10.5.14

κανένας μόνος του στην κρίση!



Το πρωί στο σούπερ μάρκετ βρέθηκα με δυο λίστες. Αυτή που είχα στην τσέπη της φόρμας μου, γραμμένη απ’ το σπίτι, κι αυτή που μου έδωσε μία εθελόντρια του Δήμου μας, η οποία με πλησίασε καθώς έμπαινα, μου έδωσε το χαρτί της εικόνας και με ρώτησε χαμογελαστά: «μπορείτε να βοηθήσετε;». Πήρα λοιπόν την παραγγελία της κοπέλας και της απάντησα εξίσου ευγενικά: «όλοι μπορούμε να βοηθήσουμε!».

Εγώ ζω στη γειτονιά που μεγάλωσα, μια φτωχογειτονιά, μ’ όλα της τα κουσούρια και με κάμποσους άξεστους ανθρώπους τριγύρω μου. Χρόνια ολόκληρα αγανακτούσα με τους γείτονες, γιατί δεν μπορούσα να συνεννοηθώ μαζί τους ούτε στα βασικά.

Στο σούπερ μάρκετ της γωνίας όμως, δυο χρόνια τώρα υπάρχει ένα μεγάλο μεταλλικό καλάθι της Αρχιεπισκοπής, που άδειο δεν το ’χω πετύχει ακόμα. Πάντοτε κάποιος, καθώς ψωνίζει για τη φαμίλια του, βάζει εκεί και μια σακούλα τρόφιμα για τους ανθρώπους που είναι σε ανάγκη.

Είναι άτιμο πράμα η πείνα! Εμένα ο πατέρας μου, που ήτανε τίμιος άνθρωπος, φρόντισε και δεν πείνασα ποτέ. Φρόντισε όμως και να μου μάθει τι σημαίνει φτώχεια, γιατί ο ίδιος έζησε και πόλεμο και πείνα. Σήμερα τον θυμήθηκα, γιατί καθώς περίμενα την ταμία να μου επιστρέψει την κάρτα που της έδωσα για να πληρώσω, έστριψα το κεφάλι προς το δρόμο.

Κι είδα την αποστεωμένη γερόντισσα που πλήρωσε πριν από μένα δυο γιαούρτια και δύο κουτιά γάλα για μωρά, να δίνει τη μία σακούλα με χέρια τρεμάμενα στον νεαρό που στεκότανε μπροστά απ’ το καρότσι της Αλληλεγγύης. Τα γιαούρτια ήταν δικά της, το βρεφικό γάλα όμως δεν ήταν για το εγγόνι της, όπως υπέθεσα πιο πριν, ήταν το δώρο της για κάποιο άγνωστο μωρό.

Ευλογημένη εικόνα!