά ως συνοδηγός σε αυτοκίνητο κι έτσι έχασα τις εξελίξεις.
Πήγα λοιπόν ανυποψίαστη στη Σίνα να βγάλω εισιτήρια. Η γνωστή διαδικασία, δηλαδή. Αφού έπεσε το σύστημα του ΟΣΕ, περιμέναμε ώρα κι ώρα και τελικά με εξυπηρέτησε μία υπάλληλος
- Δεν έχει κλινάμαξα, μου είπε
- Τι εννοείτε; ρώτησα
- Καταργήθηκε, είπε
- Δεν είναι δυνατόν! αναφώνησα
- Ε τι δεν είναι; αφού σας λέω καταργήθηκε
Αισθάνθηκα σαν να άκουσα πως πέθανε μακρινός συγγενής! Το τραίνο μου, το δικό μου τραίνο βγήκε για πάντα εκτός γραμμής; Μα αυτό είναι το τραίνο που παίρνω. Μ’ αυτό ταξιδεύω. Τι θα κάνω τώρα;
- να πάτε με το intercity
- δε θέλω δεσποινίς να πάω με το intercity, αν ήθελα τόσα χρόνια μ’ αυτό θα ταξίδευα! εγώ θέλω να πάω με την κλινάμαξα! μπορώ;
Η κοπέλα με κοίταξε σαστισμένη. Κι εγώ με τη σειρά μου κοιτούσα λίγο αργότερα σαστισμένη την πρόσφατη ανακοίνωση του ΟΣΕ για την παύση των wagon-lit:
«Η εταιρεία ΤΡΑΙΝΟΣΕ, την παρούσα στιγμή, στο πλαίσιο αναδιάρθρωσης και εξυγίανσης της – κατ΄ επιταγή και του προσφάτως ψηφισθέντος νόμου 3891/2010- και του επανακαθορισμού και επανασχεδιασμού όλων των παρεχομένων υπηρεσιών της, με κύριο γνώμονα την εξάλειψη των ελλειμμάτων με ταυτόχρονη διατήρηση της βέλτιστης κατά το δυνατόν ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών, προτίθεται να καταργήσει την υπηρεσία κατάκλισης και εστίασης επιβατών στις κλινάμαξες και στα κλινοθέσια οχήματα».
Η αλήθεια είναι πως τη νύχτα της 24ης Φεβρουαρίου 2011, Πέμπτη ήταν, η ελληνική κλινάμαξα που πρωτολειτούργησε το 1917, ταξίδεψε για τελευταία φορά. Τα δρομολόγια 505 & 504, Αθήνα - Θεσσαλονίκη είναι πια μια ανάμνηση για ’μας τους επιβάτες. Τα τσιγάρα που καπνίσαμε κρυφά στις καμπίνες μας, το μαξιλάρι που παίρναμε από το άλλο κρεβάτι για να ’χουμε δύο, τα σαπουνάκια μέσα στο ντουλάπι πάνω απ’ τον νιπτήρα, οι μικρές λευκές πετσετούλες, η ρυθμική κίνηση του βαγονιού μπρος-πίσω, μπρος-πίσω που μας νανούριζε, το φως από το κινητό που ήταν στη σίγαση για να μην ενοχλεί αλλά που φώτιζε κάθε τόσο από ένα νέο μήνυμα εκείνου του μεγάλου έρωτα που στην πορεία χρεοκόπησε, τα αστέρια έξω απ’ το παράθυρο, φορές και το φεγγάρι, κάποιος που έβηχε διαρκώς στη διπλανή καμπίνα, το ξημέρωμα σε κάποιο εξοχικό σταθμό με παγωνιά, όλη η μαγεία της νύχτας και μαζί του ταξιδιού σε ράγες... πάνε όλα, εξατμιστήκανε! Γιατί; Για μια εταιρική απόφαση γραμμένη σε ξύλινη γλώσσα!
Να το πάμε πολιτικά; Δε θέλω να το πάω πολιτικά, γιατί θα με πείτε αναρχική, που μεταξύ μας δεν είναι κι ολότελα ψέματα.
Θα το πάμε συναισθηματικά άρα; Ε τότε, έτσι είναι, τι να πούμε;
Τίποτα δεν είναι δεδομένο, τίποτα δεν είναι αιώνιο. Στιγμές είναι όλα. Ατμός, που λέει κι ο Βέγγος.
Να πάρει ο διάολος, πασχαλιάτικα! λέω εγώ.