Εμένα πολύ με
ιντριγκάρουν οι ιστορίες με τρομοκράτες και κακούς μπάτσους που κυνηγούν ακόμα
πιο κακούς κι ενίοτε αθώους. Πόσω μάλλον όταν περιέχουν Άραβες και στριπτιτζούδες.
Συνεπώς δεν είναι παράξενο που βρέθηκα χθες στο θέατρο του Νέου Κόσμου να
παρακολουθώ το έργο «η αληθινή ταυτότητα της Τζίνα Ντέηβις». Αυτό το θεατράκι το
συμπαθώ ιδιαίτερα! Έχει ένα προαύλιο κι ύστερα πριν την κυρίως αίθουσα, είναι το μπαράκι.
Κι η έναρξη της παράστασης καθυστερεί πάντα, επιτρέποντας στην άλλη παράσταση
που δίνουν κάθε φορά οι έξω μαζεμένοι θεατές να παραταθεί.
Κάποια στιγμή
εμφανίστηκε ένα μεσόκοπο ζευγάρι με την αλλοκοτιά γραμμένη στο βλέμμα. Έσπρωχναν
το αναπηρικό αμαξίδιο μιας υπερήλικης. Η φίλη μου έσκυψε και με ρώτησε σιγά: «Με
συγχωρείς, δεν έχει σκαλιά; Πως θα την φτάσουν μέσα;». «Δε θα τη φτάσουν, θα
την αφήσουν έξω να περιμένει», απάντησα εγώ, καθότι πολύ πιο εξοικειωμένη με
την τρέλα των ανθρώπων. «Άσε βρε!», με σκούντηξε εκείνη γελώντας. Κι εγώ άλλαξα
θέμα: «συγνώμη, την Καραγκούνα ακούμε;». «Ε αυτό δε σου είπα; Πως προηγουμένως που
σε περίμενα βγήκα γιατί δεν άντεχα τα κλαρίνα;», απάντησε εκείνη.
Κάποια ώρα αργότερα,
μας κάλεσαν να ανεβούμε στην πάνω αίθουσα. Στρατί-στρατί πήραμε τη μεταλλική σκάλα
με τον περίεργο φωτισμό. Μια ατελείωτη σκάλα που κατέληγε στο δώμα, δηλαδή σ’ ένα
δωμάτιο. Αυτή η ανάβαση ήτανε λίγο σαν να μας πήγαιναν για ομαδική εκτέλεση,
ιδανική εισαγωγή για το ύφος αυτού που θα βλέπαμε. Τακτοποιηθήκαμε η παρέα των
αγνώστων στους πάγκους. Το ζευγάρι των κουλών κάθισε τρία μαξιλαράκια πιο 'κει. Γιαγιά φυσικά, πουθενά! Κι η παράσταση άρχισε. Ήδη οι δύο κοπέλες που πρωταγωνιστούν
σ’ αυτό που δημιούργησαν, ήταν στημένες στις θέσεις τους.
Εδώ να πω πως με
μάγεψε η διάφανη ομορφιά της Βασιλικής Τρουφάκου και θαύμασα σε πολλά σημεία
την ερμηνευτική ικανότητά της, κυρίως όμως θαύμασα το ταλέντο της Ελένης Ευθυμίου.
Μπράβο και στις δύο! Έχουν σαφείς επιρροές από το σύγχρονο θέατρο της βόρειας
Ευρώπης και είναι ακόμα πάρα πολύ νέες. Οπωσδήποτε θα εξελιχθούν κατά πως πρέπει.
Δε θα σχολιάσω την παράσταση. Το μόνο που θα εξηγήσω είναι πως η υπόθεση ουσιαστικά αφορά την πραγματικότητα που
κατασκευάζουν τα μέσα ενημέρωσης σχετικά με το ποιος φταίει κάθε φορά για κάτι
ασύμφορο που έχει συμβεί. Μ’ άλλα λόγια, απολύτως επίκαιρο θέμα. Είχα διαβάσει
πως το έργο είναι «μια γροθιά στο στομάχι». Ήταν πράγματι. Προσωπικά, τα ευχαριστώ
πολύ τα κορίτσια! Μια γροθιά στο στομάχι ήταν ό,τι ακριβώς χρειαζόμουν.
Κατεβαίνοντας έπρεπε να κάνουμε ησυχία, γιατί το άλλο έργο, «η ρομαντική μου ιστορία», παιζόταν ακόμα κι η σκάλα βρισκόταν δίπλα ακριβώς στην ανοιχτή πόρτα της σκηνής. Δεν ήταν και τόσο εύκολο να είμαστε ήσυχες, ιδίως όταν αντικρίσαμε τη μαυροφορεμένη γιαγιά στο καροτσάκι. Ήταν παρατημένη μες στη μέση του φουαγιέ, περιμένοντας τόση ώρα να εμφανιστούν οι δύο παλαβοί. Οι οποίοι για κάποιο λόγο κουβάλησαν ως εκεί τη γριά, για να την αφήσουν μέσα στο ρεύμα, να μην κάνει απολύτως τίποτα.
«Ε ας το διάολο!», είπε η φίλη μου βλέποντάς την. «Έλα, στο ’πα, πάμε έξω», είπα εγώ και βγαίνοντας, μας έπιασε και τις δύο νευρικό γέλιο.