16.1.12

απ’ το καλό στο καλύτερο!



















Γι ’αυτά τα στιγμιότυπα πεθαίνω! Λάθος. Γι’ αυτά ζω!
Εξηγώ:
Ψοφόκρυο σήμερα!
Κι εγώ είχα τρία αναγκαστικά δρομολόγια.
Τα δύο τα έκανα, ως συνήθως, με το «άλογο».
Ξεπάγιασα όμως, παρά τον εξοπλισμό μου.
Κι έτσι στο τρίτο με «πέταξε» με τ’ αμάξι της, μια φίλη που πέρασε το μεσημέρι για έναν γρήγορο καφέ.
Σκόπευα να γυρίσω με το τραίνο, άλλωστε η διαδρομή ήταν πολύ σύντομη.
Στην επιστροφή όμως το κουράγιο μου εξαντλήθηκε.
Δεν είχα φάει και τίποτα όλη μέρα.
Σήκωσα κι εγώ το χεράκι μου και σταμάτησα ένα διερχόμενο ταξί.
Μπήκα, έκατσα, είπα που και τ’ αμάξι ξεκίνησε.
Ζεστούλα και μια ανεπαίσθητη μυρωδιά καπνού, πολύ ευχάριστη.
«Ανάβω;», είπε ο οδηγός, που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχε ακουστεί.
Τον κοίταξα στον καθρέφτη να βρω τη λύση του αινίγματος.
Πιτσιρικάς, μ’ ένα βλέμμα πολύ σχετικό με το δικό μου.
«Ανάβεις και μου δίνεις κι εμένα», απάντησα, βλέποντας το τσιγάρο στα χείλη του.
Πήρα το καμελάκι που μου προσφέρθηκε, άναψα κι εγώ, ευχαρίστησα κι άρχισα να χαζεύω έξω.
Σε αυτοκίνητα δεν μπαίνω συχνά κι όσο να πεις έχει την πλάκα του να κοιτάς απ’ το παράθυρο.
Ιδίως όταν η μουσική που παίζει το ράδιο είναι ενδιαφέρουσα.
Ο οδηγός μου είχε κι αυτός το «θέμα» του, ήταν προφανές.
Τη δεύτερη φορά που τον κοίταξα, όχι απ’ τον καθρέφτη πια, χτυπούσε τα χέρια του πάνω στο τιμόνι, στους ρυθμούς του τραγουδιού, σταθερά σιωπηλός.
Το τέμπο είχε το κατιτίς του κι άρχισα να προσέχω και τους στίχους.
Η άρθρωση του τραγουδιστή ήταν κάπως περίεργη και δεν καταλάβαινα όλα τα λόγια. Όσα έπρεπε όμως τα κατάλαβα.
Το κομμάτι συνεχιζόταν κι ο νέος στο βολάν τώρα χαμογελούσε πια για τα καλά.
Ποιος ξέρει τι σκεφτότανε.
Πολύ γρήγορα έκανα κι εγώ το ίδιο.
Κι έτσι φτάσαμε όμορφα, γκρουβάροντας ο καθένας για τον δικό του λόγο.
Μια χαρά συντονισμένοι, αλλά χωρίς να ενοχλήσει ο ένας τον άλλο.
Έξω απ’ το σπίτι μου, κοίταξα το ταξίμετρο, του ’δωσα ένα χαρτονόμισμα κι αυτός μου επέστρεψε τα ρέστα, χαμογελαστός.
Είχε έρθει η ώρα ν' ακούσω και μια δεύτερη λέξη απ' το στόμα του: «γεια μας!».
Να ’σαι καλά παλικάρι, μου ’φτιαξες το κέφι!