Ο Στιούαρτ Μιλ είχε, προ αμνημονεύτων, εντοπίσει
στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία τρεις κινδύνους: την ενδεχόμενη ανικανότητα
των εκλεγμένων, τη νομοθεσία που θεσπίζεται παγίως υπέρ της άρχουσας τάξης, και
την πολιτική απαιδευσία της κοινής γνώμης.
Το ’πε όλο, νομίζω. Κι η μεγαλύτερη εκ των τριών,
εννοείται πως είναι η απειλή που αφορά τη λεγόμενη «γενική βούληση», όπως την
είχε βαφτίσει πριν τον Μιλ, ο Ρουσσώ,. Διότι το υπόβαθρό της τούτης, που σήμερα
πια τη λέμε συνήθως «λαϊκή βούληση», η κοινή γνώμη
δηλαδή, όσο κι αν σχηματίζεται υποσυνείδητα και κατά τρόπο λανθάνοντα, δεν
παύει να αντλεί από τη νόηση.
Γι αυτό κι αφ’ ενός, είναι σχεδόν απίθανο να
συγκροτείται τελείως καθαρή από εξαναγκασμούς κομματικούς, συνδικαλιστικούς, εν
γένει ιδιοτελείς. Αφ’ ετέρου, καθορίζεται όχι μόνο από τα μικροαστικά
συμφέροντα, αλλά επί της ουσίας, από την αντιληπτική και τη γενικότερη
διανοητική ικανότητα του λαού.
Αμόρφωτος λαός σημαίνει αναπόφευκτα, άθλια
πολιτική ηγεσία. Διότι η πολιτική ακολουθεί κανόνες παρόμοιους μ’ αυτούς της
αγοράς. Η καταναλωτική απαίτηση δεν είναι που ορίζει το προϊόν;
Και στην αγορά της πολιτικής, προϊόν είναι, ας
πούμε, οι πολιτικοί και πελάτες (αναφορικά με τις κάλπες, τουλάχιστον) οι
ψηφοφόροι. Τι λόγος υπάρχει λοιπόν ν’ αναβαθμιστεί το προϊόν όσο καταναλώνεται
ευρέως, εξασφαλίζοντας τα πολυπόθητα κέρδη;
Ο εγγράμματος πλην αμόρφωτος ελληνικός λαός, που
πριν δύο δεκαετίες κατέκλυζε κατά εκατομμύρια την πλατεία Συντάγματος,
αποθεώνοντας το εκάστοτε πρόσωπο λάτρευε, εναλλάξ της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ, τι
απέγινε;
Μορφώθηκε μήπως; Τι; Επειδή πλέον αποφοιτά από
ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα κι όχι όπως παλιά, απ’ τα γυμνάσια; Ή μήπως
απέκτησε στο πέρασμα του χρόνου πολιτική συνείδηση;
Και τότε, μία κάθε φορά ανάξια αξιωματική
αντιπολίτευση δεν επευφημούσαμε; Και τότε σε προφανέστατα ψευδείς υποσχέσεις
δεν εναποθέταμε τις ελπίδες μας για τη σωτηρία του τόπου; Άλλαξε κάτι που εμένα
μου διαφεύγει; Θα μπορούσε να έχει αλλάξει. Δόξα τω Θεώ, μπορεί να αλλάξει ανά
πάσα στιγμή. Έχει όμως αλλάξει;